Αναδιοργάνωση συστήματος αδειοδότησης για τη διαμονή αλλοδαπών στη χώρα υπό όρους αυξημένης ασφάλειας, ρυθμίσεις θεμάτων ΟΤΑ και άλλες διατάξεις
ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ
«Αναδιοργάνωση του συστήματος αδειοδότησης για τη διαμονή αλλοδαπών στη χώρα υπό όρους αυξημένης ασφάλειας, ρυθμίσεις θεμάτων Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Εσωτερικών»
ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΑΝΑΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗΣ
ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΜΟΝΗ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΣΤΗ ΧΩΡΑ
ΥΠΟ ΟΡΟΥΣ ΑΥΞΗΜΕΝΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Άρθρο 1
Εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΚ) 1030/2002,
όπως τροποποιήθηκε από τον Κανονισμό (ΕΚ) 380/2008
1. Οι άδειες διαμονής ενιαίου τύπου πολιτών τρίτων χωρών εκδίδονται με τη μορφή αυτοτελούς εγγράφου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 1 του Κανονισμού (ΕΚ) 1030/2002 (EE L 157 της 15ης Ιουνίου 2002), όπως τροποποιήθηκε με την περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του Κανονισμού (ΕΚ) 380/2008 (ΕΕ L 115 της 29ης Απριλίου 2008).
Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Εξωτερικών και Προστασίας του Πολίτη καθορίζεται η ημερομηνία έναρξης της έκδοσης των παραπάνω αδειών. Με όμοια απόφαση επιλέγονται τα στοιχεία, οι ενδείξεις και οι πληροφορίες, οι οποίες σύμφωνα με τους παραπάνω Κανονισμούς περιλαμβάνονται, δυνητικώς ή εναλλακτικώς, στην άδεια διαμονής, και προσδιορίζονται τα στοιχεία, οι ενδείξεις και οι πληροφορίες προς εθνική χρήση, που συμπεριλαμβάνονται στις παραπάνω άδειες, με επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 9 του ν. 3386/2005 (Α΄ 280).
Οι ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται σε όλες τις κατηγορίες οριστικών τίτλων νόμιμης διαμονής (αδειών και δελτίων) πολιτών τρίτων χωρών που εκδίδονται μετά από αίτηση που εξετάζεται από τις υπηρεσίες του Υπουργείου Εσωτερικών ή των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων της Χώρας, εξαιρουμένων των περιπτώσεων που ρυθμίζονται από τις διατάξεις των άρθρων 5 και 6 του παρόντος νόμου.
2. Κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 4Α του Κανονισμού (ΕΚ) 1030/2002, όπως προστέθηκε με την παράγραφο 5 του άρθρου 1 του Κανονισμού (ΕΚ) 380/2008, το φυσικό σώμα των εκδιδομένων, με βάση τις διατάξεις του παρόντος νόμου, αδειών παραμονής φέρει μέσο ηλεκτρονικής αποθήκευσης που εμπεριέχει βιομετρικά δεδομένα, ήτοι μία πρόσφατη, έγχρωμη, ψηφιακή φωτογραφία και δακτυλικά αποτυπώματα των δύο δεικτών.
Αρμόδιες υπηρεσίες για την παραλαβή της ψηφιακής φωτογραφίας, τη λήψη των δακτυλικών αποτυπωμάτων και τον έλεγχο της ανταπόκρισης των εν λόγω βιομετρικών δεδομένων στις οριζόμενες από τον παραπάνω Κανονισμό προδιαγραφές είναι:
α) η Διεύθυνση Μεταναστευτικής Πολιτικής του Υπουργείου Εσωτερικών για τις άδειες και τα δελτία διαμονής που εκδίδονται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών ή με κοινή υπουργική απόφαση,
β) οι Διευθύνσεις Αλλοδαπών και Μετανάστευσης των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων για τις άδειες διαμονής που εκδίδονται με απόφαση του Γενικού τους Γραμματέα.
Τα βιομετρικά δεδομένα μπορεί να παραλαμβάνονται, να λαμβάνονται και να ελέγχονται και από άλλους φορείς στο πλαίσιο των προγραμματικών συμβάσεων της παραγράφου 5 του άρθρου 2 του παρόντος.
3. Η ψηφιακή φωτογραφία προσκομίζεται σε οπτικό δίσκο αποθήκευσης (CD) και σε αναλογικό φωτογραφικό χαρτί, σε δύο αντίτυπα, που ανταποκρίνονται στις τεχνικές προδιαγραφές των φωτογραφιών διαβατηρίου, όπως αυτές καθορίζονται από την εκάστοτε ισχύουσα υπουργική απόφαση που εκδίδεται δυνάμει της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του ν. 3103/2003 (Α΄ 23). Η ψηφιακή φωτογραφία, σε ηλεκτρονική και έντυπη μορφή, μπορεί να κατατίθεται από κοινού με τα λοιπά δικαιολογητικά κατά το στάδιο υποβολής της σχετικής αίτησης. Οι Υπηρεσίες Αλλοδαπών και Μετανάστευσης μπορούν να ζητούν την προσκόμιση νέας φωτογραφίας, εάν διαπιστώσουν ότι η προσκομισθείσα δεν πληροί τις προβλεπόμενες τεχνικές προδιαγραφές.
4. Η λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων είναι υποχρεωτική από την ηλικία των έξι (6) ετών. Τα πρόσωπα που αδυνατούν να δώσουν αποτυπώματα για σωματικούς λόγους, απαλλάσσονται από τη σχετική υποχρέωση. Η μόνιμη ή προσωρινή αδυναμία λήψης δακτυλικών αποτυπωμάτων αποδεικνύεται με ιατρικό πιστοποιητικό, το οποίο φέρει την υπογραφή ιατρού ειδικότητας αντίστοιχης με τη βεβαιούμενη πάθηση. Όταν εκλείψει η προσωρινή αδυναμία λήψης δακτυλικών αποτυπωμάτων εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου.
Η υπηρεσία λήψης των βιομετρικών δεδομένων λαμβάνει και κρυπτογραφεί τα δακτυλικά αποτυπώματα του δείκτη από τα δύο χέρια του αιτούντος, σύμφωνα με τις εθνικές τεχνικές προδιαγραφές που ισχύουν για τα διαβατήρια, όπως αυτές καθορίζονται από την εκάστοτε ισχύουσα υπουργική απόφαση που εκδίδεται δυνάμει της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του ν. 3103/2003
5. Αν μαζί με την αίτηση κατατίθενται όλα τα απαιτούμενα από το νόμο δικαιολογητικά για την έκδοση ή την ανανέωση της άδειας διαμονής, η οικεία Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης ζητά από τον αιτούντα πολίτη τρίτης χώρας να υποβληθεί σε διαδικασία λήψης δακτυλικών αποτυπωμάτων.
Αν τούτο δεν είναι δυνατό κατά το χρόνο κατάθεσης της αίτησης, ο πολίτης τρίτης χώρας καλείται σε καθορισμένη ημερομηνία με κάθε πρόσφορο μέσο. Η μη εμφάνισή του δικαιολογείται για λόγους ανωτέρας βίας. Στην περίπτωση αυτή, καλείται εκ νέου και αν δεν εμφανιστεί, η αίτησή του απορρίπτεται.
6. Από το χρόνο έναρξης της έκδοσης των αδειών διαμονής με τη μορφή του αυτοτελούς εγγράφου, που ορίζεται με την υπουργική απόφαση της παραγράφου 1:
α. Η υποβολή των αιτήσεων για τη χορήγηση αρχικής άδειας διαμονής ή για κάθε ανανέωσή της, η υποβολή συμπληρωματικών δικαιολογητικών και η παραλαβή της άδειας διαμονής ή της απορριπτικής απόφασης ή άλλων εγγράφων από τον οικείο φάκελο μπορεί να γίνεται είτε με αυτοπρόσωπη παρουσία του πολίτη τρίτης χώρας, είτε διά πληρεξουσίου. Η πληρεξουσιότητα δίνεται εγγράφως με θεώρηση του γνησίου της υπογραφής του εξουσιοδοτούντος από οποιαδήποτε δημόσια αρχή.
β. Επίδοση οποιουδήποτε εγγράφου ή δικαιολογητικών για τη χορήγηση άδειας διαμονής ή την ανανέωσής της με δικαστικό επιμελητή δεν επιτρέπεται.
γ. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών μπορεί να καθορίζεται η δυνατότητα επικοινωνίας των πολιτών τρίτων χωρών με τις αρμόδιες υπηρεσίες μέσω ταχυδρομείου, τηλεομοιοτυπίας ή ηλεκτρονικά, μέσω διαδικτύου, για θέματα, όπως η υποβολή αίτησης χορήγησης ή ανανέωσης άδειας διαμονής, η υποβολή συμπληρωματικών δικαιολογητικών ή η παρακολούθηση της πορείας του φακέλου, είτε για συγκεκριμένους τύπους αδειών διαμονής ή υπηρεσίες υποδοχής, είτε συνολικά, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση και τις διαθέσιμες, κατά περίπτωση, τεχνικές δυνατότητες. Με όμοια απόφαση μπορεί να καθορίζεται ο χρόνος προσκόμισης των πρωτότυπων δικαιολογητικών, όπου αυτά απαιτούνται, καθώς και να τροποποιείται η διαδικασία υποβολής εγγράφων και να ρυθμίζεται κάθε άλλο σχετικό θέμα.
δ. Η άδεια διαμονής, με τη μορφή αυτοτελούς εγγράφου, επιδίδεται στον αιτούντα από την αρμόδια Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Αποκεντρωμένης Διοίκησης ή από τη Διεύθυνση Μεταναστευτικής Πολιτικής του Υπουργείου Εσωτερικών, η οποία την εξέδωσε.
