ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

Κυριακή 11 Μαΐου 2025

ΟΜΙΛΙΑ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ, ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ, κ. Γ. Ν. ΡΑΓΚΟΥΣΗ, ΣΕ ΣΥΝΕΣΤΙΑΣΗ ΤΗΣ ΝΟΜΑΡΧΙΑΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΑ.ΣΟ.Κ. ΗΜΑΘΙΑΣ – ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 11 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ

 
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ

ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ 

τηλ 213-1313581, 213-1313604

fax  210-3393530  210-3636429

email: press­­_office_ypes@ypes.gov.gr

           

ΑΘΗΝΑ, 13 Φεβρουαρίου  2011

 

ΟΜΙΛΙΑ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ

ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ

κ. Γ. Ν. ΡΑΓΚΟΥΣΗ

ΣΕ ΣΥΝΕΣΤΙΑΣΗ ΤΗΣ ΝΟΜΑΡΧΙΑΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

ΠΑΣΟΚ ΗΜΑΘΙΑΣ

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 11 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ

 

 

Αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι, αγαπητές συντρόφισσες και αγαπητοί σύντροφοι, σας ευχαριστώ και σας ευχαριστούμε θερμά για αυτή την πολύ ζεστή βραδιά, που με την παρουσία σας μας προσφέρετε και εμάς που ήρθαμε από την Αθήνα και των συναδέλφων βουλευτών.

Και βεβαίως νομίζω ότι οφείλουμε να ευχαριστήσουμε πάρα πολύ για αυτή την ευκαιρία, και το Γραμματέα και τα μέλη της Νομαρχιακής, που είχαν την ιδέα, έκαναν την πρόταση, μας έκαναν αυτή την τιμητική πρόσκληση, ώστε να έχω και εγώ προσωπικά και όλοι μας που ήρθαμε, και η Θοδώρα και οι συνεργάτες,  οι Γενικοί Γραμματείς, ο Γιώργος και ο Δημήτρης, την τιμή να είμαστε απόψε μαζί σας.

Και ειλικρινά είναι μεγάλη τιμή να είμαστε απόψε μαζί, και ειλικρινά, να ξέρετε, με μεγάλη χαρά, παρά το ότι σήμερα ήταν μια ακόμα πολύ δύσκολη ημέρα για όλους μας, είμαστε εδώ.

Είμαστε εδώ, η αλήθεια είναι, σε μία πολύ δύσκολη περίοδο για τη χώρα. Και νομίζω ότι κανείς δεν  υπερβάλλει, και πρώτος και καλύτερος δεν υπερβάλλει ο πολύ αγαπητός σε εσάς, ο αγαπημένος σας Πρωθυπουργός και Πρόεδρός μας, ο Γιώργος ο Παπανδρέου, του οποίου έχετε τους χαιρετισμούς και την αγάπη, όταν λέει πολλές φορές, τον έχετε ακούσει, ότι κυριολεκτικά ζούμε ιστορικές στιγμές, κυριολεκτικά ζούμε την πιο δύσκολη περίοδο της χώρας εδώ και πάρα πολλές δεκαετίες.

Μία περίοδος, της οποίας οι δυσκολίες είναι πραγματικά ασύλληπτες, ταυτόχρονα μία περίοδος η οποία δυστυχώς συμπληρώνεται και από μία σειρά πολύ μεγάλων κινδύνων, που παράλληλα και ταυτόχρονα διατρέχουν την περιοχή.

Ζούμε, πραγματικά, μέρες, βδομάδες, μήνες που πολλά πράγματα κινούνται στην κόψη του ξυραφιού και που πρέπει να είναι το μυαλό καθαρό, η βούληση και η αποφασιστικότητα στα ύψη, η ενεργοποίηση και η ενόραση για το τι μέλλει γενέσθαι στο αποκορύφωμα, για να μπορεί και ο Πρωθυπουργός και τα μέλη της Κυβέρνησης, αλλά και πάρα πολλοί ακόμα άνθρωποι που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο υπηρετούν αυτή τη μεγάλη προσπάθεια, να είναι σε θέση να πάρουν πολλές και ταυτόχρονα πολύ δύσκολες αποφάσεις διαρκώς.

Για αυτό βλέπετε ότι αυτούς τους τελευταίους 16 περίπου μήνες αυτό το οποίο προσπαθούμε να κάνουμε είναι ένα μεγάλο αγώνα σε πολλά επίπεδα, ταυτόχρονα όμως, που πολλές φορές απαιτούν από τα πιο μικρά έως όμως και τα πιο μεγάλα.

Έχει σημασία, πριν σας πω οτιδήποτε άλλο, να ορίσουμε λίγο την περίοδο που ζούμε. Δηλαδή πέραν του να διαπιστώσουμε και να συμφωνήσουμε ότι είναι μία πολύ δύσκολη αλλά ταυτόχρονα και πολύ κρίσιμη περίοδος, πρέπει να την ορίσουμε. Και για να την ορίσουμε πρέπει να απαντήσουμε σε ένα πολύ βασικό ερώτημα.

Αυτό το οποίο ζούμε σήμερα είναι το πρόβλημα ή ζούμε τη λύση;

Και εδώ αρχίζουν τα θετικά. Δεν είναι το πρόβλημα. Είναι η περίοδος που χτίζονται, που διαμορφώνονται, που αποφασίζονται, που δίνονται οι λύσεις στο πρόβλημα, οι λύσεις στα προβλήματα.

Το πρόβλημα, δυστυχώς ή ευτυχώς, γιατί το δυστυχώς πάει στο ότι μακάρι να μην  υπήρχε ούτε καν, είναι πίσω μας. Γιατί το πρόβλημα ήταν στο αποκορύφωμά του, φίλες και φίλοι, τα 5,5 χρόνια τα τελευταία πριν αναλάβουμε την διακυβέρνηση με εντολή του ελληνικού λαού της χώρας, 5,5 χρόνια που, επιτρέψτε μου να πω σε πρώτο ενικό, προσωπικά δεν έχω καμία απολύτως αμφιβολία ότι θα περάσουν στην ιστορία της νεότερης και σύγχρονης ελληνικής ιστορίας ως τα χειρότερα χρόνια της Ελλάδας από πλευράς διακυβέρνησής της.

