Ομιλία Υπουργού στην Ολομέλεια της Βουλής
PDF | DOC | Ομιλία Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Κυριάκου Μητσοτάκη, στην Ολομέλεια της Βουλής, κατά τη συζήτηση επί της προτάσεως δυσπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ κατά της Κυβέρνησης
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έχει δίκιο ο κ. Παπαδημούλης να λέει ότι η κατάθεση πρότασης δυσπιστίας είναι πραγματικά άσκηση συνταγματικού δικαιώματος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Είναι όμως και μία άσκηση επί χάρτου, επειδή γνωρίζετε πολύ καλά ότι από το 1975 και μετά καμία πρόταση δυσπιστίας δεν έχει υπερψηφιστεί. Φυσικά δεν θα υπερψηφιστεί κι αυτή.
Εγώ δεν θα μπω στον κόπο να αναλύσω τους λόγους για τους οποίους ο ΣΥΡΙΖΑ αναγκάστηκε να καταθέσει αυτήν την πρόταση δυσπιστίας. Το θέμα, νομίζω, έχει εξαντληθεί και οι πολίτες έχουν βγάλει τα συμπεράσματά τους. Θα επιχειρήσω να προσεγγίσω το θέμα από μία διαφορετική οπτική γωνία.
Κύριοι συνάδελφοι, μία συζήτηση πρότασης δυσπιστίας -το εννόησε ο κ. Παπαδημούλης- επιτρέπει στους βουλευτές, στα κόμματα, να απεγκλωβιστούν από τους ξύλινους μονολόγους και να μιλήσουν ευρύτερα, να μιλήσουν πολιτικά για το παρόν και το μέλλον της χώρας, για την κατεύθυνση στην οποία πρέπει να κινηθεί η χώρα, για τις δύσκολες αποφάσεις που πρέπει να παρθούν και για τα κρίσιμα διλήμματα που πρέπει να απαντηθούν.
Είναι, λοιπόν, αυτή η συζήτηση μία μεγάλη ευκαιρία να ειπωθούν ορισμένες βασικές αλήθειες, οι οποίες, δυστυχώς, για άλλη μία φορά χάνονται μέσα στον επικοινωνιακό ορυμαγδό και αλήθειες που και σήμερα ακόμα, ενώ είναι τόσο προφανείς, κάποιοι επιμένουν να τις αποκρύπτουν από τον ελληνικό λαό.
Μάλιστα, κάποιοι προτιμούν να ανέβουν στα κάγκελα -στην κυριολεξία φοβάμαι- προκειμένου να μην μιλήσουν γι’ αυτές τις αλήθειες.
Η σημαντικότερη αλήθεια, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι του ΣΥΡΙΖΑ, για την οποία εξακολουθείτε να μην μιλάτε, είναι ότι οι εποχές των δημοσιονομικών ελλειμμάτων έχουν παρέλθει οριστικά και αμετάκλητα. Πρέπει να μάθουμε να ζούμε σε αυτή τη χώρα με αυτά τα οποία παράγουμε. Λεφτά δεν πέφτουν από τον ουρανό.
Γι’ αυτό και η συζήτηση, η οποία γίνεται για το πρωτογενές πλεόνασμα, έχει τόσο πολύ μεγάλη σημασία. Διότι χωρίς πρωτογενές και διατηρήσιμο πλεόνασμα καμία συζήτηση -καμία συζήτηση, το επαναλαμβάνω- για τον περιορισμό του χρέους δεν μπορεί να γίνει. Και χωρίς διατηρήσιμο πλεόνασμα, καμιά συζήτηση για αναδιανεμητική πολιτική, που τόσο ανάγκη την έχει ο τόπος σήμερα μετά από την πολύ βαθιά κρίση στην οποία έχει περιέλθει η ελληνική κοινωνία, δεν είναι εφικτή.