Κατά την παραλαβή της άδειας, είτε αυτή διενεργείται αυτοπρόσωπα είτε μέσω πληρεξουσίου, ο παραλαμβάνων οφείλει να φέρει το διαβατήριο ή άλλο ταξιδιωτικό έγγραφο του ενδιαφερόμενου πολίτη τρίτης χώρας, με εξαίρεση όσους έχουν αντικειμενική αδυναμία προσκόμισης διαβατηρίου κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 84 του ν. 3386/2005.
ε. Αν πριν από την επίδοση της άδειας διαμονής ή κατά τη διάρκεια ισχύος της επέλθουν ουσιώδεις μεταβολές των βιομετρικών δεδομένων που καθιστούν αδύνατη την ταυτοποίηση του προσώπου, ο ενδιαφερόμενος πολίτης τρίτης χώρας υποχρεούται να ενημερώσει αυτοπροσώπως και αμελλητί την αρμόδια για την έκδοση της άδειας διαμονής αρχή, προκειμένου να προβεί σε επανέκδοσή της για το υπόλοιπο του χρόνου ισχύος της.
7. Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Προστασίας του Πολίτη, μπορεί να συγκροτούνται κινητές ομάδες λήψης βιομετρικών δεδομένων, αποκλειστικά για τις περιπτώσεις που ο πολίτης τρίτης χώρας αδυνατεί να προσέλθει αυτοπροσώπως ενώπιον της αρμόδιας για τη λήψη των βιομετρικών δεδομένων υπηρεσίας, λόγω μόνιμης φυσικής αναπηρίας ή μακροχρόνιας ασθένειας, και καθορίζεται κάθε άλλο σχετικό θέμα.
8. Τα βιομετρικά δεδομένα χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση των σκοπών του Κανονισμού (ΕΚ) 1030/2002, όπως ισχύει, ήτοι για τον έλεγχο της γνησιότητας του εγγράφου και της ταυτοπροσωπίας του κατόχου με το πρόσωπο, στο όνομα του οποίου έχει εκδοθεί ο τίτλος, και διατηρούνται κρυπτογραφημένα, για όσο χρόνο ισχύει ο σχετικός τίτλος διαμονής, στην κεντρική βάση δεδομένων του Υπουργείου Εσωτερικών. Η υποβολή της αίτησης για τη χορήγηση ή την ανανέωση άδειας διαμονής τεκμαίρει αμαχήτως τη συναίνεση του αιτούντος για τη διατήρηση και την επεξεργασία των βιομετρικών του δεδομένων για την εκπλήρωση του ανωτέρω δημόσιου σκοπού, μη δυναμένης να ανακληθεί κατά το διάστημα ισχύος της άδειας ή μέχρι του χρόνου της καταστροφής τους σύμφωνα με τα κατωτέρω οριζόμενα.
Η διαδικασία και οι λεπτομέρειες της καταστροφής των βιομετρικών δεδομένων καθορίζονται με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Προστασίας του Πολίτη, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.
9. Η διάρκεια της άδειας διαμονής των κάτω των έξι ετών ανήλικων τέκνων πολιτών τρίτων χωρών είναι ισόχρονη της άδειας διαμονής του συντηρούντος, κατά τη έννοια των άρθρων 53 έως 60 του ν. 3386/2005, γονέα. Η ισχύς της διακόπτεται με τη συμπλήρωση του έκτου έτους της ηλικίας και ανανεώνεται κατά τις ισχύουσες διατάξεις, αφού προηγουμένως γίνει λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων.
10. Κατά την παραλαβή της άδειας διαμονής, ανεξάρτητα από την ειδικότερη κατηγορία αυτής, ο υπήκοος τρίτης χώρας καταβάλλει τέλος, το οποίο αντιστοιχεί στο κόστος προμήθειας, εκτύπωσης και ασφαλούς διακίνησης της κάρτας και αποτελεί έσοδο το δημοσίου. Το τέλος είναι ανεξάρτητο από τα παράβολα του άρθρου 92 του ν. 3386/2005, και το ύψος αυτού καθώς και οι λεπτομέρειες για τον τρόπο είσπραξης και εμφάνισής του στα έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού καθορίζονται με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών.
11. Κατά την παραλαβή νέας άδειας διαμονής, ύστερα από ανανέωση ή επανέκδοσή της σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, η προηγούμενη άδεια παραδίδεται υποχρεωτικά στην αρμόδια για την έκδοση της νέας άδειας υπηρεσίας και καταστρέφεται, σε κάθε δε άλλη περίπτωση, ακυρώνεται και συντάσσεται σχετικό πρωτόκολλο καταστροφής ή ακύρωσης που κοινοποιείται υποχρεωτικά στις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Εσωτερικών.
12. Για τη σφράγιση των αδειών διαμονής, με τη μορφή του αυτοτελούς εγγράφου, καθιερώνεται ειδική σφραγίδα του Υπουργείου Εσωτερικών, αποτελούμενη από τρεις επάλληλους και ομόκεντρους κύκλους, από τους οποίους ο εξωτερικός έχει διάμετρο 0,02 μ. Στον εσωτερικό κύκλο τίθεται το έμβλημα της Ελληνικής Δημοκρατίας, σύμφωνα με το άρθρο 2 του ν. 48/1975 (Α΄ 108), στο δεύτερο κύκλο αναγράφεται με κεφαλαία γράμματα ο τίτλος του Υπουργείου και στον εξωτερικό οι λέξεις «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ».
Άρθρο 2
Ίδρυση υπηρεσιών μιας στάσης και συναφείς ρυθμίσεις
1. Η αρμοδιότητα των Δήμων της Χώρας για την παραλαβή των αιτήσεων πολιτών τρίτων χωρών για τη χορήγηση ή την ανανέωση άδειας διαμονής καθώς και την επίδοση σε αυτούς των αποφάσεων, που εκδίδονται σε συνέχεια των σχετικών αιτήσεων, μεταφέρεται στις Υπηρεσίες Αλλοδαπών και Μετανάστευσης των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων στη χωρική αρμοδιότητα των οποίων αυτοί υπάγονται.
Με αποφάσεις των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται, τα σημεία υποδοχής, όπου κατατίθενται οι αιτήσεις των πολιτών τρίτων χωρών για τη χορήγηση και την ανανέωση της άδειας διαμονής τους και επιδίδονται οι σχετικώς εκδιδόμενες αποφάσεις. Για τις υπηρεσίες των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων οι αποφάσεις εκδίδονται ύστερα από αιτιολογημένη γνώμη του οικείου Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης και με αυτές καθορίζονται τα σημεία υποδοχής, ανά νομό ή νομαρχία, καθώς και η ημερομηνία κατά την οποία μεταφέρονται στις Υπηρεσίες Αλλοδαπών και Μετανάστευσης των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, που ορίζονται ως σημεία υποδοχής, οι σχετικές αρμοδιότητες των οικείων Δήμων.
Ως σημείο υποδοχής ορίζεται η οικεία Διεύθυνση ή Τμήμα Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, που εδρεύει σε κάθε νομό της Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Ο συνολικός αριθμός των σημείων υποδοχής ειδικά στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις Αττικής και Αιγαίου μπορεί να είναι έως δέκα (10) και δώδεκα (12), αντιστοίχως, και στο Νομό Θεσσαλονίκης της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης έως τρία (3). Για τη λειτουργία επιπλέον των ανωτέρω σημείων υποδοχής στους οικείους οργανισμούς, μπορούν να συνιστώνται στις παραπάνω Αποκεντρωμένες Διοικήσεις, με τις αποφάσεις του δευτέρου εδαφίου της παρούσης παραγράφου, οργανικές μονάδες επιπέδου Γραφείου ως αποκεντρωμένες μονάδες των οικείων Διευθύνσεων Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, που καλούνται Γραφεία Αδειών Διαμονής με τοπική αρμοδιότητα το χώρο ευθύνης τους, ο οποίος καθορίζεται ρητά στις εν λόγω κοινές υπουργικές αποφάσεις.
Με όμοιες αποφάσεις μπορεί να μεταβάλλεται η έδρα Τμημάτων Αδειών Διαμονής των Διευθύνσεων Αλλοδαπών και Μετανάστευσης των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων Αττικής και Αιγαίου καθώς και της Διεύθυνσης Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Θεσσαλονίκης και να ορίζονται αυτά ως σημεία υποδοχής με προσδιορισμό της τοπικής αρμοδιότητάς τους.
2. Οι Υπηρεσίες Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, οι οποίες ορίζονται ως σημεία υποδοχής με τις αποφάσεις της προηγουμένης παραγράφου και από την κατά περίπτωση οριζόμενη σε αυτές ημερομηνία, αναλαμβάνουν πέραν των λοιπών αρμοδιοτήτων τους, όπως αυτές καθορίζονται στους Οργανισμούς των οικείων Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και την ισχύουσα νομοθεσία, την αρμοδιότητα της υποδοχής και της εξυπηρέτησης των πολιτών, ημεδαπών και αλλοδαπών, για τα θέματα αρμοδιότητας των Διευθύνσεων Αλλοδαπών και Μετανάστευσης των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και ιδίως:
α. την παραλαβή των αιτήσεων για τη χορήγηση ή την ανανέωση των αδειών διαμονής ή άλλων εγγράφων νόμιμης διαμονής,
β. την αναζήτηση δικαιολογητικών μέσω ηλεκτρονικής διασύνδεσης, εφόσον υφίσταται τέτοια δυνατότητα, από τρίτους φορείς για τη συμπλήρωση των φακέλων των αιτήσεων,
γ. την παράδοση των αδειών διαμονής καθώς και των σχετικών απορριπτικών ή ανακλητικών αποφάσεων,
δ. την παραλαβή αιτήσεων εργοδοτών για τη μετάκληση αλλοδαπού εργατικού δυναμικού,
ε. την παροχή πληροφοριών αναφορικά με τις διαδικασίες, τα δικαιολογητικά και τις προϋποθέσεις που προβλέπει η ισχύουσα νομοθεσία για την έκδοση ή την ανανέωση άδειας διαμονής καθώς και για τη μετάκληση αλλοδαπού εργατικού δυναμικού,
στ. την παροχή πληροφοριών σχετικά με την πορεία εξέτασης των φακέλων, και
ζ. την είσπραξη υπέρ του Δημοσίου των προβλεπόμενων από την ισχύουσα νομοθεσία τελών και παραβόλων.