Δεν έμεινε τίποτα όρθιο. Διαλύθηκαν τα πάντα. 5,5 χρόνια τα ζήσαμε, τα ζήσατε, ήταν χρόνια που καμία αρχή, κανένας κανόνας, καμία αξία, δεν έμεινε ζωντανή.

Βεβαίως, και πρέπει να το πούμε αυτό, τα 5,5 τελευταία χρόνια πριν αναλάβουμε την διακυβέρνηση της χώρας ήταν το αποκορύφωμα του προβλήματος. Αλλά το πρόβλημα, δεν θα ήμαστε ειλικρινείς αν δεν αναγνωρίζαμε ότι σε πολλές πλευρές του προϋπήρχε.

Και αυτό δεν πρέπει να το κάνουμε μόνο σαν μία κριτική για το πολιτικό παρελθόν της χώρας μας, σαν μία κριτική για όσους ενδεχομένως κυβέρνησαν την Ελλάδα. Πρέπει να το κάνουμε και σαν μία αυτοκριτική όλης της ελληνικής κοινωνίας.

Μία αυτοκριτική, η οποία είναι εξυγιαντική, η οποία είναι λυτρωτική. Μία αυτοκριτική που θα πρέπει να μας οδηγήσει σε ένα συμπέρασμα απολύτως απαραίτητο για το από εδώ και στο εξής.

Ζούσαμε πράγματι, επί δεκαετίες ως κοινωνία, με ευθύνη της εκάστοτε πολιτικής  ηγεσίας της χώρας, αλλά πάντως ζούσαμε με  μία σειρά από ψευδαισθήσεις. Ζούσαμε μέσα στην ευκολία. Ζούσαμε και πορευόμασταν ως κοινωνία και ως χώρα έχοντας διαλέξει τον εύκολο δρόμο.

Και ο εύκολος δρόμος συνοψίζονταν στο ότι για να πάρει κανείς, με ό,τι σημασία και ό,τι περιεχόμενο θέλετε να δώσετε σε αυτό που λέω, δεν απαιτούνταν να δώσει κάτι.  Ερχόταν ο από μηχανής θεός, ερχόταν η πολιτική εξουσία, και με μία τάση που διαμορφώθηκε και γενικεύτηκε στα μεταπολιτευτικά χρόνια, έδινε από αυτά, όμως, που η χώρα δεν είχε και που τα έβρισκε βεβαίως από πού; Από τα δάνεια, από το δανεισμό.

Και όσο υπήρχε η δραχμή, υπήρχε ο μηχανισμός της διολίσθησης, της υποτίμησης, προσωρινά λύνονταν τα προβλήματα. Όταν τελείωσε και η δραχμή, δεν έμεινε κανένας άλλος δρόμος από το να αυξάνεται διαρκώς ο δανεισμός.

Και επειδή, δυστυχώς, η χώρα έπεσε στα χέρια μίας πολιτικής ηγεσίας του πρώην Πρωθυπουργού, του κυρίου Καραμανλή, αυτός ο δανεισμός διπλασιάστηκε μέσα σε 5,5 χρόνια και έφτασε να είναι όσος μέχρι τότε είχε διαμορφωθεί από συστάσεως του ελληνικού κράτους.

Αυτό ήταν που έκανε και τον Γιώργο Παπανδρέου και όλους σας και όλους μας να λέμε προεκλογικά, η συναίσθηση αυτής της πραγματικότητας, ότι έχουν φτάσει τα πράγματα στα όριά τους. Και όντως λέγαμε, και πολύ καλά κάναμε και το λέγαμε τότε, «ή θα αλλάξουμε ή θα βουλιάξουμε». Και δυστυχώς επαληθευτήκαμε. Και δυστυχώς δεν προλάβαμε, όσο έγκαιρα θα θέλαμε, τις εξελίξεις. Αλλά δεν ήταν επιλογή μας. Γιατί βεβαίως την επιλογή για το πότε η χώρα θα άλλαζε κυβέρνηση δεν μπορούσαμε να την κάνουμε εμείς.

Αναγκάστηκε και την έκανε, δραπετεύοντας κυριολεκτικά, η προηγούμενη Κυβέρνηση και ο προηγούμενος Πρωθυπουργός, μία πράξη που ακόμα και την ύστατη στιγμή της έλειπε παντελώς το στοιχείο της ιστορικής και εθνικής ευθύνης.

Σας λέω μόνο, για να δείτε την διαφορά, στην Ιρλανδία, που έχετε όλοι ακούσει ότι αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα, παρόμοια, όχι ακριβώς ίδια, προσέξατε μήπως τι έκανε εκεί η πολιτική ηγεσία της Ιρλανδίας; Πρώτα πήρε τα μέτρα που θεωρούσε ότι απαιτούνταν για να διορθώσει τις δικές της λανθασμένες πολιτικές η Κυβέρνηση της Ιρλανδίας, και μετά πάει στις εκλογές.

Εδώ είδατε ακόμα και την ύστατη στιγμή, η ανεύθυνη, εθνικά ανεύθυνη πρώην Κυβέρνηση τι έκανε; Για να μην πάρει ούτε την ύστατη στιγμή, που ήξεραν ότι η χώρα είναι στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, τις επώδυνες που όφειλε γιατί είχε εντολή από τον ελληνικό λαό 4ετίας, σηκώθηκαν και έφυγαν, το έβαλαν στα πόδια. Αυτή είναι η αλήθεια, αυτή είναι η πραγματικότητα.

Παρόλα αυτά, εμείς ούτε μία στιγμή δεν σκεφτήκαμε, ούτε μία στιγμή δεν μετανιώσαμε, ούτε μία στιγμή δεν κοιτάξαμε πίσω. Βάλαμε το κεφάλι κάτω, έχοντας απόλυτα συναίσθηση της ιστορικής ευθύνης που αναλαμβάνουμε, των κινδύνων που διατρέχει η χώρα, βρεθήκαμε αντιμέτωποι με μία σειρά από  πολύ δύσκολα διλήμματα, μία σειρά από πολύ δύσκολες αποφάσεις.