Όταν δεν σε δανείζει κανείς, δεν μπορείς να μοιράζεις λεφτά τα οποία δεν έχεις, εκτός αν επιλέξεις να γυρίσεις στο εθνικό νόμισμα, όπως υπονοούν ακόμα και σήμερα κάποιες συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ.
Η πραγματικότητα είναι μια: Η συμμετοχή μας στη διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης, την οποία επικαλέστηκε και ο κ. Τσίπρας στο Τέξας, ασχέτως μνημονίων έχει μια βασική και αδιαπραγμάτευτη προϋπόθεση: Τον δημοσιονομικό εξορθολογισμό.
Πρέπει να πούμε όμως και μια άλλη πτυχή αυτής της αλήθειας, την οποία πρέπει να την ακούσουν οι Έλληνες πολίτες, αλλά πρωτίστως οι πιστωτές μας, από τους οποίους -και αυτή είναι η σκληρή αλήθεια- είμαστε ακόμα εξαρτημένοι. Η αλήθεια αυτή είναι ότι η δημοσιονομική προσαρμογή που πέτυχε η χώρα μας δεν έχει ιστορικό προηγούμενο, ότι το τίμημα που κατέβαλε η ελληνική κοινωνία ήταν τεράστιο, αλλά οι Έλληνες αντιμετώπισαν αυτή τη θεομηνία με αξιοπρέπεια και καρτερικότητα και ότι προφανώς δεν υπάρχει κανένα άλλο περιθώριο για άλλα οριζόντια μέτρα περικοπής εισοδημάτων ή αύξησης φόρων.
Είναι όμως επίσης αλήθεια ότι οι ποιοτικές μεταρρυθμίσεις πρέπει να συνεχιστούν, πρέπει να ενταθούν, για να αποκτήσουμε μια ανταγωνιστική οικονομία και να λειτουργεί το κράτος. Πρέπει, όμως, να γίνουν πραγματικό κτήμα της ελληνικής κοινωνίας. Δεν πρέπει να είναι ξενόφερτα σχέδια, που επιβάλλονται στη λογική του «τραβάτε με και ας κλαίω». Διότι μόνο τότε θα μπορούμε να σταθούμε στα πόδια μας και όταν δεν θα υπάρχει μνημόνιο -γιατί θα έρθει και αυτή η εποχή- διότι μόνο τότε δεν θα ολισθήσουμε και πάλι σε σχέσεις εξάρτησης, οι οποίες δεν ταιριάζουν σε έναν υπερήφανο λαό.
Ας πάρουμε ως παράδειγμα την μεταρρύθμιση στη δημόσια διοίκηση.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τα τελευταία τέσσερα χρόνια η προσαρμογή που έγινε στο μέγεθος του κράτους ήταν πολύ μεγάλη. Πήγαμε από τους 950.000 υπαλλήλους, μόνιμους και έκτακτους, στους 700.000. Στην πορεία, όμως, μειώσαμε και το μισθολογικό κόστος του δημοσίου από τα 24,5 δισεκατομμύρια ευρώ στα 16 δισεκατομμύρια ευρώ και αυτός είναι ένας βασικός λόγος που καταφέραμε να πετύχουμε το πολυπόθητο πλεόνασμα.