3. Από την ημερομηνία που ορίζεται, κατά περίπτωση, στις αποφάσεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, οι Δήμοι που εδρεύουν στον αντίστοιχο νομό παύουν να υποδέχονται πολίτες τρίτων χωρών για θέματα αδειών διαμονής και παραδίδουν, με πρωτόκολλο παράδοσης-παραλαβής, στην ορισθείσα ως αρμόδια προς τούτο υπηρεσία, τους φακέλους που βρίσκονται σε εκκρεμότητα, τις ανεπίδοτες άδειες διαμονής ή τις απορριπτικές ή ανακλητικές αποφάσεις και τα κενά έντυπα βεβαιώσεων κατάθεσης αίτησης της παραγράφου 4 του άρθρου 11 του ν. 3386/2005, όπως ισχύει, με μέριμνα της αρμόδιας Διεύθυνσης Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, η οποία οφείλει να επισπεύσει τη σχετική διαδικασία.
Ο Δήμος εκκαθαρίζει το φυσικό του αρχείο, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, και αποστέλλει όλα τα πρωτότυπα έγγραφα στην οικεία Αποκεντρωμένη Διοίκηση.
4. Τα έσοδα από τα παράβολα του άρθρου 92 του ν. 3386/2005 εμφανίζονται και παρακολουθούνται σε ειδικούς Κωδικούς Αριθμούς Εσόδων (ΚΑΕ) του Κρατικού Προϋπολογισμού ως εξής:
α) τα εισπραττόμενα έσοδα από τα παράβολα της παραγράφου 1 του άρθρου 92 του ν. 3386/2005, που συνοδεύουν τις κατατιθέμενες σε κάθε Δήμο αιτήσεις, μετά την παρακράτηση από αυτόν του ποσοστού 30%, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6α του άρθρου 92 του ν. 3386/2005, όπως αντικαταστάθηκε από την παράγραφο 4 του άρθρου 26 του ν. 3613/2007 (Α΄ 263), έως την έκδοση της προβλεπόμενης στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου κοινής απόφασης, με την οποία μεταφέρεται η σχετική αρμοδιότητα παραλαβής των υποβαλλομένων αιτήσεων από τον Δήμο στις υπηρεσίες της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
β) τα εισπραττόμενα έσοδα από τα παράβολα της παραγράφου 2 του άρθρου 92 του ν. 3386/2005, σε συνδυασμό με την παράγραφο 2 του άρθρου 30 του ν. 3838/2010 (Α΄ 49), που συνοδεύουν τις κατατιθέμενες σε κάθε Δήμο αιτήσεις, για όσο χρόνο οι Δήμοι διατηρούν την αρμοδιότητα για την παραλαβή των αιτήσεων αυτών.
γ) τα εισπραττόμενα έσοδα από όλα τα παράβολα που συνοδεύουν όσες αιτήσεις κατατίθενται στα οριζόμενα με τις κοινές αποφάσεις της παραγράφου 1 του παρόντος σημεία υποδοχής.
Όσον αφορά τη διάθεση των εσόδων που εγγράφονται στους ΚΑΕ των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παρούσας παραγράφου, εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 6α και 6β του άρθρου 92 του ν. 3386/2005, όπως ισχύουν.
Ποσοστό 46% των εσόδων που εγγράφονται στον ΚΑΕ της περίπτωσης γ΄ της παρούσας παραγράφου, εγγράφεται στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εσωτερικών και κατανέμεται με αποφάσεις των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών σε Υπουργεία, Αποκεντρωμένες Διοικήσεις και Ν.Π.Δ.Δ. που διαχειρίζονται θέματα μεταναστευτικής πολιτικής και κοινωνικής ένταξης των μεταναστών.
Οι εν λόγω πιστώσεις μπορούν να διατίθενται για:
α. την καταβολή των μισθωμάτων των οικημάτων, όπου στεγάζονται οι υπηρεσίες μιας στάσης,
β. την αγορά, τη μίσθωση, την επισκευή και τη συντήρηση κάθε είδους υλικοτεχνικού εξοπλισμού,
γ. λειτουργικά έξοδα,
δ. την καταβολή της αποζημίωσης των υπαλλήλων που συμμετέχουν στις επιτροπές του ν. 3386/2005,
ε. τη χρηματοδότηση δράσεων κοινωνικής ένταξης νόμιμων μεταναστών, που ανατίθενται, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία από Δήμους στο πλαίσιο τοπικών σχεδίων κοινωνικής ένταξης που έχουν ενταχθεί στην Εθνική Στρατηγική για την κοινωνική ένταξη,
στ. την αντιμετώπιση δαπανών για την πρόσληψη προσωπικού με σύμβαση ορισμένου χρόνου από τις αρμόδιες υπηρεσίες των παραπάνω φορέων, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3812/2009 (Α΄ 234) και της εκάστοτε ισχύουσας συναφούς νομοθεσίας,
ζ. την αγορά εξοπλισμού ασφάλειας ή τη μίσθωση σχετικών υπηρεσιών, και
η. τη χρηματοδότηση της εκτέλεσης των προγραμματικών συμβάσεων που συνάπτονται σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της επόμενης παραγράφου.
5. Η Αποκεντρωμένη Διοίκηση, όπως αυτή εκπροσωπείται από τον Γενικό της Γραμματέα, εφόσον συνιστάται σημείο υποδοχής, μπορεί να συνάπτει προγραμματικές συμβάσεις με έναν ή περισσότερους Δήμους, Περιφέρειες ή την, κατά τόπο, αρμόδια Περιφερειακή Ένωση Δήμων που εδρεύουν εντός της χωρικής της αρμοδιότητας, με αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών και την εκτέλεση έργων που εμπίπτουν στις διατάξεις της παραγράφου 2 του παρόντος. Για το σκοπό αυτό, μπορεί να διατίθεται από τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης προσωπικό μόνιμο ή με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, καθώς και ο, κατά περίπτωση, απαιτούμενος εξοπλισμός και εγκαταστάσεις.
Αντικείμενο των εν λόγω προγραμματικών συμβάσεων μπορεί να είναι και η παραλαβή ή λήψη και ο έλεγχος των βιομετρικών δεδομένων της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του παρόντος.
Στις προγραμματικές συμβάσεις περιλαμβάνονται απαραίτητα οι όροι και οι προϋποθέσεις για την εκτέλεση του έργου, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων, ο αριθμός και τα προσόντα του προσωπικού του ή των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, το οποίο θα διατεθεί, ο μηχανισμός παρακολούθησης και ελέγχου καθώς και οι ρήτρες σε βάρος του συμβαλλομένου που παραβιάζει τους όρους της προγραμματικής σύμβασης. Το διατιθέμενο προσωπικό τελεί υπό τις εντολές και τις οδηγίες της οικείας Διεύθυνσης Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
Η εκτέλεση των προγραμματικών συμβάσεων, που συνάπτουν οι Αποκεντρωμένες Διοικήσεις σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου, μπορούν να χρηματοδοτούνται από τις πιστώσεις που εγγράφονται στους οικείους Κωδικούς αυτών σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του παρόντος. Το ύψος της χρηματοδότησης των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων για την εκτέλεση των εν λόγω προγραμματικών συμβάσεων συναρτάται προς το εκτιμώμενο κόστος από τη χρήση των διατιθέμενων υποδομών και την απασχόληση των διατιθέμενων υπαλλήλων και δεν μπορεί να υπερβαίνει το 30% των εισπραττόμενων εσόδων από τα παράβολα, που κατατίθενται στο σημείο ή στα σημεία υποδοχής, την εξυπηρέτηση της λειτουργίας των οποίων αφορά η εκάστοτε προγραμματική σύμβαση και δεν μπορεί να υπερβαίνει το τριάντα τοις εκατό (30%) των εισπραττόμενων εσόδων από τα παράβολα, που κατατίθενται στο σημείο ή στα σημεία υποδοχής, την εξυπηρέτηση της λειτουργίας των οποίων αφορά η εκάστοτε προγραμματική σύμβαση.
Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 100 του ν. 3852/2010.
Άρθρο 3
Στελέχωση υπηρεσιών
Η παράγραφος 2 του άρθρου 89 του ν. 3386/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Οι μόνιμοι και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπάλληλοι δημόσιων υπηρεσιών, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και Περιφερειών, μπορεί να μετατάσσονται ή να μεταφέρονται, με ταυτόχρονη μεταφορά των οργανικών τους θέσεων και την ίδια σχέση εργασίας, στις Διευθύνσεις Αλλοδαπών και Μετανάστευσης των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων. Η μετάταξη ή η μεταφορά ενεργείται με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομικών και του, κατά περίπτωση, αρμόδιου ή εποπτεύοντος Υπουργού, μετά την υποβολή αίτησης από τους ενδιαφερόμενους.
Μόνιμοι και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπάλληλοι των Δήμων, οι οποίοι έχουν υπηρετήσει για ένα τουλάχιστον έτος σε οργανικές τους μονάδες αρμόδιες για την παραλαβή των αιτήσεων για τη χορήγηση ή ανανέωση των αδειών διαμονής των πολιτών τρίτων χωρών ή έχουν οριστεί αρμόδιοι για την είσπραξη των παραβόλων του άρθρου 92 του παρόντος νόμου μπορούν να μετατάσσονται ή να μεταφέρονται με την ίδια σχέση εργασίας στις Διευθύνσεις Αλλοδαπών και Μετανάστευσης των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων. Η μετάταξη ή η μεταφορά ενεργείται με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών μετά από αίτηση των ενδιαφερομένων, σε κενή οργανική θέση και αν δεν υπάρχει σε προσωποπαγή θέση.