Και θέλω ειλικρινά να πιστέψετε ότι με απόλυτη βεβαιότητα  πράξαμε και πράττουμε διαρκώς το εθνικό αλλά και πατριωτικό μας καθήκον, αποφασίσαμε και αποφασίζουμε, προχωρήσαμε και προχωράμε.

Σημαίνει αυτό ότι τα έχουμε κάνει όλα καλά; Προφανώς όχι. Σημαίνει αυτό ότι δεν έχουμε ανάγκη τη συμμετοχή του ελληνικού λαού; Σημαίνει αυτό ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε μόνοι μας; Σε καμία απολύτως περίπτωση.

Ή θα τα καταφέρουμε χάρη στον ελληνικό λαό, με τη βοήθεια του ελληνικού λαού, τη συμπαράσταση αλλά και τη συμπαράταξή του την καθημερινή, ή η χώρα, με μόνη τη δική μας βούληση να παίρνουμε αποφάσεις και να δρομολογούμε εξελίξεις, δεν θα βγει από την κρίση, ή αν  θέλετε δεν θα βγει το συντομότερο δυνατό.

Αυτό ήταν, αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι, που μας έκανε, αυτή η συναίσθηση της ιστορικής και πατριωτικής ευθύνης, στις πρόσφατες δημοτικές και περιφερειακές εκλογές να πάρει ο Πρωθυπουργός την πολιτική ευθύνη και να πει ευθέως στον ελληνικό λαό ποια είναι η πραγματικότητα.

Γιατί η πραγματικότητα δεν είναι μία  πραγματικότητα σαν αυτή που ξέραμε. Δεν είναι θέμα ότι θα δώσουμε λίγο παραπάνω αυξήσεις ή λίγο παρακάτω, θα πάρουμε τη μία επιμέρους απόφαση. Εδώ, ή θα τα αλλάξουμε όλα όπως τα αλλάζουμε και θα χτίσουμε από την αρχή, με βάση κανόνες, αρχές και αξίες, μια νέα κοινωνική, οικονομική, θεσμική και διοικητική πραγματικότητα στη χώρα, ή η χώρα δεν θα τα καταφέρει.

Και όλοι πια γνωρίζουν πολύ καλά ότι χάρη στις θυσίες του ελληνικού λαού έχουμε κάνει βήματα τόσο σημαντικά, τόσο αποφασιστικά, τόσο μεγάλα, που ακόμα και αυτοί που την ύστατη στιγμή μας δάνειζαν προκειμένου να αντέξουμε, δεν περίμεναν ότι θα τα έχουμε καταφέρει. Και όμως τα καταφέραμε.

Και διανύσαμε αυτό το πολύ δύσκολο χρονικό διάστημα χωρίς να σημαίνει, βεβαίως, αυτό ότι σε καμία περίπτωση τελειώσαμε. Δεν έχουμε τελειώσει. Ο δρόμος θα είναι μακρύς και ορισμένες πλευρές αυτού του δρόμου θα είναι μόνιμες.

Θα είναι μόνιμο, οριστικό και αμετάκλητο, το γεγονός, φίλες και φίλοι, συντρόφισσες και σύντροφοι, ότι στην Ελλάδα το κράτος πια θα λειτουργεί με απόλυτη αξιοκρατία. Δεν υπάρχει πιθανότητα να ξαναγυρίσουμε ποτέ σε καταστάσεις πελατειακών λειτουργιών και λογικών που διέλυσαν το κράτος, που διέλυσαν την οικονομία και έφεραν τον ελληνικό λαό μπροστά σε αυτά τα αδιέξοδα.

Η αξιοκρατία θα είναι μόνιμη. Η διαφάνεια θα είναι μόνιμη. Γιατί μία από τις μεγάλες αποστολές μας δεν είναι μόνο να δούμε πώς θα βγούμε από αυτή τη μεγάλη κρίση του χρέους που αντιμετωπίζει η χώρα. Είναι να εγκαταστήσουμε λειτουργίες ακόμα και να πρωτοπορήσουμε με πρωτοβουλίες, με καινοτομίες, ακόμα και τώρα, ναι ακόμα και τώρα να κάνουμε ξένα κράτη με θαυμασμό να βλέπουν ότι η Ελλάδα είναι αποφασισμένη να αλλάξει ριζικά τον εαυτό της. Όταν λέμε τον εαυτό της, εννοούμε το κράτος της.

Ξέρετε ότι δεν  υπάρχει άλλη χώρα στον κόσμο αυτή τη στιγμή, λίγο κοντά είναι μόνο μία, η Μεγάλη Βρετανία, αλλά δεν είναι απολύτως εκεί που είμαστε εμείς, της οποίας το σύνολο των αξιωματούχων, κυβερνητικών και κρατικών, το σύνολο δηλαδή όλων όσων διαχειρίζονται τα ιερά χρήματα του ελληνικού λαού, να είναι υποχρεωμένο, το σύνολο αυτών των αξιωματούχων, για να μπορεί να υλοποιήσει τις αποφάσεις του να πρέπει πρώτα αυτές να τις κοινολογήσει δια μέσου του διαδικτύου, να πρέπει πρώτα να τις γνωστοποιήσει στο σύνολο του ελληνικού λαού.

Δεν υπάρχει απόφαση που ο Έλληνας Πρωθυπουργός να μπορεί σήμερα να υλοποιήσει, άρα και ο τελευταίος κρατικός αξιωματούχος, αν πρώτα δεν την κοινολογήσει, δεν την αναρτήσει στο διαδίκτυο, δεν την γνωστοποιήσει στο σύνολο του ελληνικού λαού.