Όταν λοιπόν εσείς, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι του ΣΥΡΙΖΑ, λέτε ότι θα επαναπροσλάβετε -άκουσα και την κ. Φωτίου πριν να το αναφέρει- όλους τους απολυθέντες και ότι θα αποκαταστήσετε τους μισθούς, πώς ακριβώς θα χρηματοδοτήσετε αυτή την πολιτική;
Μην πάμε μακριά. Ας υποθέσουμε ότι επαναπροσλαμβάνετε τους μισούς απ’ αυτούς οι οποίοι έφυγαν και ας υποθέσουμε ότι διορθώνετε τις μειώσεις των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων κατά το ήμισυ σε σχέση με το πού βρισκόντουσαν το 2009. Ξέρετε πόσο είναι αυτό, κύριε Παπαδημούλη; Τέσσερα δισεκατομμύρια ευρώ. Τόσο είναι. Τόσο κοστολογείται η πολιτική σας. Πώς λοιπόν θα το χρηματοδοτήσετε; Από πού θα βρείτε τα λεφτά; Ποιος θα σας δανείσει, όταν εσείς οι ίδιοι εξακολουθείτε να λέτε ότι θα καταργήσετε τα μνημόνια και τις δανειακές συμβάσεις;
Το μέγεθος του κράτους πράγματι έχει μειωθεί και μάλιστα σημαντικά. Έγινε το κράτος καλύτερο; Δεν έγινε καλύτερο. Είμαι ο πρώτος που θα το ομολογήσει. Γι’ αυτό και η σημαντική έμφαση δίνεται στις ποιοτικές μεταρρυθμίσεις. Γι’ αυτό και το επόμενο βήμα θα πρέπει να είναι ένα σύγχρονο, φιλικό κράτος προς τον πολίτη και προς τον επιχειρηματία, το οποίο να λειτουργεί με τρόπο ορθολογικό και αποτελεσματικό. Με αξιοποίηση των εργαλείων της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, για τα οποία δυστυχώς πολύς λόγος έχει γίνει σ’ αυτή τη χώρα, αλλά εξακολουθούμε να μην είμαστε στο σημείο στο οποίο θα θέλαμε να είμαστε. Με διαρκή και συνεπή αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων, αν και η λέξη “αξιολόγηση” πολύ συχνά σε αρκετούς σε αυτήν την αίθουσα προκαλεί αλλεργία. Με έμφαση στην ανοικτή διακυβέρνηση. Με διαρκή, αυστηρό και δίκαιο πειθαρχικό έλεγχο, όπως έχουμε ήδη αρχίσει να εφαρμόζουμε. Επίσης, υπακούοντας πάντα σε τρεις βασικές αδιαπραγμάτευτες αξίες, στην αξιοκρατία, την αποτελεσματικότητα και τη διαφάνεια. Τις έχουμε δρομολογήσει.
Πρόκειται για ένα ξεκάθαρο σχέδιο παρεμβάσεων στη δημόσια διοίκηση, που πηγαίνει πολύ πέρα από τους μνημονιακούς στόχους τους οποίους έχουμε αναλάβει και τους οποίους πρέπει να εκπληρώσουμε.
Σε τρεις κεντρικούς άξονες κινείται: Εξορθολογισμός των δομών της κεντρικής διοίκησης με έμφαση στην οριστικοποίηση των νέων και πολύ πιο συμπαγών οργανογραμμάτων. Δραστική απλοποίηση διαδικασιών για τη μείωση διοικητικών βαρών για τον επιχειρηματία και για τον πολίτη. Τρίτος άξονας και πιο σημαντικός, μια καινοτόμος στρατηγική διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού που θα δίνει πραγματικές ευκαιρίες γρήγορης ανέλιξης στους άξιους και στους εργατικούς δημόσιους υπαλλήλους.
Πολλές από τις επιλογές τις πολιτικές τις οποίες δρομολογούμε δεν έχουν ιδεολογικό πρόσημο. Εντάσσονται στη σφαίρα της κοινής λογικής, μια σφαίρα από την οποία φαίνεται ο ΣΥΡΙΖΑ να έχει πάρει οριστικό διαζύγιο.
Παράδειγμα είναι αυτό που συζητούσαμε και πριν από λίγες μέρες μέχρι που να διακοπεί η συζήτηση από την κατάθεση της πρότασης δυσπιστίας, η κατάργηση της μηχανογραφικής άδειας για τους δημοσίους υπαλλήλους, την οποία εσείς πολεμήσατε για να μη θίξετε κάποιους οι οποίοι στεναχωρήθηκαν από την απώλεια ενός μικρού αλλά συμβολικού κεκτημένου. Αυτά τα κεκτημένα είναι κεκτημένα μιας άλλης εποχής, κεκτημένα μιας χώρας που τελικά χρεοκόπησε.