Οι μετατασσόμενοι ή μεταφερόμενοι με τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου υποχρεούνται να παρέχουν τις υπηρεσίες τους τουλάχιστον για μια πενταετία στις υπηρεσίες, στις οποίες μετατάσσονται ή μεταφέρονται».
Άρθρο 4
Διαδικασία υποβολής αιτήσεων και δικαιολογητικών
Οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 11 του ν. 3386/2005 αντικαθίστανται ως εξής:
«3. Οι αρμόδιες υπηρεσίες για την παραλαβή των αιτήσεων των πολιτών τρίτων χωρών για χορήγηση ή ανανέωση αδειών διαμονής, εφόσον τα απαιτούμενα δικαιολογητικά είναι πλήρη, χορηγούν βεβαίωση κατάθεσης, η διάρκεια της οποίας είναι ετήσια. Η διάρκεια ισχύος των βεβαιώσεων μπορεί να μειωθεί με αιτιολογημένη απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, η οποία εκδίδεται μετά από εκτίμηση των δυνατοτήτων των αρμοδίων υπηρεσιών.
Εφόσον η αίτηση εκκρεμεί κατά τη λήξη ισχύος της βεβαίωσης κατάθεσης, η υπηρεσία στην οποία υπεβλήθη η αίτηση οφείλει εκδώσει νέα βεβαίωση κατά τα οριζόμενα στα προηγούμενα εδάφια, ενημερώνοντας ταυτοχρόνως αιτιολογημένα τον ενδιαφερόμενο σχετικά με τους λόγους καθυστέρησης.
Η ίδια βεβαίωση χορηγείται, εάν πρόκειται:
α) για αίτημα αρχικής χορήγησης άδειας διαμονής, όταν ελλείπει η βεβαίωση ότι έχει υποβληθεί αίτηση στον οικείο ασφαλιστικό φορέα για την κάλυψη εξόδων νοσηλείας, ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και εργατικού ατυχήματος ή πιστοποιητικό υγείας από Ελληνικό Κρατικό Νοσηλευτικό Ίδρυμα, όπου τα δικαιολογητικά αυτά απαιτούνται, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία,
β) για αίτημα ανανέωσης, στην περίπτωση λήξης του διαβατηρίου, εφόσον προσκομιστεί βεβαίωση της αρμόδιας προξενικής αρχής ότι έχει υποβληθεί αίτηση για την έκδοση νέου, με την επιφύλαξη της παραγράφου 1 του άρθρου 84, και
γ) για ανανέωση άδειας διαμονής για εξαρτημένη εργασία και μεταξύ των δικαιολογητικών κατατίθεται βεβαίωση εγγραφής στα μητρώα ανέργων αντί της σύμβασης εργασίας.
Στις ανωτέρω περιπτώσεις, οι ενδιαφερόμενοι οφείλουν να προσκομίσουν το ελλείπον δικαιολογητικό εντός έξι μηνών από την υποβολή της σχετικής αίτησης.
4. Ο πολίτης τρίτης χώρας, ο οποίος κατέθεσε αίτηση χορήγησης ή ανανέωσης της άδειας διαμονής και έχει λάβει τη βεβαίωση της προηγούμενης παραγράφου, διαμένει νομίμως στη Χώρα, για όσο χρόνο αυτή ισχύει. Αν εκδοθεί απορριπτική απόφαση, η βεβαίωση παύει, αυτοδικαίως, να ισχύει.».
Άρθρο 5
Το άρθρο 16 του ν. 3386/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 16
Εποχιακή εργασία πολιτών τρίτων χωρών
1. Εποχιακή εργασία πολίτη τρίτης χώρας είναι η απασχόλησή του στην Ελλάδα για χρονικό διάστημα έως έξι συνολικά μήνες, ανά περίοδο δώδεκα μηνών, σε τομέα δραστηριότητας που συναρτάται με πρόσκαιρη και εποχιακού χαρακτήρα, απασχόληση. Ο εποχιακά απασχολούμενος συμβάλλεται με συγκεκριμένο εργοδότη με σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου. Στη σύμβαση πρέπει να αναφέρεται, ρητά, το είδος απασχόλησης.
2. Ο εργοδότης, ο οποίος επιθυμεί να απασχολήσει πολίτη τρίτης χώρας για εποχιακή εργασία, υπό την προϋπόθεση ότι η αντίστοιχη θέση εργασίας έχει ήδη προβλεφθεί στην απόφαση της παραγράφου 4 του άρθρου 14 του παρόντος νόμου, οφείλει να λάβει αντίστοιχη έγκριση του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
Προς τούτο ο εργοδότης υποβάλλει αίτηση στην Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, της έδρας του νομού όπου πρόκειται να παρασχεθεί η εποχιακή απασχόληση, τουλάχιστον τρεις μήνες πριν από τον σκοπούμενο χρόνο έναρξης της απασχόλησης.
Μαζί με την αίτηση, ο εργοδότης καταθέτει:
α) αποδεικτικό καταβολής τέλους εκατόν πενήντα (150) ευρώ για κάθε πολίτη τρίτης χώρας, που θέλει να απασχολήσει, το οποίο εισπράττεται υπέρ του Δημοσίου και δεν επιστρέφεται.
β) υπεύθυνη δήλωση ότι θα προσλάβει τους εργαζόμενους και θα αναλάβει τις προβλεπόμενες δαπάνες αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής της παραγράφου 3 του άρθρου 80 του παρόντος νόμου.
γ) σύμβαση εργασίας (εις διπλούν), υπογεγραμμένη από τον ίδιο, για κάθε εργαζόμενο, και θεωρημένη από την οικεία υπηρεσία της Επιθεώρησης Εργασίας. Στη σύμβαση αναγράφονται το είδος της απασχόλησης, η διάρκεια και η αμοιβή του εργαζόμενου, η οποία δεν μπορεί να είναι, σε καμία περίπτωση, μικρότερη από τις αποδοχές ανειδίκευτου εργαζόμενου, και
δ) υπεύθυνη δήλωση ότι θα εξασφαλίσει στον εργαζόμενο κατάλληλο κατάλυμα.
3. Αν ο εργοδότης επιθυμεί να απασχολήσει πολίτη τρίτης χώρας στην αγροτική οικονομία ή σε εκμετάλλευση της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του ν. 3232/2004 (Α΄ 48), όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 (α) του άρθρου 52 του ν. 3518/2006 (Α΄ 272), οφείλει να καταθέσει και αποδεικτικό καταβολής από τον εργοδότη στον Ο.Γ.Α. του συνόλου των ασφαλιστικών εισφορών, οι οποίες προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία για το σύνολο της περιόδου απασχόλησης, όπως αυτή προκύπτει από τη σύμβαση εργασίας.
Αν δεν εγκριθεί η είσοδος του μετακαλουμένου πολίτη τρίτης χώρας και τούτο βεβαιώνεται από το αρμόδιο όργανο, οι ασφαλιστικές εισφορές που έχουν προκαταβληθεί επιστρέφονται στον εργοδότη, μετά από αίτησή του. Οι ασφαλιστικές εισφορές δεν επιστρέφονται, αν ο μετακληθείς πολίτης τρίτης χώρας αποχωρήσει, για οποιονδήποτε λόγο, από την εκμετάλλευση, πριν τη λήξη του χρονικού διαστήματος μετάκλησης. Στα παραπάνω πρόσωπα χορηγούνται παροχές υγείας μετά την είσοδό τους στη Χώρα και την έναρξη της απασχόλησής τους. Κατά τα λοιπά, ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 3232/2004, όπως αντικαταστάθηκε από την παράγραφο 1 του άρθρου 52 του ν. 3518/2006.
4. Αν ο εργοδότης επιθυμεί να απασχολήσει πολίτη τρίτης χώρας σε τομέα απασχόλησης που υπάγεται στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α., εφαρμόζεται η ισχύουσα ασφαλιστική νομοθεσία.
5. Αρμόδια για την εξέταση της αίτησης είναι η κατά τόπο αρμόδια, σύμφωνα με την παράγραφο 2, Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, η οποία αποστέλλει τη σχετική εγκριτική πράξη στην αρμόδια ελληνική προξενική αρχή. Οι εγκριτικές πράξεις των Διευθύνσεων Αλλοδαπών και Μετανάστευσης των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων κοινοποιούνται υποχρεωτικά στον κατά τόπο αρμόδιο ανταποκριτή του Ο.Γ.Α., εφόσον αφορά απασχόληση στην αγροτική οικονομία ή στα κατά τόπο αρμόδια υποκαταστήματα του Ι.Κ.Α. και περιφερειακές υπηρεσίες του Σ.Ε.Π.Ε. σε κάθε άλλη περίπτωση.
6. Η αρμόδια προξενική αρχή, αφού λάβει την εγκριτική πράξη της οικείας Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης και με την επιφύλαξη των γενικών και ειδικών διατάξεων για τις θεωρήσεις, εκδίδει αντίστοιχη θεώρηση εισόδου για εποχιακή εργασία.
Η θεώρηση εισόδου για εποχιακή εργασία είναι ισόχρονη με τη διάρκεια της απασχόλησης, όπως προκύπτει από τη σχετική σύμβαση εργασίας, δεν μπορεί να υπερβαίνει τους έξι μήνες και παρέχει δικαίωμα πρόσβασης στην αγορά εργασίας αποκλειστικά για την παροχή της συγκεκριμένης εργασίας και στο συγκεκριμένο εργοδότη, ύστερα από πρόσκληση του οποίου αυτή χορηγήθηκε. Στους εισερχόμενους με θεώρηση εισόδου για εποχιακή εργασία, κατά το χρόνο ισχύος αυτής, δεν μπορεί να χορηγηθεί άδεια διαμονής οποιασδήποτε κατηγορίας.