Αυτό, που μόλις σας περιέγραψε, για όσους το έχετε ακούσει το γνωστό πρόγραμμα ΔΙΑΥΓΕΙΑ, είναι μία πραγματικά μικρή επανάσταση, η οποία δεν ακουμπάει μόνο τον τομέα της προσπάθειας που πρέπει να κάνουμε για την πάταξη της διαφθοράς, δεν ακουμπάει μόνο αυτό που πρέπει να κάνουμε για να είμαστε σίγουροι ότι λαμβάνονται σωστές και ορθολογικές αποφάσεις εκ μέρους μας και τώρα και στο μέλλον, αλλά είναι σίγουρα και μία πολύ μεγάλη εξέλιξη στην προσπάθεια της χώρας να δημιουργήσει ένα επενδυτικό κλίμα διαφάνειας, καθαρότητας, εντιμότητας, ένα κλίμα το οποίο το έχουμε, ειδικά στη σημερινή εποχή, πάρα πολύ μεγάλη ανάγκη.

Άρα, λοιπόν, υπάρχουν πλευρές αυτής της νέας πολιτείας, που στην πραγματικότητα χτίζουμε με τις αποφάσεις μας, που έχουν μόνιμα χαρακτηριστικά.

Όπως επίσης μόνιμο θα είναι το βασικό χαρακτηριστικό ότι πια στην πραγματικότητα, και νομίζω ότι η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού το έχει ενστερνιστεί αυτό, έχουμε επιστρέψει σε μία εποχή από την οποία είχαμε απομακρυνθεί, μία εποχή της οποίας το βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα προκύπτει από το περίφημο αρχαίο ρητό «τα αγαθά κόποις κτώνται». Ναι πρέπει να κοπιάζουμε.

Δεν γίνεται να  υπάρχουν πρωθυπουργοί, υπουργοί, κυβερνήσεις, δεν γίνεται να υπάρχουν δήμαρχοι, δεν γίνεται να υπάρχουν βουλευτές, δεν γίνεται να υπάρχουν κρατικοί αξιωματούχοι, κρατικοί υπάλληλοι, δημόσιοι υπάλληλοι, δεν γίνεται να υπάρχουν επαγγελματίες, δεν γίνεται να υπάρχουν επιχειρηματίες, εργαζόμενοι, οι οποίοι να νομίζουν ότι μπορούν να πετύχουν πια τους στόχους τους σε αυτό το πολύ δύσκολο διεθνές περιβάλλον μέσα σε μία χώρα που βρέθηκε σε τόσο δύσκολες στιγμές χωρίς να κοπιάζουν. Πλέον ο κόπος θα είναι βασικό χαρακτηριστικό.

Και αυτό πια είναι, αν θέλετε, μία θεία δίκη. Γιατί στην πραγματικότητα όλα αυτά τα χρόνια, όλες αυτές τις δεκαετίες υπήρχε μεγάλο κομμάτι του ελληνικού λαού που κόπιαζε, αλλά κόπιαζε μόνο του. Υπήρχαν εκατοντάδες χιλιάδες, εκατομμύρια Ελλήνων, εργαζομένων κυρίως, αγροτών, οι οποίοι πάσχιζαν για να βγάλουν τα προς το ζην.

Και την ίδια στιγμή υπήρχε ένα διεφθαρμένο γραφειοκρατικό, πελατειακό κράτος το οποίο είχε εκμαυλίσει και το είχαν εκμαυλίσει μία σειρά από πολιτικοί, μία σειρά από επιχειρηματίες, δήθεν επιχειρηματίες, μία σειρά από παρασιτικά συμφέροντα, μία σειρά από μεταπρατικά στοιχεία μεσαζόντων, καμία φορά τους λέγαμε και συνδικαλιστές και δεν εννοώ τους νυν, οι οποίοι ζούσαν σε βάρος αυτής της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού, άδικα.

Και των οποίων, κάθε φορά, για να γίνονται τα θελήματα έπρεπε η χώρα να φορτώνεται δημόσιο χρέος. Βεβαίως φτάσαμε σε μία στιγμή που δεν είχαμε να πληρώσουμε.

Μία στιγμή η οποία αν δεν ήταν στα χέρια, και έχω  πλήρη πεποίθηση, και επιτρέψτε μου τον πρώτο ενικό σε αυτό το σημείο, έχω πλήρη πεποίθηση ότι αν αυτή τη στιγμή, στην οποία αναφέρομαι, και αναφέρομαι στους πρώτους μήνες της δικής  μας διακυβέρνησης, η Ελλάδα δεν είχε περάσει  στα χέρια ενός ανθρώπου όπως ο Έλληνας Πρωθυπουργός, ο σημερινός, ο Γιώργος Παπανδρέου, με την αξιοπιστία αλλά και ταυτόχρονα τις δυνατότητες, τη βούληση αλλά και ταυτόχρονα και την αποφασιστικότητα να πάρει αυτή την υπόθεση ως ατμομηχανή και να την φέρει σε πέρας, η Ελλάδα θα είχε βρεθεί αντιμέτωπη με ασύλληπτες, με αδιανόητες περιπέτειες.

Και αν έχουμε καταφέρει αυτή τη στιγμή κάτι, το έχουμε καταφέρει ακριβώς βασισμένοι σε αυτή την αξιοπιστία, ακριβώς βασισμένοι σε αυτή την εργατικότητα, σε αυτό τον κόπο, ο οποίος θα συνεχιστεί πρώτα και κύρια για εμάς τους ίδιους.

Και πάλι σας ξαναλέω, να έχετε πλήρη την πεποίθηση ότι δεν μας φεύγει από το μυαλό ποια είναι η υποχρέωσή μας. Και να ξέρεις και εσύ, αγαπητέ Στέργιο, να ξέρετε και εσείς όλοι, αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι, ότι εμείς πρώτοι και καλύτεροι γνωρίζουμε ό,τι πρέπει ακόμα να κάνουμε. Και θα το κάνουμε.

Γνωρίζουμε ότι έχουμε πάρει και αποφάσεις που είχαν άδικες πλευρές. Γνωρίζουμε ότι, και αισθανόμαστε πολύ δύσκολα για αυτό, ότι πονέσαμε τον ελληνικό λαό, παρότι δεν ήταν επιλογή μας.

