ΟΜΙΛΙΑ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ κ. ΤΑΣΟΥ ΓΙΑΝΝΙΤΣΗ ΣΕ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΜΕ ΘΕΜΑ: “ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ – ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΣΙΝΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ”
Αθήνα, 23 Φεβρουαρίου 2012
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Ομιλία Υπουργού Εσωτερικών κ. Τάσου Γιαννίτση σε εκδήλωση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων με θέμα: «Αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής – Να κάνουμε την πράσινη ανάπτυξη πραγματικότητα»
«H σημερινή εκδήλωση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων με τίτλο «Αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής-Να κάνουμε την πράσινη ανάπτυξη πραγματικότητα» έχει ένα πολλαπλό συμβολισμό:
· Πραγματοποιείται σε μια χρονιά που συμπίπτει με 30 χρόνια ένταξης της χώρας στην Ε.Ε.. Μέσα στο χρονικό αυτό διάστημα έγιναν πολλά:
– Το βιοτικό επίπεδο της ελληνικής κοινωνίας αυξήθηκε θεαματικά, μέσα από διακυμάνσεις που ήσαν συνάρτηση της οικονομικής και πολιτικής ζωής του τόπου, και ιδιαίτερα η ελληνική περιφέρεια έζησε μια αλματώδη ανάπτυξη,
– Στα τριάντα αυτά χρόνια, η Ελλάδα οφελήθηκε από την Ε.Ε. με εισροές πόρων ύψους πάνω από 90 δισεκ. ευρώ, χωρίς να υπολογίζονται τα πρόσφατα δάνεια για την αντιμετώπιση της κρίσης. Τα κεφάλαια αυτά αντιστοιχούσαν κατά μέσο όρο στο 2,3% του ΑΕΠ κάθε χρόνου και ήταν σημαντικός μοχλός αύξησης της ευημερίας για τα αστικά κέντρα, τον αγροτικό χώρο, τις επενδύσεις, την απασχόληση, την ανάπτυξη. Όλα τα μεγάλα έργα που χρησιμοποιούμε σήμερα (μεγάλοι δρόμοι, αεροδρόμια, λιμάνια, γέφυρες, μουσεία) και αναρίθμητα μικρά έγιναν με ευρωπαϊκούς πόρους.
– Η Ελλάδα εντάχθηκε στην Ευρωζώνη,
– η Κύπρος εντάχθηκε στην Ε.Ε.,
– Ελλάδα και Ευρώπη ήρθαν πολύ πιο κοντά όχι μόνο σε θέματα οικονομικής πολιτικής, αλλά και σε κρίσιμα θέματα εξωτερικής πολιτικής, στην αντιμετώπιση κοινών προβλημάτων, όπως της κλιματικής αλλαγής, της ενέργειας, θέματα θεσμικά, κοινωνικά, αναπτυξιακά.
– Σήμερα, η τριακονταετία της ένταξης συμπίπτει με μια θεμελιακή κρίση τόσο για την Ελλάδα και άλλες χώρες, όσο και για την Ευρώπη την ίδια. Βρισκόμαστε όλοι σε μια προσπάθεια που όταν ολοκληρωθεί πολλά θα έχουν αλλάξει, στη χώρα μας και στην Ευρώπη την ίδια, ίσως και στο παγκόσμιο σύστημα.
· Ο δεύτερος συμβολισμός της εκδήλωσης είναι το θέμα των επενδύσεων, που είναι το αντικείμενό της, και μάλιστα με επίκεντρο την κλιματική αλλαγή και την ενέργεια, που είναι οι μεγάλες προκλήσεις του σύγχρονου κόσμου. Στην κρίση που βρίσκεται η χώρα, όλοι γνωρίζουμε πόσο οι επενδυτικές μας δράσεις λόγω της κρίσης και των ραγδαίων τεχνολογικών εξελίξεων έχουν ανάγκη από μια ισχυρή διεθνή στήριξη. Η ίδια η κρίση δείχνει, ότι πρέπει να προχωρήσουμε σε νέες μορφές παραγωγής, ότι πρέπει να κινηθούμε επιθετικά στα πεδία στα οποία θα κριθεί η διαδικασία της ανάπτυξης στο μέλλον, και ότι η τεχνολογία και οι καινοτομίες που συνδέονται με νέες μορφές επενδύσεων είναι μια από τις σημαντικές αδυναμίες του παραγωγικού μας συστήματος. Για τους λόγους αυτούς θεωρώ ότι είναι πολύ σημαντικό ότι μιλάμε και σχεδιάζουμε για επενδύσεις, ανταγωνιστικότητα, ανάπτυξη, ποιότητα περιβάλλοντος, μέσα σε ένα κλίμα μακροοικονομικής σταθεροποίησης, περιορισμών των εισοδημάτων, ανεργίας και έντονων δυσκολιών για μεγάλα τμήματα της κοινωνίας.