7. Μετά την είσοδο στην Ελλάδα, μπορεί να επιβληθεί, ύστερα από εντολή του Γενικού Γραμματέα της κατά τόπο αρμόδιας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, δειγματοληπτικά υγειονομικός έλεγχος για λόγους δημόσιας υγείας, ο οποίος περιορίζεται στις απολύτως απαραίτητες διαδικασίες και δεν συνεπάγεται έξοδα των εργαζομένων.
8. Ο εποχιακός εργαζόμενος πολίτης τρίτης χώρας, μετά την ολοκλήρωση της περιόδου απασχόλησης και υπό την επιφύλαξη των οριζομένων σε διεθνείς συμφωνίες, οφείλει άμεσα να αναχωρήσει από την ελληνική επικράτεια. Αν δεν συμμορφωθεί, δεν έχει τη δυνατότητα να εισέλθει εκ νέου στη χώρα για κανέναν από τους λόγους που προβλέπονται στον παρόντα νόμο και για περίοδο έως πέντε έτη από την ημερομηνία κατά την οποία ήταν υποχρεωμένος να αναχωρήσει από τη χώρα.».
Άρθρο 6
Το άρθρο 16Α του ν. 3386/2005, όπως προστέθηκε με το άρθρο 7 του ν. 3536/2007, αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 16Α
Μετάκληση αλιεργατών
1. Ο εργοδότης που επιθυμεί να απασχολήσει πολίτες τρίτης χώρας, ως αλιεργάτες, με σχέση εξηρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου και προκειμένου να χορηγηθεί η αντίστοιχη θεώρηση εισόδου, οφείλει να λάβει προηγούμενη έγκριση του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, εφόσον προβλέπονται αντίστοιχες θέσεις στην απόφαση του άρθρου 14 του παρόντος νόμου ύστερα από αίτησή του που κατατίθεται στην Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, η οποία εδρεύει στο νόμο, όπου είναι εγκαταστημένη η επιχείρησή του, ή στην έδρα νηολογίου του σκάφους του, τουλάχιστον τρεις μήνες πριν από την έναρξη της αλιευτικής περιόδου.
Μαζί με την αίτηση ο εργοδότης καταθέτει:
α) αποδεικτικό καταβολής τέλους εκατόν πενήντα (150) ευρώ για κάθε πολίτη τρίτης χώρας, που θέλει να απασχολήσει, το οποίο εισπράττεται υπέρ του Δημοσίου και δεν επιστρέφεται,
β) πίνακα με τα στοιχεία των πολιτών τρίτων χωρών, στα οποία περιλαμβάνονται, υποχρεωτικά, η ιθαγένεια, το ονοματεπώνυμο, το όνομα πατρός, η ημερομηνία γέννησης και ο αριθμός διαβατηρίου,
γ) υπεύθυνη δήλωση ότι θα προσλάβει τους εργαζόμενους και θα αναλάβει τις προβλεπόμενες δαπάνες, αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 80 του παρόντος νόμου,
δ) σύμβαση εργασίας (εις διπλούν), υπογεγραμμένη από τον ίδιο, για κάθε εργαζόμενο, στην οποία αναφέρονται οι όροι εργασίας, το χρονικό διάστημα απασχόλησης και η αμοιβή του εργαζομένου, και
ε) αποδεικτικό καταβολής από τον εργοδότη στον Ο.Γ.Α. του συνόλου των ασφαλιστικών εισφορών, οι οποίες προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία για το σύνολο της περιόδου απασχόλησης του πολίτη τρίτης χώρας, όπως αυτή προκύπτει από τη σύμβαση εργασίας. Αν δεν εγκριθεί η είσοδος του πολίτη τρίτης χώρας και τούτο βεβαιώνεται από το αρμόδιο όργανο, οι ασφαλιστικές εισφορές που έχουν προκαταβληθεί επιστρέφονται στον εργοδότη, μετά από αίτησή του. Οι ασφαλιστικές εισφορές δεν επιστρέφονται, όταν ο μετακληθείς πολίτης τρίτης χώρας αποχωρήσει, για οποιονδήποτε λόγο, από την εκμετάλλευση, πριν από τη λήξη του χρόνου μετάκλησης. Στα παραπάνω πρόσωπα χορηγούνται παροχές υγείας μετά την είσοδό τους στη Χώρα και την έναρξη της απασχόλησής τους. Κατά τα λοιπά, ισχύουν οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου του άρθρου 7 του ν. 3232/2004 (Α΄ 48), όπως αντικαταστάθηκε από την παράγραφο 1 του άρθρου 52 του ν. 3518/2006 (Α΄ 272).
Αρμόδια για την εξέταση της αίτησης είναι η οικεία Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, η οποία, αν εγκρίνει την αίτηση, αποστέλλει τη σχετική εγκριτική πράξη στην αρμόδια ελληνική προξενική αρχή.
2. Η αρμόδια προξενική αρχή, αφού λάβει την εγκριτική πράξη της οικείας Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης και με την επιφύλαξη των γενικών και ειδικών διατάξεων για τη θεώρηση, εκδίδει αντίστοιχη θεώρηση εισόδου για εργασία αλιεργατών.
3. Η θεώρηση εισόδου αλιεργατών είναι ισόχρονη με τη διάρκεια της απασχόλησης, όπως προκύπτει από τη σχετική σύμβαση εργασίας, δεν μπορεί να υπερβαίνει τους δέκα μήνες και παρέχει δικαίωμα πρόσβασης στην αγορά εργασίας αποκλειστικά για την παροχή της συγκεκριμένης εργασίας και στο συγκεκριμένο εργοδότη, ύστερα από πρόσκληση του οποίου χορηγήθηκε. Στους εισερχόμενους με θεώρηση εισόδου αλιεργατών, κατά το χρόνο ισχύος της, δεν μπορεί να χορηγηθεί άδεια διαμονής οποιασδήποτε κατηγορίας.
4. Μετά την είσοδο στην Ελλάδα, μπορεί να επιβληθεί, ύστερα από εντολή του Γενικού Γραμματέα της, κατά τόπο, αρμόδιας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, δειγματοληπτικά υγειονομικός έλεγχος για λόγους δημόσιας υγείας, ο οποίος περιορίζεται στις απολύτως απαραίτητες διαδικασίες και δεν συνεπάγεται δαπάνες των εργαζομένων.
5. Ο αλιεργάτης πολίτης τρίτης χώρας οφείλει άμεσα να αναχωρήσει από την ελληνική επικράτεια μετά την ολοκλήρωση της περιόδου απασχόλησης και αν λυθεί, με οποιονδήποτε τρόπο, η σχέση εργασίας.
Εάν δεν συμμορφωθεί, δεν έχει τη δυνατότητα να εισέλθει εκ νέου στη χώρα για κανέναν από τους λόγους που προβλέπονται στον παρόντα νόμο και για περίοδο έως πέντε έτη από την ημερομηνία κατά την οποία ήταν υποχρεωμένος να αναχωρήσει από τη χώρα.
6. Για όσους υπόκεινται στις ρυθμίσεις της διμερούς συμφωνίας μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Αραβικής Δημοκρατίας της Αιγύπτου, η οποία έχει κυρωθεί με το ν. 1453/1984 (Α΄ 88), αν λυθεί, με οποιονδήποτε τρόπο, η σχέση εργασίας, κατά το διάστημα ισχύος της θεώρησης εισόδου, επιτρέπεται η σύναψη νέας σύμβασης εργασίας με άλλον εργοδότη για το υπόλοιπο διάστημα έως τη λήξη της θεώρησης εισόδου. Εάν δεν συναφθεί νέα σύμβαση εργασίας, η θεώρηση εισόδου εξακολουθεί να ισχύει για διάστημα τριών μηνών και πάντως, εφόσον το εναπομείναν χρονικό διάστημα είναι μικρότερο των τριών μηνών, έως τη λήξη της.
Άρθρο 7
1. Μέχρι τον καθορισμό, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 2 του παρόντος νόμου, των σημείων υποδοχής, όπου κατατίθενται οι αιτήσεις των πολιτών τρίτων χωρών για τη χορήγηση και την ανανέωση των αδειών διαμονής, το βιομετρικό δεδομένο της φωτογραφίας, όπως προσδιορίζεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου, υποβάλλεται στον Δήμο του τόπου κατοικίας ή διαμονής του ενδιαφερομένου πολίτη τρίτης χώρας.
2. Ο αιτών πολίτης τρίτης χώρας υπέχει την υποχρέωση να υποβληθεί σε διαδικασία λήψης των δακτυλικών αποτυπωμάτων, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου, ανεξαρτήτως του αν η αίτηση για τη χορήγηση ή την ανανέωση της άδειας διαμονής ή για την επανέκδοσή της είχε υποβληθεί σε χρόνο προγενέστερο της έναρξης ισχύος της προβλεπόμενης με την παράγραφο 1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου απόφασης.
3. Έως την καθοριζόμενη με την απόφαση της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του παρόντος νόμου ημερομηνία μεταφοράς των αρμοδιοτήτων παραλαβής αιτήσεων για την έκδοση ή την ανανέωση άδειας διαμονής και επίδοσης των σχετικώς εκδιδομένων αποφάσεων στις Υπηρεσίες Αλλοδαπών και Μετανάστευσης των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, οι αρμοδιότητες αυτές εξακολουθούν να ασκούνται από τους Δήμους της Χώρας, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 11 του ν. 3386/2005.