Και να έχετε μία βεβαιότητα, μία βεβαιότητα ότι κάθε φορά που θα μας δίνεται η ευκαιρία, η δική μας η επιλογή θα κινείται σε μία κατεύθυνση, και αυτή η κατεύθυνση δεν θα είναι άλλη από την αποκατάσταση αυτών των αδικιών που πρόσκαιρα αναγκαστήκαμε να προκαλέσουμε. Και αυτό είναι για εμάς ένας όρκος τιμής απέναντι στον ελληνικό λαό. Αλλά έπρεπε αυτές τις υποθέσεις, αυτές τις αποφάσεις να τις πάρουμε.

Έχοντας συναίσθηση, λοιπόν, ότι είμαστε στην περίοδο που βγαίνουμε από το πρόβλημα και μπαίνουμε στη λύση, σε μία περίοδο που δυστυχώς οι πρωταίτιοι αυτής της παρ’ ολίγον χρεοκοπίας της χώρας ακολουθούν τον χειρότερο δρόμο, τον εθνικά πιο ανεύθυνο που θα μπορούσαν να ακολουθήσουν, τον δρόμο του άκρατου λαϊκισμού και της δημαγωγίας.

Ξέρετε ότι το πρόβλημα σήμερα με την Αξιωματική Αντιπολίτευση δεν είναι το παρελθόν της. Το πρόβλημα είναι το παρόν της. Είναι ένα παρόν λαϊκισμού και δημαγωγίας.

Ξέρετε η πρώτη απόφαση του νέου Αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας  ποια ήταν; Ήταν να καταψηφίσει το νόμο για την πλήρη αξιοκρατία στις προσλήψεις. Και να υποσχεθεί νομική υποστήριξη σε όσους εμείς λέγαμε, για λόγους αποκατάστασης της κοινωνικής δικαιοσύνης, ότι πρέπει να μην συνεχίσουν μία πελατειακή σχέση με το ελληνικό κράτος σε βάρος τόσων εκατοντάδων χιλιάδων παιδιών άνεργων ή εργαζόμενων στον ιδιωτικό τομέα, και ο κύριος Σαμαράς άνοιγε τα γραφεία του κόμματός του παρέχοντας νομική υποστήριξη για τη διατήρηση, για τη συντήρηση, για την αναπαραγωγή αυτού του φαύλου πελατειακού συστήματος το οποίο είχε οργανώσει η Κυβέρνηση στην οποία και ο ίδιος συμμετείχε.

Και η δεύτερη απόφαση, η μία από τις επόμενες αποφάσεις του ήταν να αποχωρήσει από τη Βουλή κατά τη διάρκεια συζήτησης και ψήφισης του πρώτου νομοσχεδίου στην ιστορία της χώρας με το οποίο  καθιερώθηκε η απόλυτη αξιοκρατία στις προαγωγές των στελεχών του δημοσίου.

25.000 διευθυντές επί δεκαετίες επιλέγονταν με κομματικά κριτήρια και συνεπείς στη δέσμευσή μας απέναντι στον ελληνικό λαό, που θυμάστε πολύ καλά, λέγανε ότι το κράτος δεν είναι το φέουδο του νικητή και ότι αυτή η προσέγγιση και η αντίληψη πρέπει να τελειώνει.

Δεν σημαίνει ότι επειδή νικήσαμε και πήραμε την εντολή του ελληνικού λαού το κράτος είναι δικό μας και θα το κάνουμε ό,τι θέλουμε.

Και ένα από τα μεγάλα βήματα που κάναμε και ήδη εφαρμόζονται και αυτά σε αυτή τη κατεύθυνση, ήταν να θεσπίσουμε την απόλυτη αξιοκρατία για πρώτη φορά στις προαγωγές και αποχώρησε ο κύριος Σαμαράς από τη Βουλή, υπερασπιζόμενος και πάλι τις πιο ακραίες πελατειακές, ρουσφετολογικές πολιτικές που ασκήθηκαν στα σπλάχνα του ελληνικού κράτους και που ήταν και αυτές μία από τις αιτίες που οδήγησαν παρ’ ολίγο στη χρεοκοπία την ελληνική κοινωνία, την ελληνική οικονομία, το ελληνικό κράτος.

Άρα, είμαστε στη πιο δύσκολη περίοδο, σε μία πολύ κρίσιμη περίοδο με πολλούς κινδύνους γύρω από τη χώρα. Δυστυχώς, με μια δημαγωγική, ακραία ανεύθυνη αντιπολίτευση, αλλά με τη μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού που μας αναγνωρίζει ότι το δίκιο είναι με το μέρος μας, στο πλευρό μας.

Και πολλές φορές πολλοί ξεγελιούνται και για αυτό ξεγελάστηκαν και στις Δημοτικές και στις Περιφερειακές εκλογές. Ξεγελιούνται γιατί αυτή η μεγάλη πλειοψηφία έχει ένα βασικό χαρακτηριστικό, είναι σιωπηλή πλειοψηφία. Δεν μιλάει, δεν φωνάζει, αλλά παρακολουθεί και παρακολουθεί με μεγάλη ωριμότητα και ταυτόχρονα με μεγάλη αυστηρότητα.

Με την ίδια ακριβώς ωριμότητα και αυστηρότητα, που ω μη γένοιτο, θα σταθεί και απέναντί μας εάν διαπιστώσει ότι ξεστρατίζουμε.

Εάν διαπιστώσει ότι πάμε να ακολουθήσουμε και εμείς την πεπατημένη. Αυτή όμως η μεγάλη σιωπηλή πλειοψηφία σας διαβεβαιώ δεν θα χρειαστεί ποτέ να αντιμετωπίσει εμάς με αυτήν την αυστηρότητα, γιατί σας διαβεβαιώ ότι αυτό το δρόμο που έχουμε ξεκινήσει εμείς, θα τον πάμε μέχρι τέλους, επιδιώκοντας διαρκώς τη συμπαράταξη, την ενεργοποίηση και τη συμμετοχή του ελληνικού λαού.

Γιατί; Γιατί αυτό το οποίο συντελείται σήμερα δεν είναι η υποταγή σε κελεύσματα ή πολύ περισσότερο σε άνωθεν ή και έξωθεν ακόμη χειρότερα, εντολές.