Βέβαια υπάρχουν και αλλαγές οι οποίες έχουν ξεκάθαρο ιδεολογικό πρόσημο, όπως η χάραξη νέων ορίων μεταξύ του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα: Τι πρέπει να κάνει το κράτος και τι πρέπει να κάνει ο ιδιωτικός τομέας; Με τι κριτήρια μεταφέρονται οι υπηρεσίες από το κράτος στον ιδιωτικό τομέα; Και αυτή η συζήτηση θα μπορούσε να γίνει χωρίς ταμπού και χωρίς ιδεολογικές προκαταλήψεις βγάζοντας συμπεράσματα και παίρνοντας μαθήματα και από άλλες ευρωπαϊκές χώρες και από άλλες χώρες οι οποίες έσπευσαν να ιδιωτικοποιήσουν υπηρεσίες πέραν του σημείου που θα έπρεπε να ιδιωτικοποιηθούν. Δεν πρέπει, όμως, να ανοίξει και αυτή η συζήτηση στη χώρα για να δούμε πραγματικά πόσο μεγάλο πρέπει να είναι το κράτος ασχέτως της δυνατότητας που έχουμε να το χρηματοδοτήσουμε;
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, σήμερα το βράδυ η κυβερνητική πλειοψηφία θα είναι ενισχυμένη και αρραγής. Κανείς δεν εκτιμά κάτι διαφορετικό ούτε καν οι Βουλευτές της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Όλοι μαζί, Κυβέρνηση και Βουλευτές, θα συνεχίσουμε με μεγαλύτερη ενέργεια την προσπάθειά μας αλλά και με διάθεση αυτοκριτικής όπου αυτό είναι απαραίτητο.
Όλοι κάτι μαθαίνουμε, ξέρετε, με αυτές τις συζητήσεις, αρκεί να θέλουμε πραγματικά να ακούσουμε. Και εύχομαι πραγματικά όλοι να ακούσουμε αυτή τη συζήτηση και όλοι να βγουν πιο σοφοί και οι πολίτες οι οποίοι ακούν την Αξιωματική Αντιπολίτευση και τον Αρχηγό της κ. Τσίπρα από τη μια να θέλει να ανατρέψει την Κυβέρνηση –διότι αυτός είναι ο τελικός στόχος κατάθεσης μιας πρότασης δυσπιστίας- και από την άλλη να προτείνει μια στρατηγική η οποία μπορεί να έχει μόνο ένα αποτέλεσμα, να ακυρώσει στην πράξη όλες τις θυσίες του ελληνικού λαού και να μας φέρει πάλι στο χείλος του γκρεμού, να διαρρήξει τις σχέσεις εμπιστοσύνης με την Ευρώπη, σχέσεις που οικοδομήθηκαν με πολύ κόπο και με πολύ μεγάλη προσπάθεια τους τελευταίους 17 μήνες.