4. Οι βεβαιώσεις κατάθεσης αίτησης για την χορήγηση ή την ανανέωση άδειας διαμονής που προβλέπονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 11 του ν. 3386/2005, οι οποίες έχουν χορηγηθεί έως τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, ισχύουν για χρονικό διάστημα ενός έτους από την ημερομηνία έναρξης ισχύος αυτού. Εφόσον η σχετική αίτηση εκκρεμεί κατά τη λήξη ισχύος της βεβαίωσης κατάθεσης, η υπηρεσία στην οποία υπεβλήθη η αίτηση οφείλει εκδώσει νέα βεβαίωση κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου 11 του ν. 3386/2005, όπως τροποποιείται με τον παρόντα νόμο, ενημερώνοντας ταυτοχρόνως αιτιολογημένα τον ενδιαφερόμενο σχετικά με τους λόγους καθυστέρησης.
5. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 9 του ν. 3386/2005 και οι, δυνάμει αυτής, εκδοθείσες αποφάσεις εξακολουθούν να ισχύουν έως την έναρξη ισχύος της προβλεπόμενης στην παράγραφο 1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου απόφασης.
6. Αν για οποιοδήποτε λόγο, που δεν ανάγεται σε υπαιτιότητα του ενδιαφερόμενου πολίτη τρίτης χώρας, επιδίδεται σε αυτόν απόφαση για τη χορήγηση άδειας διαμονής, η ισχύς της οποίας έχει λήξει, δεν απαιτείται η εκτύπωση αυτής με τη μορφή αυτοτελούς εγγράφου.
7. Αιτήσεις εργοδοτών για την έγκριση της μετάκλησης εποχικών εργαζομένων ή αλιεργατών καθώς και αιτήσεις πολιτών τρίτων χωρών λάβει από Ελληνικές Προξενικές Αρχές των χωρών προέλευσής τους θεώρηση εισόδου για εποχική εργασία ή ως αλιεργάτες, που έχουν υποβληθεί προ της έναρξης ισχύος των διατάξεων του παρόντος νόμου, εξετάζονται και, εφόσον πληρούνται οι σχετικές νόμιμες προϋποθέσεις, ικανοποιούνται σύμφωνα με τα οριζόμενα από τις διατάξεις των άρθρων 16 και 16Α του ν. 3386/2005, όπως αυτές ίσχυσαν πριν από την αντικατάστασή τους με τα άρθρα 5 και 6 του παρόντος νόμου, αντίστοιχα.
8. Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 44 του ν. 3386/2005, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«Κατ’ εξαίρεση δεν απαιτείται η προσκόμιση των υπό στοιχείου α΄ εγγράφων, εφόσον ο ενδιαφερόμενος αποδεικνύει με έγγραφα βέβαιης χρονολογίας το πραγματικό γεγονός της διαμονής του στη Χώρα για δέκα τουλάχιστον συνεχή έτη.».
ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ
ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Άρθρo 8
Ρύθμιση θεμάτων αρμοδιότητας
της Περιφέρειας Αττικής
1. Για την άσκηση των αρμοδιοτήτων των παρ. I, A, 9 και I, Γ, 10 του άρθρου 210 του ν. 3852/2010, το μόνιμο και ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικό που υπηρετεί στις Διευθύνσεις: α) Οδικών Έργων Περιφέρειας Αττικής (Δ9), β) Υδραυλικών Έργων Περιφέρειας Αττικής (Δ10), γ) Κατασκευής Έργων Οδοποιίας (ΔΚΕΟ), δ) Κατασκευής Έργων Συντήρησης Οδοποιίας (ΔΚΕΣΟ) και ε) Κατασκευής Υδραυλικών Έργων (ΔΚΥΕ), καθώς και στο Αυτοτελές Τμήμα Κυκλοφορίας, Φωτεινής Σηματοδότησης και Τηλεματικής 2004 της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων μετατάσσεται αυτοδικαίως από 1η Σεπτεμβρίου του 2011 στην Περιφέρεια Αττικής, με ταυτόχρονη κατάργηση των αντίστοιχων θέσεων και υπηρεσιών.
Για τη μετάταξη εκδίδεται διαπιστωτική πράξη των Υπουργών Εσωτερικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Με απόφαση του Περιφερειάρχη, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, το προσωπικό αυτό κατατάσσεται σε αντίστοιχες κενές οργανικές θέσεις κατά κατηγορία, κλάδο ή ειδικότητα.
2. Το παραπάνω προσωπικό διέπεται ως προς το υπηρεσιακό του καθεστώς, το μεν μόνιμο από τις διατάξεις του ν. 3852/2010, καθώς και εκείνες του Υπαλληλικού Κώδικα, όπως ισχύουν, το δε ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου από τις σχετικές διατάξεις του ν. 3801/2009 (Α΄ 163) και του π.δ. 410/1988 (Α΄ 191), όπως ισχύει.
3. Ως προς το ασφαλιστικό-συνταξιοδοτικό καθεστώς του μετατασσόμενου προσωπικού ισχύει η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του ν. 3408/2005 (Α΄ 272), όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 17 του άρθρου 4 του ν. 3513/2006 (Α΄ 265).
Για τους υπαλλήλους του πρώην ΕΤΜΟΑ, που μεταφέρθηκαν αυτοδίκαια μετά την κατάργησή του με το π.δ. 98/2000 και μετατάσσονται στην Περιφέρεια Αττικής, για τη λήψη του εφάπαξ βοηθήματος που προβλέπεται από τις διατάξεις του ν. 103/1975 (Α΄ 167), εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 8 του ν. 3010/2002 (Α΄ 91) και η καταβολή του συνεχίζει να γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στη με αριθμό Δ16α/012/270/ΑΦ/26-6-2002 (Β΄ 822) απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 21 του ν. 3232/2004 και 57 του ν. 3518/2006.
4. Η δαπάνη για την καταβολή της μισθοδοσίας του προσωπικού που μετατάσσεται κατά τα ανωτέρω, βαρύνει τους ΚΑΠ των Περιφερειών του άρθρου 260 του ν. 3852/2010, οι οποίοι, από την 1η Ιανουαρίου 2012 θα προσαυξηθούν αναλόγως για την κάλυψη της μισθοδοσίας του μετατασσόμενου-μεταφερόμενου προσωπικού.
Για το οικονομικό έτος 2011, η δαπάνη του προηγούμενου εδαφίου βαρύνει τις πιστώσεις του προϋπολογισμού του Υπουργείου Εσωτερικών (Ε.Φ. 07-120), που αυξάνονται για το σκοπό αυτό με μεταφορά των απαιτούμενων ποσών από τις πιστώσεις που είναι εγγεγραμμένες στους οικείους ΚΑΕ του Ε.Φ. 39-130 του προϋπολογισμού εξόδων του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων.
5. Η Περιφέρεια Αττικής υπεισέρχεται αυτοδικαίως σε όλες τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα που απορρέουν από τις πάσης φύσεως συμβάσεις που σχετίζονται με τις μεταφερόμενες αρμοδιότητες. Με πρωτόκολλο, το οποίο υπογράφεται από τον Υπουργό Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και τον Περιφερειάρχη Αττικής, ορίζονται συγκεκριμένα και ανά σύμβαση: α) ο αριθμός της πιστοποίησης από την οποία και μετά αναλαμβάνει την πληρωμή η περιφέρεια Αττικής και β) οι λοιπές λεπτομέρειες που αφορούν την ομαλή διαδοχή του εργοδότη στις υφιστάμενες συμβατικές σχέσεις.
Εκκρεμείς δίκες, στις οποίες διάδικο μέρος είναι η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Έργων του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, συνεχίζονται αυτοδικαίως από την περιφέρεια Αττικής χωρίς άλλη διατύπωση.
Αρμόδια για τη διοικητική επίλυση τυχόν διαφορών που έχουν γεννηθεί από πράξεις οργάνων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και αφορούν έργα για τα οποία έχει γίνει οριστική παραλαβή είναι τα αποφαινόμενα και τα γνωμοδοτικά όργανα αυτού.
Πόροι της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, εγκεκριμένοι ή προς έγκριση, που αφορούν εκτέλεση συμβάσεων των υπηρεσιών της παραγράφου 1, μεταβιβάζονται υποχρεωτικά με μέριμνα των αρμοδίων οργάνων στην Περιφέρεια Αττικής.
Πάσης φύσεως δαπάνες που θα προκύψουν μετά την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, στις οποίες περιλαμβάνονται και αποζημιώσεις από εκκρεμείς δίκες, καθώς και αυτές της διοικητικής επίλυσης, εφόσον ανατρέχουν σε χρόνο προγενέστερο της παράδοσης-παραλαβής, επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό και τις οικείες πιστώσεις του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων.
6. Κινητά πράγματα, λειτουργικά συστήματα, μηχανήματα, οχήματα και εν γένει τεχνολογικός εξοπλισμός που υπάγονται στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Έργων του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και εξυπηρετούν τη λειτουργία και την άσκηση των σχετικών αρμοδιοτήτων των οικείων υπηρεσιών, μεταβιβάζονται αυτοδίκαια και χωρίς αντάλλαγμα, στην Περιφέρεια Αττικής. Για τη μεταβίβαση συντάσσεται πρωτόκολλο παράδοσης-παραλαβής που υπογράφεται από το Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και τον Περιφερειάρχη Αττικής.
Η Περιφέρεια Αττικής υπεισέρχεται αυτοδικαίως από την 1η Σεπτεμβρίου 2011 στη μίσθωση του κτιρίου, κατά το μέρος της που αφορά τη στέγαση των υπηρεσιών της παρ. 1 του παρόντος.
7. Στο τέλος της παραγράφου III του άρθρου 186 του ν. 3852/2010 (Α΄ 87) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Ειδικότερα οι αρμοδιότητες των παραγράφων I, A, 9 και I, Γ, 10 του άρθρου 210 ασκούνται από την 1η Σεπτεμβρίου 2011».