Είναι η σύγκρουση, είναι η σύγκρουση με ένα κακό παρελθόν, με τη γκρίζα πλευρά της μεταπολίτευσης, με τη γκρίζα πλευρά του κομματικού συστήματος, είναι η σύγκρουση με μία σειρά από κατεστημένες αντιλήψεις και πρακτικές, οι οποίες είχαν σαν αποτέλεσμα η Ελλάδα να βρεθεί στον κίνδυνο τον οποίο αντιμετώπιζε και λιγότερο μεν, αλλά εξακολουθεί να αντιμετωπίζει.

Και σε αυτή τη σύγκρουση θα πάμε μέχρι τέλους, αλλά θα πάμε με απόλυτη πεποίθηση φίλες και φίλοι, συντρόφισσες και σύντροφοι, ότι αυτό το οποίο πράττουμε, απορρέει αποκλειστικά και μόνο από το πατριωτικό μας καθήκον.

Μας το λέει ο ελληνικός λαός και η συνείδησή μας, το συμφέρον του λαού, το συμφέρον της χώρας. Για αυτό και κάνουν πολλές φορές μεγάλο λάθος και δυστυχώς καμιά φορά γίνεται και από εμάς, πως αντί να πουν ευθέως την αλήθεια στον ελληνικό λαό, αντί να θυμίσουν στον ελληνικό λαό ότι η συντριπτική πλειοψηφία των αποφάσεων που έχουμε πάρει, των επιλογών που έχουμε κάνει, είναι επιλογές και αποφάσεις για τις οποίες είχαμε δεσμευτεί ακόμη και προεκλογικά.

Κάνουν το λάθος να βάζουν μπροστά τρίτους. Κάνουν το λάθος να δημιουργούν την εντύπωση ότι μας τα επιβάλουν. Κανείς δεν μας τα επιβάλει και κανείς δεν μπορεί να μας τα επιβάλει. Ό,τι κάνουμε, είναι δικές μας αποφάσεις και ό,τι δεν είναι δικές μας αποφάσεις, απλούστατα δεν ισχύει.

Και αυτό είναι κάτι το οποίο πρώτα και κύρια εμείς διαρκώς επιβεβαιώνουμε, αλλά και πρέπει να επιβεβαιώνουμε. Είπε ο Πρωθυπουργός πριν από δύο μέρες, ούτε είμαστε, ούτε θα γίνουμε κανενός εντολοδόχοι.

Έχουμε το σθένος, έχουμε την πολιτική παρρησία, έχουμε τη βούληση να κοιτάξουμε κατάματα τον ελληνικό λαό και να του πούμε όλες τις αλήθειες που θα χρειαστεί, που χρειάστηκε ή στο μέλλον μπορεί να υποχρεωθούμε να του πούμε.

Και αυτές τις αλήθειες θα τις πούμε και κοιτώντας τον ελληνικό λαό στα μάτια χωρίς να έχουμε την ανάγκη κανενός τρίτου. Γιατί αυτές οι αλήθειες, είναι αλήθειες που συνδέονται με το παρόν και κυρίως με το μέλλον αυτού του τόπου, με το δημόσιο συμφέρον, με το συμφέρον του ελληνικού λαού και ταυτόχρονα θα πούμε και θα λέμε διαρκώς, ότι επίσης κανείς δεν πρέπει να παρεξηγεί το ρόλο του και κανείς από όλους όσοι επιλέγουν ή οφείλουν να συνδράμουν την Ελλάδα να βγει από αυτή τη κρίση, δεν μπορεί να παρεξηγεί το ρόλο του.

Και ο ελληνικός λαός σε κανέναν εκπρόσωπο δεν έχει δώσει καμία εντολή να παρεμβαίνει στη πολιτική ζωή του τόπου του. Ο ελληνικός λαός σε κανέναν εκπρόσωπο της τρόικας δεν έχει δώσει την εντολή και την εξουσιοδότηση να του δίνει μαθήματα και για αυτό το λόγο σε ανύποπτο χρόνο έχουμε ξεκαθαρίσει τους ρόλους.

Η ευθύνη μας ανήκει. Μας ανήκει αποκλειστικά και είμαστε σε θέση απέναντι στον ελληνικό λαό ανά πάσα στιγμή να αιτιολογήσουμε τις αποφάσεις μας.

Συνεργαζόμαστε με όλους εκείνους τους οργανισμούς που διαμόρφωσαν το μηχανισμό στήριξης. Ένα μηχανισμό στήριξης, χωρίς τον οποίο η Ελλάδα του κυρίου Καραμανλή θα είχε διαλυθεί, θα είχε κυριολεκτικά χρεοκοπήσει, θα είχε βρεθεί σε καταστάσεις τις οποίες δεν μπορεί κανείς να διανοηθεί, αλλά από εκεί, μέχρι και κάποιοι να νομίζουνε, να παρεξηγούν το ρόλο τους, υπάρχει απόσταση και να ξέρετε ότι ο Γιώργος Παπανδρέου, όπως είπε προχθές στο Υπουργικό Συμβούλιο, όλοι μας, το σύνολο του ελληνικού λαού είναι αποφασισμένοι, έχουν αναλάβει τις ευθύνες τους, θα τις αναλάβουν μέχρι πέρας, για να εξυπηρετήσουν το δημόσιο και εθνικό συμφέρον και αυτό θα κάνουμε μέχρι τέλους.

Συνεργαζόμενοι με όλους τους εγχώριους, αλλά και διεθνείς φορείς που μπορούν να βοηθήσουν τη χώρα, χωρίς όμως σε κανέναν να εκχωρούμε ακόμη και ένα μικρό γραμμάριο από την κυριαρχία ή από την αξιοπρέπεια αυτής της πατρίδας.

Έτσι ξεκινήσαμε, έτσι συνεχίζουμε, έτσι θα ολοκληρώσουμε αυτόν τον ανηφορικό δρόμο και θα τον ολοκληρώσουμε γιατί έχουμε το δίκιο με το μέρος μας. Γιατί ο ελληνικός λαός, ο αυστηρός αυτός κριτής, που και μνήμη έχει και κρίση έχει, ξέρει ότι αυτή τη στιγμή κάνουμε ό,τι περισσότερο και ό,τι καλύτερο είναι ανθρωπίνως δυνατό για να γίνει και αυτό θα συνεχίσουμε να κάνουμε.