Ο νέος πρόεδρος της ΕΤΕπ κ. WernerHoyer, σε συνέντευξή του αναφέρθηκε στη μεγάλη σημασία που έχει η συμπλήρωση της πολιτικής μακροοικονομικής σταθεροποίησης από ένα ισχυρό επενδυτικό πρόγραμμα. Είναι ένα στοιχείο που έχει τονιστεί συνεχώς από την ελληνική πλευρά και έχει σημασία η Ευρώπη να καταλάβει την αναγκαιότητα μιας ευρύτερης επενδυτικής στήριξης στις χώρες κρίσης. Ένα τέτοιο ισχυρό επενδυτικό σχέδιο και η συμμετοχή της ΕΤΕπ σε αυτό δεν είναι απλώς συμπλήρωμα της πολιτικής μακροοικονομικής σταθεροποίησης. Είναι βασικός όρος για να στεφθεί με επιτυχία η ίδια η σταθεροποίηση και, κυρίως, να επιτευχθεί ο κεντρικός στόχος της εξόδου από την κρίση.
Προϋπόθεση για επενδύσεις και ανάπτυξη είναι η σταδιακή αποκατάσταση σχέσεων εμπιστοσύνης μέσα στην οικονομία και στις σχέσεις μας με το διεθνή χώρο. Χωρίς το στοιχείο της εμπιστοσύνης πολλές προσπάθειες θα πέφτουν στο κενό. Οι επενδυτές θα επιφυλάσσονται, οι επιχειρήσεις θα διστάζουν να αναλάβουν πρωτοβουλίες και να προσλάβουν νέους εργαζόμενους, η ρευστότητα θα πιέζει τον επιχειρηματικό τομέα, οι πολίτες θα ανησυχούν για τη δουλειά τους, τις αποταμιεύσεις τους, και τα παιδιά μας θα σκέφτονται πως θα φεύγουν στο εξωτερικό.
· Το τρίτο μήνυμα είναι η ευρύτερη σύμπραξη και συνέργεια μεταξύ Ευρώπης, Ελλάδας, άλλων χωρών στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, τη Μεσόγειο και άλλες γειτονικές περιοχές για την αντιμετώπιση προβλημάτων, που από τη φύση τους υπερβαίνουν τον εθνικό χώρο.
Κυρίες και κύριοι,
Η εβδομάδα αυτή ήταν μια από τις δύο πιο κρίσιμες στιγμές της τριετίας της κρίσης της χώρας μας. Η πρώτη ήταν οι μέρες 6 με 11 Νοεμβρίου, όταν κρίθηκε ποιος θα αναλάμβανε το σισύφειο έργο να κρατήσει την Ελλάδα στην Ευρωζώνη, να πετύχει το PSI, να ολοκληρώσει τη δανειακή σύμβαση και το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα. Η δεύτερη ήταν η ίδια η επιτυχής υλοποίηση της εντολής, που ανατέθηκε στον πρωθυπουργό κ. Λουκά Παπαδήμο και στην κυβέρνησή του της 11 Νοεμβρίου. Η υλοποίηση αυτή αναμένεται να ολοκληρωθεί μέχρι περίπου τα μέσα Μαρτίου.