Ακούω τον κ. Τσίπρα και τον άκουσα και στο Τέξας. Διάβασα με προσοχή την ομιλία του, το αγγλικό κείμενο διότι διαπίστωσα ότι η ελληνική μετάφραση δεν ανταποκρινόταν πλήρως. Καλά τα είπατε, κύριε Παφίλη, και χαίρομαι που διαβάσατε και τα δυο κείμενα. Τι είπε ο κ. Τσίπρας στα αγγλικά; Μίλησε πάλι για ευρωπαϊκό μέτωπο. Μέτωπο με ποιους; Ποιοι είναι οι σύμμαχοί σας στην Ευρώπη; Μήπως σαν τον Δον Κιχώτη βλέπετε ανεμόμυλους εκεί που δεν υπάρχουν; Γιατί πράγματι θα είναι ως υποψήφιος Πρόεδρος της Κομισιόν επικεφαλής για τις ευρωεκλογές μιας ετερόκλητης συμμαχίας νεοκομμουνιστών, αριστερών ιδεολόγων που δεν συγκεντρώνουν στις πιο πολλές περιπτώσεις ούτε το 3% στις χώρες τους. Αυτοί είναι οι σύμμαχοι; Με αυτούς θα χτίσετε ευρωπαϊκό μέτωπο;
Με αυτούς θα χτίσετε; Με τους νεοτροτσκιστές της Λετονίας ή δεν ξέρω εγώ με ποιους άλλους; Να τους δούμε κάποια στιγμή. Να τους παρουσιάσουμε και στη Βουλή. Ποια είναι αυτά τα κόμματα τα οποία στηρίζουν τον κ. Τσίπρα και ποιες είναι οι απόψεις τους;
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ας ανοίξουμε όλοι μας τα μάτια μας να δούμε πραγματικά τι συμβαίνει σήμερα στην Ευρώπη, μια Ευρώπη που πασχίζει να βγει από την κρίση στην οποία έχει περιέλθει. Τι γίνεται στις άλλες χώρες; Η Ισπανία βγήκε από την ύφεση. Δανείστηκε περισσότερα από αυτά που ζητούσε από τις αγορές πριν από λίγες ημέρες. Η Πορτογαλία παίρνει δύσκολες αποφάσεις και εκεί μειώνεται η ανεργία. Η Ιρλανδία βάζει τέλος στο μνημόνιο και είναι έτοιμη να επιστρέψει στις αγορές. Σε όλες αυτές τις χώρες και στην Ελλάδα λαμβάνονται σκληρές αποφάσεις αλλά οι χώρες αυτές κοιτάνε μπροστά, κοιτάνε και πέρα από την τρόικα, κοιτάνε και πέρα από τα μνημόνια.
Αυτή, τελικά είναι και η δικιά μας υποχρέωση, ένα εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης, να χρησιμοποιήσουμε τα καλύτερα μυαλά τα οποία έχουμε στη διάθεσή μας, για να μπορέσουμε να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη όχι μόνο των ξένων επενδυτών αλλά κυρίως των Ελλήνων πολιτών, οι οποίοι ως ένα βαθμό και εξαιτίας των δικών μας παραλείψεων έστρεψαν την ψήφο τους μέχρι και σε νεοναζιστικά μορφώματα.
Αυτές είναι οι πραγματικές μάχες που πρέπει να δώσουμε, όχι οι μάχες οπισθοφυλακών, για να διεκδικήσουμε έναν φαντασιακό κόσμο, ο οποίος δεν υπάρχει πια. Είναι μάχες εμπροσθοφυλακής για να διεκδικήσουμε τη θέση μας σ’ έναν κόσμο, ο οποίος –το ξέρετε πολύ καλά- είναι πολύ σκληρός και πολύ ανταγωνιστικός, σ’ έναν κόσμο που δεν θα μας χαριστεί, δεν θα μας περιμένει και σ’ έναν κόσμο, όπου θα πάψουμε να είμαστε, για να δανειστώ και μία φράση του ιστορικού Κώστα Κωστή του τίτλου του τελευταίου του βιβλίου, «Τα κακομαθημένα παιδιά της ιστορίας».
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η χώρα πάνω απ’ όλα χρειάζεται σταθερότητα. Σταθερότητα χρειάζεται σήμερα η χώρα. Οι πολίτες δεν θέλουν εκλογές. Η οικονομία δεν αντέχει την πολιτική αβεβαιότητα, ειδικά τη στιγμή που πάει να ορθοποδήσει. Εμείς από αύριο θα συνεχίσουμε κανονικά το έργο μας και θα το θέσουμε στην κρίση του ελληνικού λαού ό,τι και να λέτε περί δυσαρμονίας, κύριε Παπαδημούλη. Είναι μία έννοια, η οποία δεν υπάρχει πια στο Σύνταγμα. Υπήρχε κάποτε, δεν υπάρχει πια. Θα θέσουμε, λοιπόν, το έργο μας στην κρίση του ελληνικού λαού στο τέλος της τετραετίας, όπως το Σύνταγμα επιτάσσει.
Σας ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.