Σε μία πορεία, σε μία διαδρομή που ξέρετε ότι έχει και ένα βασικό για όλους μας, πραγματικό, πολύ πραγματικό ερώτημα και το πραγματικό αυτό ερώτημα είναι, θα κάνουμε ό,τι μέχρι τώρα γινότανε;  Δηλαδή, θα αφήσουμε τα προβλήματα, όχι να τα λύσουνε κάποιοι τρίτοι, ούτε κάποιοι έξω από εμάς, αλλά να τα λύσουν τα παιδιά μας;

Μα είναι τόσα πολλά πια αυτά τα προβλήματα, είναι τόσο δυσβάσταχτα που δεν θα αντέξουν, δεν θα αντέξει η επόμενη γενιά να τις παραδώσουμε ένα τέτοιο κράτος σαν αυτό που υπήρχε μέχρι πριν από 2 χρόνια, μία τέτοια οικονομία, ένα τέτοιο ασφαλιστικό σύστημα, ένα τέτοιο σύστημα υγείας. Δεν θα αντέξει. Θα καταρρεύσει.

Θα βρεθεί σε καταστάσεις οι οποίες θα είναι αποδιαρθρωτικές. Άρα, η εθνική ευθύνη, άρα η κοινωνική δικαιοσύνη, το κριτήριο της κοινωνικής δικαιοσύνης μας επιβάλει να αναλάβουμε εμείς το κόστος. Γιατί αν δεν το αναλάβουμε εμείς, θα το παραδώσουμε στα παιδιά μας, κάποιος θα το πάρει.

Δεν υπάρχει τρίτη λύση. Δεν μπορεί να εξαφανιστεί. Και μια που η Ελλάδα αποφάσιζε τόσες δεκαετίες, όλο και πιο πέρα να αφήνει τα προβλήματα, όλο και να τα μεταθέτει από γενιά σε γενιά, επόμενο ήταν ότι κάποια στιγμή θα φτάσουμε στο τέρμα και φτάσαμε στο τέρμα.

Φτάσαμε στο τέρμα, το οποίο μας υποχρέωσε να πάρουμε αυτόν τον δρόμο. Να χαράξουμε αυτή τη διαδρομή. Αλλά να ξέρετε φίλες και φίλοι ότι αυτός είναι ο δρόμος ο οποίος στο τέλος θα μας κάνει υπερήφανους.

Στο τέλος θα μας κάνει υπερήφανους, θα μας κάνει να αισθανθούμε δικαιωμένοι και θα μας κάνει να αισθανθούμε πάνω από όλα ότι είμαστε αντάξιοι της εντολής αυτού του λαού, αυτής της ιστορίας, αυτής της παράταξης, αυτής της χώρας.

Και είναι η εποχή που όλα είναι δύσκολα. Είναι πράγματι αυτή η εποχή, αλλά δεν πρόκειται να κάνουμε πίσω. Δεν πρόκειται να κάνουμε πίσω όσο και αν οι πολιτικοί αντίπαλοι, όλοι όσοι καιροφυλακτούν και προσπαθούν να εκμεταλλευτούν καταστάσεις, καταφεύγουν σε αυτόν τον λαϊκισμό.

Έναν λαϊκισμό που, ξέρετε, έχει πάρει ακραία μορφή, ειδικά το τελευταίο διάστημα και ειλικρινά δεν μπορεί κανείς να υπολογίσει τι μορφές ακόμη πιο ακραίες θα είναι παρακάτω.

Όλα αυτά τα φαινόμενα της εύκολης ανομίας. Είναι ο άλλος λέει αριστερός, είναι προοδευτικός, είναι φιλολαϊκός γιατί στηρίζει, γιατί ενθαρρύνει, γιατί προπαγανδίζει πρακτικές ανομίας.

Δηλαδή λέει, μη πληρώνετε και άρα είναι αριστερός και εκείνη τη στιγμή δεν λέει τη μεγάλη αλήθεια στον ελληνικό λαό, ότι αυτή του η καθοδήγηση είναι στη πραγματικότητα το άνοιγμα της κερκόπορτας ή η προσπάθεια να μείνει ανοιχτή η κερκόπορτα.

Γιατί αυτή η ψευδαίσθηση του δεν πληρώνω, της ανομίας που δημιουργούν κάποιοι για να κερδοσκοπήσουν πολιτικά, στην πραγματικότητα ξέρετε τι είναι; Είναι η νομιμοποίηση, είναι η επιβεβαίωση, είναι η προσπάθεια αναπαραγωγής της ανομίας σε όλα τα επίπεδα.

Είναι η νομιμοποίηση της ανομίας των ισχυρών, των μεγάλων και των λίγων, οι οποίοι όμως όταν καταφεύγουν σε πράξεις ανομίας, αυτές έχουν τεράστιο κόστος για τα λαϊκά συμφέροντα, γιατί πρόκειται για πράξεις ανομίας που δεν έχουν να κάνουν με τα διόδια των λίγων ευρώ, είναι πράξεις ανομίας που έχουν στη περίπτωση αυτή των μεγάλων και λίγων και ισχυρών συμφερόντων, να κάνουν με πολλά δισεκατομμύρια ευρώ.

Και όσοι λοιπόν ευνοούν καταστάσεις ανομίας στη χώρα, στη πραγματικότητα δικαιολογούν, αιτιολογούν, νομιμοποιούν και σε τελική ανάλυση επιδιώκουν, θέλοντας ή όχι, ή αφήνουν τον εαυτό τους εκτεθειμένο, να θεωρείται ότι το πράττουν αυτό και για όλους εκείνους οι οποίοι άλλο που δεν θέλουν να επικρατήσει ένα γενικευμένο καθεστώς ανομίας ή να συντηρηθεί ένα τέτοιο που υπήρχε στην Ελλάδα για πολλές δεκαετίες και χάρη στο οποίο πολλά παρασιτικά συμφέροντα επέζησαν, αναπαρήχθησαν και κατέληξαν να κάνουν πλούσιους επιχειρηματίες, αλλά πάμφτωχες τις επιχειρήσεις τους.