Σήμερα, με τις αποφάσεις της περασμένης Τρίτης, το πιο σημαντικό μήνυμα που θεωρώ ότι κατακτήσαμε, είναι ότι μέσα σε πέντε περίπου χρόνια έχουμε όλες τις προϋποθέσεις να δούμε τη χώρα μας να αλλάζει με τρόπο που να ανταποκρίνεται στις προσδοκίες της ευρύτερης κοινωνίας. Είμαστε πλέον σε μια ευνοϊκότερη αφετηρία, οι κυβερνήσεις που θα αναλάβουν θα έχουν αναμφίβολα μια πολύ δύσκολη δουλειά, αλλά θα έχουν τη δυνατότητα να προσφέρουν στον Έλληνα πολίτη μια σιγουριά και μια αισιοδοξία που σήμερα την ψάχνει με αγωνία. Όμως θα έχουν επίσης την μεγάλη ευθύνη στο να πετύχουν στην αποστολή αυτή.
Σε ιστορικούς όρους, η χώρα βρίσκεται στην αρχή μιας διαφορετικής, μιας νέας, σε σύγκριση με πριν τις πρόσφατες αποφάσεις, περιόδου, η διαδρομή της οποίας δεν είναι δεδομένη, είναι όμως εφικτή. Αρκεί να κάνουμε την υπέρβαση και να τολμήσουμε να ξεπεράσουμε όλα όσα δεν μπορέσαμε να υπερβούμε ούτε για δεκαετίες, ούτε στην περίοδο της κρίσης.
Όλα αυτά με δυο προϋποθέσεις: πρώτον, ότι δεν θα αρχίσουμε ξανά, όπως για δυο χρόνια τώρα, να καταστροφολογούμε και να ρίχνουμε το ηθικό όσων μας παρακολουθούν, προσπαθώντας να αποδείξουμε πως είτε με άσπρο, είτε με μαύρο, η μόνη μας προοπτική είναι ένα απαισιόδοξο αδιέξοδο. Δεύτερον, ότι μέσα στο ασφυκτικό πλαίσιο που πρέπει να λάβουμε υπ’ όψη, θα δουλέψουμε όσο μπορούμε για να αναστρέψουμε τις θεμελιακές δημοσιονομικές ανισορροπίες, να ενισχύσουμε την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, να τονώσουμε τις επενδύσεις, να δημιουργήσουμε συνθήκες μεγέθυνσης και κυρίως, να αλλάξουμε τις συνθήκες ανισότητας και αδικίας που όλοι αναγνωρίζουν ότι ζούμε. Με άλλα λόγια, να αλλάξουμε την όψη της χώρας σε ένα ορατό διάστημα.
Με την ολοκλήρωση των διαδικασιών που έχουμε στο επόμενο δίμηνο, και που δεν είναι διόλου απλές ή αυτονόητες, θα έχουν συντελεστεί οι εξής αλλαγές:
– Θα έχουν διαγραφεί 100 δισεκ. ευρώ από το χρέος, δηλαδή περίπου 47% του ΑΕΠ,
– Θα μειωθεί το βάρος του προϋπολογισμού για την πληρωμή τόκων κατά 4-5 δισεκ. ευρώ κάθε χρόνο, δηλαδή με ποσά που σε πρώτη φάση θα διευκολύνουν την ισορροπία της οικονομίας και αργότερα θα μπορούν να χρηματοδοτούν σημαντικές επενδύσεις ή άλλες πολιτικές,
– Θα ανακτήσουν οι τράπεζες κεφάλαια και θα περιοριστεί η ανησυχία για τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος, με αποτέλεσμα να επιστρέψει σταδιακά η εμπιστοσύνη, να βελτιωθεί η ρευστότητα, να αναστραφεί η ροή των καταθέσεων και των επενδυτικών κεφαλαίων.
– Θα τεθούν οι προϋποθέσεις για μια ισχυρότερη επενδυτική κινητοποίηση, εφ’ όσον θα αποκαθίσταται η εμπιστοσύνη στις προοπτικές της οικονομίας.