Άρθρο 9
Θεσμικά θέματα ΟΤΑ
1. Για τις προϋποθέσεις άδειας ίδρυσης και λειτουργίας των Κέντρων Δημιουργικής Απασχόλησης Παιδιών (ΚΔΑΠ) και Παιδιών με Αναπηρία (ΚΔΑΠ ΜΕΑ), Κέντρων Ημερήσιας Φροντίδας Ηλικιωμένων (ΚΗΦΗ) και Βρεφονηπιακών Σταθμών Ολοκληρωμένης φροντίδας (ΒΣΟΦ) που λειτουργούν από τους δήμους και τα νομικά τους πρόσωπα δημοσίου δικαίου εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των αποφάσεων με αριθμούς Π1β/Γ.Π.οικ.14951/9.10.2001 (Β΄ 1397), Π2β/Γ.Π.οικ.14957/9.10.2001 (Β΄ 1397), Π1γ/ΑΓΠ/οικ.14963/9.10.2001 (Β΄ 1397) και, αντίστοιχα, Π1β/Γ.Π.οικ.116847/26.11.2002 (Β΄ 1519), όπως ισχύουν.
Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες υφιστάμενη δομή ΚΔΑΠ, ΚΔΑΠ ΜΕΑ, ΚΗΦΗ και ΒΣΟΦ που είχε ιδρυθεί και λειτουργεί στο πλαίσιο επιχείρησης ΟΤΑ μεταφέρεται στον οικείο δήμο ή σε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου αυτού συνεχίζει να λειτουργεί από τους φορείς αυτούς, βάσει της άδειας που είχε εκδοθεί για τη συγκεκριμένη δομή που μεταφέρεται στο δήμο ή στο νομικό του πρόσωπο δημοσίου δικαίου που αναλαμβάνει τη λειτουργία της.
2.α. Η παράγραφος 6α του άρθρου 41 του ν. 3801/2009 αντικαθίσταται ως εξής:
«6α. Έως την έκδοση της άδειας ίδρυσης και λειτουργίας των παιδικών και των βρεφονηπιακών σταθμών που λειτουργούν ως νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου των δήμων ή μεταφέρθηκαν στους δήμους, και πάντως όχι πέραν της 31ης Δεκεμβρίου 2013, θέση άδειας ίδρυσης και λειτουργίας επέχει η συστατική τους πράξη. Εντός της ίδιας περιόδου είναι δυνατή η συνέχιση της λειτουργίας παιδικού ή βρεφονηπιακού σταθμού από δήμο μετά την κατάργηση του οικείου ΝΠΔΔ».
β. Οι ρυθμίσεις του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 1 του παρόντος εφαρμόζονται ανάλογα και επί παιδικών, βρεφικών και βρεφονηπιακών σταθμών που λειτουργούν στο πλαίσιο επιχείρησης ΟΤΑ και η λειτουργία τους μεταφέρεται σε υπηρεσία του δήμου ή σε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου αυτού.
3.α. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 243 του ν. 3852/2010 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Μια εκ των θέσεων της παραγράφου 1 μπορεί να πληρούται με θέση μετακλητού ιδιαίτερου γραμματέα Περιφερειάρχη, ο οποίος διορίζεται και απολύεται με απόφαση του Περιφερειάρχη, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Ο ιδιαίτερος γραμματέας παύει να ασκεί τα καθήκοντά του και απολύεται αυτοδικαίως αμέσως μόλις ο Περιφερειάρχης αποβάλλει την ιδιότητά του για οποιονδήποτε λόγο.
Στον ιδιαίτερο γραμματέα καταβάλλονται αποδοχές ειδικού συνεργάτη.».
β. Στο άρθρο 243 του ν. 3852/2010 προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:
«4. Σε κάθε περιφέρεια συνιστάται μία θέση Διευθυντή Γραφείου Περιφερειάρχη. Η θέση καλύπτεται ή με ειδικό σύμβουλο ή με επιστημονικό ή με ειδικό συνεργάτη Περιφερειάρχη ή με προσωπικό της οικείας περιφέρειας ή με το προσωπικό που αποσπάται στο Γραφείο Περιφερειάρχη, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 11α του άρθρου 247. Οι αποσπώμενοι λαμβάνουν το βασικό μισθό και τα επιδόματα της οργανικής τους θέσης, που δεν συνδέονται με την ενεργό άσκηση των καθηκόντων τους.».
Άρθρο 10
Ρυθμίσεις καταστατικής θέσης αιρετών
1. Η παράγραφος 5 του άρθρου 92 του ν. 3852/ 2010 αντικαθίσταται ως εξής:
«Αν η αντιμισθία δημάρχων, αντιδημάρχων και προέδρων δημοτικών συμβουλίων της παραγράφου 1 του άρθρου 93 είναι μικρότερη των, πάσης φύσεως, αποδοχών της θέσης τους, η αντιμισθία προσαυξάνεται κατά το ποσό της διαφοράς ως εξής:
α) του δημάρχου μέχρι το ύψος των αποδοχών του Γενικού Γραμματέα Υπουργείου, και
β) του αντιδημάρχου και προέδρου δημοτικού συμβουλίου μέχρι το ύψος της αντιμισθίας του οικείου δημάρχου, χωρίς να υπολογίζεται η προσαύξηση που τυχόν λαμβάνει ο δήμαρχος.».
2. Στο τέλος της παραγράφου 5 του άρθρου 93 του ν. 3852/2010 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Δημοτικοί σύμβουλοι δήμων που είναι υπάλληλοι του δημοσίου ή του ιδιωτικού τομέα και υπηρετούν ή κατοικούν σε δημοτικές κοινότητες που εκτείνονται στην περιφέρεια ενός νησιού δικαιούνται να απουσιάσουν από την εργασία τους για δύο (2) ημέρες, περιλαμβανομένης της ημέρας συνεδρίασης του Δημοτικού Συμβουλίου για τη συμμετοχή τους στις συνεδριάσεις αυτού».
Άρθρο 11
Θέματα προσωπικού ΟΤΑ
1. Με απόφαση του αρμοδίου για διορισμό οργάνου μπορεί να ανατίθενται στους φύλακες σχολικών κτιρίων καθήκοντα φύλαξης κτιρίων, λοιπών εγκαταστάσεων και κοινοχρήστων χώρων των δήμων και των νομικών τους προσώπων.
2. Η παράγραφος 4 του άρθρου 45 του ν. 3979/2011 (Α΄ 138) αντικαθίσταται ως εξής:
«Όπου στις διατάξεις του ν. 3584/2007 (Α΄ 143) αναφέρεται η Δημαρχιακή Επιτροπή, στο εξής νοείται η Εκτελεστική Επιτροπή και όπου δεν υπάρχει ο Δήμαρχος.
Όταν επιλαμβάνεται η Εκτελεστική Επιτροπή, κατά τις διατάξεις του ανωτέρω νόμου, συμμετέχουν στη σύνθεσή της με δικαίωμα ψήφου δύο (2) δημοτικοί σύμβουλοι της μειοψηφίας που ορίζονται από αυτή».
3. Είναι έγκυρες οι αποφάσεις που ελήφθησαν από την Οικονομική Επιτροπή από την 1η Ιανουαρίου 2011.
4. Στις παραγράφους 1α και 4 του άρθρου 246 του ν. 3852/2010, καθώς και στις παραγράφους 1 του άρθρου 45 και του άρθρου 58 του ν. 3979/2011 διαγράφονται οι λέξεις «αντίστοιχες» ή «αντίστοιχη».
Στην παράγραφο 1β του άρθρου 246 του ν. 3852/2010 και στην παράγραφο 2 του άρθρου 58 του ν. 3979/2011 προστίθεται νέο εδάφιο, ως εξής:
«Ο μετατασσόμενος πρέπει να έχει τα τυπικά προσόντα της θέσης στην οποία μετατάσσεται».
5. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 159 του ν. 3584/2007 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Ο υπάλληλος με αίτησή του, που υποβάλλεται έξι (6) μήνες πριν από τη συμπλήρωση τριάντα πέντε (35) ετών πραγματικής και συντάξιμης δημόσιας υπηρεσίας, καθώς και του ορίου ηλικίας υποχρεωτικής αποχώρησης, μπορεί να ζητήσει να παραμείνει στην υπηρεσία έως τρία (3) επιπλέον έτη και έως τη συμπλήρωση κατ’ ανώτατο όριο του 65ου έτους ηλικίας.
Κατά την πρώτη εφαρμογή της διάταξης η αίτηση υποβάλλεται εντός δεκαπέντε (15) ημερών από τη δημοσίευση του νόμου αυτού.
Δυνατότητα ασκήσεως του ανωτέρω δικαιώματος έχουν και όσοι έχουν αυτοδικαίως απολυθεί από 1ης Ιουνίου 2011.».
6. Συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου μερικής απασχόλησης του ν. 3250/2004, όπως ισχύει, που συνήφθησαν κατόπιν των με αριθμούς 1/2009 και 2/2009 αποφάσεων της Επιτροπής του άρθρου 5 του ν. 3250/2004 και ήταν ενεργές την 30η Απριλίου 2011 παρατείνονται έως τη συμπλήρωση συνολικού χρόνου απασχόλησης δεκαοκτώ (18) μηνών. Σε περίπτωση λύσης των συμβάσεων αυτών την 30η Απριλίου 2011 ή σε ημερομηνία μεταγενέστερη αυτής, οι ως άνω συμβάσεις δύνανται να επανασυναφθούν με διάρκεια ίση με το χρόνο που απομένει μέχρι τη συμπλήρωση συνολικής απασχόλησης δεκαοχτώ (18) μηνών.
7. Οι συμβάσεις που είχαν συναφθεί κατά το σχολικό έτος 2010-2011 από τις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις για τη μεταφορά μαθητών της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης παρατείνονται για την περίοδο από την 1η Σεπτεμβρίου έως την 31η Δεκεμβρίου 2011 με απόφαση του Περιφερειακού Συμβουλίου, που λαμβάνει η απόλυτη πλειοψηφία των μελών του, και αφού προηγουμένως ο Γενικός Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης βεβαιώσει με πράξη του ότι οι σχετικοί διαγωνισμοί προκηρύχθηκαν από τους οικείους δήμους, χωρίς να έχουν ολοκληρωθεί.
Οι συμβάσεις παρατείνονται με τους ίδιους όρους και με κόστος μικρότερο εκείνων που έληξαν, το οποίο διαμορφώνεται μετά από διαπραγμάτευση.
Με την ολοκλήρωση των διαγωνισμών από τους οικείους δήμους και την ανάδειξη των νέων αναδόχων, οι παραπάνω συμβάσεις, εφόσον δεν έχει συμπληρωθεί ο χρόνος παράτασης, λύνονται αυτοδικαίως και αζημίως.
Άρθρο 12
Ρυθμίσεις οικονομικών θεμάτων
1. Επιτρέπεται η τμηματική πληρωμή υποχρέωσης δήμου ή περιφέρειας, για το συνολικό ποσό της οποίας έχει εκδοθεί ένα μόνο φορολογικό στοιχείο, με περισσότερα του ενός χρηματικά εντάλματα.
Στην περίπτωση αυτή, τα πρωτότυπα δικαιολογητικά επισυνάπτονται στο πρώτο χρηματικό ένταλμα και στα επόμενα σημειώνεται παραπομπή στα στοιχεία του εντάλματος, στο οποίο έχουν επισυναφθεί τα πρωτότυπα δικαιολογητικά.
Εάν τα δικαιολογητικά έχουν επισυναφθεί σε χρηματικό ένταλμα προηγούμενου οικονομικού έτους, δεν γίνεται παραπομπή κατά τα οριζόμενα στην προηγούμενη παράγραφο, αλλά επισυνάπτονται στο ένταλμα φωτοαντίγραφα των δικαιολογητικών, πάνω στα οποία σημειώνονται τα στοιχεία του εντάλματος, όπου έχουν επισυναφθεί τα πρωτότυπα αυτών.
2. Οι ρυθμίσεις της παραγράφου 5 του άρθρου 22 του ν. 3965/2011 (Α΄ 113) εφαρμόζονται και στο μόνιμο ή με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικό που μετατάσσεται ή μεταφέρεται στις περιφέρειες για την άσκηση των μεταβιβαζόμενων αρμοδιοτήτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3852/2010.
3. Η παράγραφος 1 του άρθρου 186 του ν. 3463/2006 τροποποιείται ως εξής:
«1. Η εκποίηση δημοτικών ακινήτων επιτρέπεται μόνο για ωφέλεια του Δήμου, με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση του δημοτικού συμβουλίου που λαμβάνεται με πλειοψηφία των 2/3 του συνολικού αριθμού των μελών του.
Για αποφάσεις του δημοτικού συμβουλίου που λαμβάνονται κατ’ εφαρμογή διατάξεων του ν. 3463/2006 και παραπέμπουν στο άρθρο 186, αρκεί η απόλυτη πλειοψηφία του συνολικού αριθμού των μελών του.».
4. Η ισχύς των άρθρων 272 και 274 του ν. 3852/2010 έληξε την 31η Δεκεμβρίου 2010.
5. Οι ρυθμίσεις της με αριθμό 22292/09.05.2011 (Β΄ 1256) απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Οικονομικών, που εκδόθηκε δυνάμει της παραγράφου 1.ε του άρθρου 49 του ν. 3943/2011 (Α΄ 66), εφαρμόζονται τόσο κατά την κατάρτιση του ετήσιου προϋπολογισμού των ΟΤΑ όσο και κατά τις αναμορφώσεις αυτού που πραγματοποιούνται εντός του οικονομικού έτους.
Η προθεσμία της παραγράφου 3 της ίδιας απόφασης παρατείνεται έως την 31η Δεκεμβρίου 2011.
Η συμμόρφωση στις ειδικές προϋποθέσεις των παραγράφων 1 έως και 3 της ανωτέρω απόφασης, εξετάζεται από την αρμόδια αρχή κατά τον έλεγχο νομιμότητας του προϋπολογισμού και των αναμορφώσεών του.
Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται τα οριζόμενα στην παραπάνω απόφαση.
ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
Άρθρο 13
Αποκατάσταση θυμάτων Ολοκαυτώματος
που κατείχαν στο παρελθόν την Ελληνική ιθαγένεια
1. Σε πολίτες Ισραήλ που έχουν γεννηθεί έως και την 9η Μαΐου 1945 και εξακολουθούν να βρίσκονται εν ζωή χορηγείται εκ νέου η ελληνική ιθαγένεια, εφόσον είχαν στο παρελθόν την ελληνική ιθαγένεια από τη γέννησή τους και την απώλεσαν καθ’ οιονδήποτε τρόπο. Η ελληνική ιθαγένεια στις περιπτώσεις αυτές χορηγείται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών μετά από αίτηση του ενδιαφερόμενου στον Έλληνα Πρόξενο του τόπου κατοικίας του, η οποία συνοδεύεται από έγγραφα που τεκμηριώνουν την προηγούμενη εκ μέρους του κατοχή ελληνικής ιθαγένειας από γέννηση. Η απόφαση δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ενώ η ελληνική ιθαγένεια αποκτάται από την ορκωμοσία του ενδιαφερόμενου ενώπιον της Ελληνικής Προξενικής Αρχής του τόπου κατοικίας του, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα και στο άρθρο 9 του Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας.
2. Οι σε ευθεία γραμμή κατιόντες όσων αποκτήσουν την ελληνική ιθαγένεια, δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, μπορούν να αιτηθούν την πολιτογράφησή τους ως καταγόμενοι από Έλληνα πολίτη, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 του Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας.
Άρθρο 14
Άλλες διατάξεις
1. Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 15 του ν. 2266/1994 (Α΄ 218), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 18 του ν. 2527/1997 (Α΄ 206), αντικαθίσταται ως εξής:
«α. Το Κέντρο Ερευνών για Θέματα Ισότητας (Κ.Ε.Θ.Ι.) διοικείται από πενταμελές Διοικητικό Συμβούλιο με τριετή θητεία, η οποία μπορεί να ανανεώνεται.
Τον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου ορίζει με απόφασή του ο Υπουργός Εσωτερικών.
Στο Διοικητικό Συμβούλιο συμμετέχουν επιστήμονες με κύρος, εμπειρία και ευρύτερη επιστημονική και κοινωνική δράση σε θέματα ισότητας των φύλων, ενώ δύο από τα μέλη του μπορεί να είναι προσωπικότητες κύρους με δράση σε θέματα πολιτικών ισότητας των φύλων.
Με την έκδοση της παραπάνω απόφασης λήγει αυτοδικαίως και αζημίως η θητεία του επταμελούς Διοικητικού Συμβουλίου του Κ.Ε.Θ.Ι.».
2. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών συγκροτείται Επιτροπή για τη σύνταξη Ενιαίου Κώδικα Κατάστασης Υπαλλήλων Δήμων και Περιφερειών, αποτελούμενη από:
α) τον Γενικό Γραμματέα Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών, ως Πρόεδρο,
β) ένα Σύμβουλο του Συμβουλίου της Επικρατείας που ορίζεται από τον Πρόεδρο του Δικαστηρίου, ο οποίος αναπληρώνει τον Πρόεδρο της Επιτροπής όταν κωλύεται ή απουσιάζει,
γ) έναν Πάρεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας που ορίζεται από τον Πρόεδρο του Δικαστηρίου,
δ) τον Νομικό Σύμβουλο του Κράτους στο Υπουργείο Εσωτερικών,
ε) έναν σύμβουλο του Α.Σ.Ε.Π.
στ) τον Γενικό Διευθυντή της Γενικής Διεύθυνσης Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών,
ζ) τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Οργάνωσης και Λειτουργίας Ο.Τ.Α. του Υπουργείου Εσωτερικών,
η) τον Προϊστάμενο του Τμήματος Προσωπικού Ο.Τ.Α.,
θ) έναν εκπρόσωπο της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας,
ι) έναν εκπρόσωπο της Ένωσης Περιφερών,
ια) έναν εκπρόσωπο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Ο.Τ.Α.,
ιβ) έναν εκπρόσωπο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Προσωπικού Ο.Τ.Α., και
ιγ) έναν εκπρόσωπο της Ομοσπονδίας Συλλόγων Υπαλλήλων Αιρετών Περιφερειών Ελλάδας.
Μέλη της γραμματείας της Επιτροπής ορίζονται έως τρεις υπάλληλοι της κατηγορίας ΠΕ της Διεύθυνσης Οργάνωσης και Λειτουργίας Ο.Τ.Α.
Στην απόφαση συγκρότησης της Επιτροπής καθορίζεται ο χρόνος περάτωσης των εργασιών της, οι ειδικοί εισηγητές και τα μέλη της γραμματείας της Επιτροπής, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικά με τη λειτουργία της.
Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών, η οποία εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 17 του ν. 3205/2003, όπως ισχύει, καθορίζεται η αποζημίωση των μελών της Επιτροπής, των ειδικών εισηγητών και των μελών της γραμματείας της, καθώς και ο τρόπος καταβολής της.
Το σχέδιο του Κώδικα θα υποβληθεί στη Βουλή για να κυρωθεί κατά τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 76 παρ. 6 του Συντάγματος.
Άρθρο 15
Καταργούμενες διατάξεις
Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται:
α. η περίπτωση Α2 της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του ν. 3386/2005
β. κάθε άλλη διάταξη αντίθετη με τις ρυθμίσεις του παρόντος.
Άρθρο 16
Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.