Οι εξελίξεις αυτές είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα ακολουθήσουν. Όμως το κεντρικό ζητούμενο είναι να βγούμε από την κρίση. Και θέλω να τονίσω, ότι το αποτέλεσμα αυτό έχει αβεβαιότητες, γιατί δεν θα καθοριστεί μόνο από το PSI ή τη δανειακή συμφωνία. Θα κριθεί κυρίως από την ικανότητά μας να πετύχουμε ανάπτυξη και ανταγωνιστικότητα. Το αποτέλεσμα στα πεδία αυτά θα αποτελέσει το κεντρικό μέτρο της επιτυχίας ή της αποτυχίας μας για την έξοδο από την κρίση. Και το αποτέλεσμα αυτό σε μεγάλο βαθμό το καθορίζουμε εμείς. Η επίτευξη κάθε στόχου που ως κοινωνία έχουμε μπροστά μας, είτε για τα δημοσιονομικά, δηλαδή τα ελλείμματα και το χρέος, είτε για την ανεργία, είτε για τις κοινωνικές πιέσεις, είτε για τα εθνικά συμφέροντα προϋποθέτει την ταυτόχρονη επιτυχία τόσο στην δημοσιονομική εξισορρόπηση, όσο και στην ανάπτυξη. Θεωρώ, ότι μετά τρία χρόνια εμπειρίας, πρέπει να δούμε με πραγματισμό τις αδυναμίες της συλλογικής λειτουργίας μας στο πολιτικό και στο κοινωνικό επίπεδο, και να κινηθούμε στα μέτωπα των διαρθρωτικών αλλαγών, των επενδύσεων, της ανταγωνιστικότητας, της απασχόλησης και της ανάπτυξης.
Το πρόγραμμα που εγκρίθηκε τις μέρες αυτές υπηρετεί τον στόχο της οικονομικής ανάπτυξης, θέτοντας τρεις ενδιάμεσους στόχους: τη δημοσιονομική εξυγίανση, την αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας και την ενίσχυση του χρηματοπιστωτικού τομέα.
Για την επίτευξη της δημοσιονομικής σταθεροποίησης με αποτελεσματικό και μόνιμο τρόπο προβλέπεται μείωση των κρατικών δαπανών κατά 1,5% του ΑΕΠ το 2012 και πρόσθετα μέτρα που αντιστοιχούν σε 5% του ΑΕΠ τα επόμενα δύο έτη και διαρθρωτικές αλλαγές στο δημόσιο τομέα, ώστε να δημιουργηθεί ένα πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 4,5% του ΑΕΠ το 2014. Με τον τρόπο αυτό θα αρχίσει η σταδιακή μείωση του δημόσιου χρέους. Οι προγραμματιζόμενες αποκρατικοποιήσεις, ύψους τουλάχιστον 19 δισεκ. ευρώ μέχρι το 2015, θα συμβάλουν επίσης στη μείωση του δημόσιου χρέους.
Για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας χρειαζόμαστε ισχυρή βούληση τόσο από την πλευρά του Κράτους, όσο και από τον επιχειρηματικό τομέα για τον εκσυγχρονισμό των παραγωγικών δομών, την ενίσχυση της παραγωγικότητας, τη διεύρυνση της παραγωγικής δραστηριότητας με νέα προϊόντα και υπηρεσίες, την εισαγωγή οργανωτικών, θεσμικών και ποιοτικών αλλαγών, την επίτευξη λειτουργικών βελτιώσεων στο εσωτερικό των επιχειρήσεων, την εξοικονόμηση ενέργειας. Απαιτούνται επίσης αλλαγές στο παραγωγικό μας πρότυπο, ώστε τα προϊόντα μας να ανταποκρίνονται στη διεθνή ζήτηση και μια μεγαλύτερη εξωστρέφεια. Τα στοιχεία των εξαγωγών δείχνουν ότι μέσα στην κρίση μια σειρά επιχειρήσεων κατάφεραν να αυξήσουν τον εξαγωγικό τους προσανατολισμό. Αυτό είναι αισιόδοξο μήνυμα. Ωστόσο, η Ελλάδα εξακολουθεί να έχει το δεύτερο υψηλότερο εξωτερικό έλλειμμα στη ζώνη του ΟΟΣΑ.
Η αναπτυξιακή επιτυχία στηρίζεται στην παραγωγή, την ανταγωνιστικότητα, την απασχόληση, τους θεσμούς, την καινοτομία, τον περιορισμό της αδιαφάνειας, και, κυρίως, ένα αποτελεσματικό Κράτος. Η επιτυχία μας σε κάθε περίπτωση, είτε μέσα, και πολύ περισσότερο είτε έξω από την ευρωζώνη δεν ξεφεύγει από αυτή την πραγματικότητα.
Το θέμα της παραγωγικότητας δεν αφορά μόνο τον τομέα των επιχειρήσεων. Συνδέεται και με την ικανότητα να προωθηθούν διαρθρωτικές αλλαγές, να ενισχυθούν οι επενδύσεις και να γίνει αποτελεσματικότερος ο δημόσιος τομέας, που αντιπροσωπεύει πολύ σημαντικό τμήμα του εθνικού μας ΑΕΠ. Σε πάρα πολλά πεδία δραστηριοποίησής του υπάρχουν σημαντικότατα περιθώρια βελτίωσης, που θα συνέβαλαν σημαντικά στη βελτίωση της συνολικής παραγωγικότητας και της ανάπτυξης. Ένα τέτοιο εγχείρημα είναι απαιτητικό σε χρόνο, προσπάθεια, επιμονή και συνεκτικότητα. Απαιτεί πολλές, μικρότερες ή μεγαλύτερες παρεμβάσεις σε εμπεδωμένες καταστάσεις και πρότυπα σκέψης, απαιτεί συνεχή πληροφόρηση και συνεννόηση με τους ενδιαφερόμενους, απαιτεί και νέες μορφές άσκησης πολιτικής. Δαιδαλώδεις και αδιαφανείς διαδικασίες, γραφειοκρατίες που εξαντλούν τους πολίτες, τις επιχειρήσεις, τους συναλλασσόμενους γενικά και συχνά δημιουργούν αβεβαιότητα και ταλαιπωρία είναι γνωστά φαινόμενα. Η υιοθέτηση διαφανών και αντικειμενικών κανόνων με βάση πρότυπα ποιότητας, την ταχύτητα εξυπηρέτησης και γενικά, τον εκσυγχρονισμό στις συναλλαγές δημόσιας διοίκησης και πολίτη είναι σήμερα κρίσιμη προτεραιότητα για τη χώρα.
Οι μεταρρυθμίσεις στο δημόσιο τομέα, που περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα, αφορούν συντονισμένες δράσεις για τη ριζική αναδιάρθρωση της δημόσιας διοίκησης, την αποτελεσματικότερη είσπραξη των φορολογικών εσόδων και την αντιμετώπιση της διαφθοράς, καθώς και ένα νέο και απλούστερο φορολογικό σύστημα το οποίο αποσκοπεί στην προώθηση των επενδύσεων, στον περιορισμό της φοροδιαφυγής και την δικαιότερη κατανομή του φορολογικού βάρους. Συνολικά, οι μεταρρυθμίσεις στο δημόσιο τομέα θα συμβάλουν όχι μόνο στον περιορισμό του δημοσιονομικού ελλείμματος αλλά και στην προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης.
Ο τομέας της ενέργειας, που αποτέλεσε και το κεντρικό θέμα του σημερινού συμποσίου, προσφέρει σημαντικές ευκαιρίες για επενδύσεις. Μέσω της απελευθέρωσης των αγορών ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου και της εκμετάλλευσης των πηγών υδρογονανθράκων της χώρας μπορούμε να επιτύχουμε χαμηλότερο και αποδοτικότερο κόστος ενέργειας για τους καταναλωτές και ισχυρότερα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα για εξαγωγές, όπου αυτές είναι εφικτές.
Κυρίες και κύριοι,
Η πλήρης, έγκαιρη και αποτελεσματική εφαρμογή του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής και αναπτυξιακού μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας δεν θα είναι εύκολο εγχείρημα. Θα απαιτήσει συντονισμένες προσπάθειες και σωστή διαχείριση. Βραχυπρόθεσμα, η εφαρμογή του προγράμματος θα έχει επιπτώσεις στην οικονομική δραστηριότητα και το διαθέσιμο εισόδημα.
Υπάρχει απόλυτη επίγνωση ότι το οικονομικό αυτό πρόγραμμα συνεπάγεται βραχυπρόθεσμα θυσίες για τον ελληνικό λαό, ο οποίος έχει ήδη δοκιμαστεί σκληρά. Είναι ένα πρόγραμμα που αποτυπώνει τις ακραίες συνθήκες ανάγκης στις οποίες βρέθηκε η ελληνική οικονομία. Όμως, η εφαρμογή του προγράμματος αναμένεται ότι μεσοπρόθεσμα – πιθανότατα στη διάρκεια του 2013 – θα οδηγήσει στην ανάκαμψη της οικονομίας και στην ανάπτυξή της με ρυθμούς 2,5%-3% το 2014 και 2015. Λαμβάνοντας υπ’ όψη ότι οι προβλέψεις για το μέλλον πάντα έχουν ένα βαθμό αβεβαιότητας, οι εκτιμήσεις στηρίζουν την προοπτική εξόδου από την κρίση μέσα στα επόμενα δύο χρόνια.
Γύρω από τις πολιτικές με τις οποίες η Ευρώπη συνολικά, και όχι μόνο η Ελλάδα, προσπαθεί να ξεπεράσει την κρίση, υπάρχει μια ισχυρή διαμάχη ή και πολεμική, που προσπαθεί να διατηρήσει ένα κλίμα απαξίωσης, απαισιοδοξίας και αδιεξόδου στην κοινωνία μας. Προσωπικά, θεωρώ ότι είναι απόλυτα αναγκαίο να αποκτήσουμε εμπιστοσύνη σε ότι κάνουμε και για το που πάμε. Οι κρίσιμες στιγμές που συνεχώς μας περιβάλλουν, κάνουν αναγκαίο ο κάθε πολίτης, μέσα και έξω από την αίθουσα αυτή, να στηριχτεί στην δική του αντίληψη και κρίση. Να βάλει για λίγο στην άκρη μεσολαβητές, να σκεφτεί με πολύ κριτικό τρόπο όσα λέγονται στο χώρο της πολιτικής ή των μέσων μαζικής ενημέρωσης, εννοείται και όσα και εγώ ο ίδιος αναφέρω. Κάθε πολίτης μιας χώρας που πέρασε εν ριπή οφθαλμού από τη μια όχθη στην άλλη είναι ανάγκη να σκεφτεί τι θεωρεί κρίσιμο για τον ίδιο και τους δικούς του, ώστε, μακριά από στερεότυπα, ιδεοληψίες και πρακτικές που οδήγησαν τη χώρα στην κατάρρευση, να αποφασίσει τι μπορεί να είναι καλύτερο για τον ίδιο και τη χώρα. Η υπέρβαση της κρίσης δεν μπορεί να γίνει με αντιλήψεις, που από την κορυφή προσπαθούν να επιβληθούν στη βάση της κοινωνίας. Η κοινωνία η ίδια πρέπει να επιβάλλει σε όσους παίρνουν αποφάσεις για το μέλλον της, ότι δεν έχουν να φοβηθούν τίποτα αν της πουν την αλήθεια, αν αναγνωρίσουν τα λάθη τους, και αν αρχίσουν να εργάζονται προς μια κατεύθυνση που θα δημιουργεί εμπιστοσύνη και προοπτική.
Κυρίες και κύριοι,
Η εμπειρία των τριών ετών έδειξε ότι το αποτέλεσμα των πολιτικών για την αντιμετώπιση της κρίσης είναι συνάρτηση των πολιτικών της ευρωζώνης και των δικών μας πολιτικών. Στην πορεία φάνηκε επίσης, ότι η κρίση δεν είναι μόνο ελληνική, ανεξάρτητα από τους ενδογενείς παράγοντες που οδήγησαν την Ελλάδα στην σημερινή κατάσταση. Στο ασταθές διεθνές περιβάλλον που βιώνουμε, η ηγεσία της Ευρώπης οφείλει αδράξει την ευκαιρία και να θέσει σε νέα πορεία το ευρώ και το ευρωπαϊκό σχέδιο. Αυτό θα είναι προς όφελος της Ευρώπης, των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ίδιου του παγκόσμιου συστήματος. Η Ευρώπη φαίνεται να πήρε το μήνυμα και οι αποφάσεις για ένα νέο πρότυπο διακυβέρνησης της ευρωζώνης κινούνται προς την κατεύθυνση αυτή. Με την ολοκλήρωση των συμφωνιών που αποφασίστηκαν τις μέρες αυτές για τη χώρα μας είναι η σειρά μας να προχωρήσουμε με αυτοπεποίθηση σε πολιτικές οι οποίες σε λίγα χρόνια θα έχουν ανατρέψει τις παθογένειες εκείνες που καθυστερούν την έξοδο από την κρίση και κάνουν το κοινωνικό κόστος της κρίσης ιδιαίτερα υψηλό.»