Αυτή λοιπόν η πραγματικότητα είναι μία πραγματικότητα που την αντιλαμβάνεται ο ελληνικός λαός, που μπορεί να ξεχωρίσει την ψευδαίσθηση του δεν πληρώνω, από την πραγματικότητα μιας πραγματικής πράξης εμπιστοσύνης σε αυτόν.

Μιας πραγματικής μεταβίβασης αρμοδιοτήτων και εξουσιών σε αυτόν, στον λαό και στις τοπικές του κοινωνίες, που ήταν η πραγματοποίηση της επί πολλά χρόνια δέσμευσής μας και που πια την ξέρετε ως το πρόγραμμα «Καλλικράτης».

Και το πρόγραμμα «Καλλικράτης», αγαπητές φίλες, αγαπητοί φίλοι, δεν ήταν τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο, από τη μεγαλύτερη πράξη εμπιστοσύνης της ελληνικής πολιτείας προς την ελληνική περιφέρεια, προς τον ελληνικό λαό, προς τις τοπικές κοινωνίες.

Ήταν η μεγαλύτερη μεταβίβαση εξουσιών, αρμοδιοτήτων, αλλά και πόρων, από μία πολιτεία, από μία Κυβέρνηση που είπε, ως όφειλε σε τέτοια έκταση και σε τέτοιο βάθος στον ελληνικό λαό, ότι ναι, σας εμπιστευόμαστε. Ναι, μπορείτε. Πάρτε την τύχη σας στα χέρια σας και πια θα μπορείτε όχι μόνο να αποφασίζετε, αλλά να έχετε τα μέσα, τα εργαλεία και τους πόρους, αυτό που αποφασίζετε να το κάνετε πράξη και δεν θα χρειάζεται ναι μεν εσείς να αποφασίζετε, αλλά τους πόρους θα αποφασίζει κάποιος άλλος στην Αθήνα αν θα τους διαθέτει για να γίνουν πράξεις ή αποφάσεις.

Αυτό ήταν ο «Καλλικράτης» και να ξέρετε βεβαίως ότι είμαστε μόνο στην αρχή και ότι αυτό δεν ήταν ένα νομοσχέδιο, δεν ήταν μία περιστασιακή απόφαση. Είναι ένα μοντέλο διακυβέρνησης που απλώς ο «Καλλικράτης» ήταν το πρώτο του βήμα.

Είναι μία αντίληψη για το παρόν και το μέλλον της χώρας. Είναι μία αντίληψη για το πώς μπορεί να εξελιχθεί και να αναπτυχθεί αυτός ο τόπος. Πώς μπορεί να αξιοποιήσει τα πραγματικά  συγκριτικά του πλεονεκτήματα.

Για αυτό και λέμε πολλές φορές, αν το έχετε ακούσει, ο «Καλλικράτης» είναι ένα μικρό παιδί που μόλις γεννήθηκε, το οποίο για αυτό έχει την έγνοια, έχει την ανάγκη όλων μας, πολύ περισσότερο των ανθρώπων που ζήτησαν και πήραν την εντολή του ελληνικού λαού να τον υπηρετήσουν.

Γιατί αυτό που θα προκύψει από αυτό το παιδί μεγαλώνοντας, θα είναι ένα πολύ ισχυρό θεσμικό και διοικητικό πλαίσιο, που θα μπορεί να κάνει πράξη χωρίς πια αυτό να είναι είδηση, χωρίς να είναι κάτι καινούργιο, να κάνει πράξη τις δημοκρατικά επιλεγμένες, ειλημμένες αποφάσεις που θα φέρουν οι τοπικές κοινωνίες, που αυτές καλύτερα από όλους ξέρουν και που είναι τα συγκριτικά τους πλεονεκτήματα και πολύ περισσότερο πού θέλουν να πάνε.

Αυτή, λοιπόν, η πραγματικότητα είναι μία πραγματικότητα, φίλες και φίλοι, που αποδεικνύει και κάτι ακόμη, ότι παρά την κρισιμότητα των στιγμών και τις δυσκολίες, δεν μένουμε μόνο στη διαχείριση των πραγμάτων, αλλά είμαστε αποφασισμένοι να αλλάξουμε κιόλας τις συνθήκες.

Να αλλάξουμε πρακτικές, νοοτροπίες, διαδικασίες, θεσμούς, να αλλάξουμε την πραγματικότητα στο κράτος και κατ’ επέκταση και στην ελληνική οικονομία και είναι πράγματι σωστό ότι συντελούνται πολλές αλλαγές και θα συντελεστούνε και άλλες.

Θα συντελεστούνε και άλλες μεγάλες που ο ελληνικός λαός ζητά, που βασικές αρχές, αξίες, αρετές μας υποδεικνύουν, όπως της κοινωνικής δικαιοσύνης, όπως της ανάπτυξης, όπως της αλληλεγγύης.

Και έτσι θα λύσουμε, με αυτό το γνώμονα, και με αυτά τα κριτήρια και μία σειρά από προκλήσεις και προβλήματα που έχουμε ακόμα να επιλύσουμε. Γιατί αλίμονο αν είχαμε καταφέρει σε 16 μήνες να λύσουμε το σύνολο των προβλημάτων της Ελλάδας.

Έχουμε μπροστά μας πολλές εξελίξεις και μέσα στο κράτος, θέματα που αφορούν την αρμοδιότητά μας, και μέσα στην κοινωνία και μέσα στην οικονομία.

Έχουμε μπροστά μας το νέο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων. Μπορεί άλλο να συνεχίζεται αυτή η κατάσταση; Μπορεί δύο παιδιά που μαζί σπούδασαν, με τον ίδιο βαθμό αποφοίτησαν, τα ίδια προσόντα έχουν, την ίδια οικογενειακή κατάσταση, τα ίδια χρόνια εμπειρίας, τις ίδιες δεξιότητες, ο ένας επειδή προσλαμβάνεται στο Α Υπουργείο να παίρνει 2.500 ευρώ και ο άλλος επειδή προσλήφθηκε στο Β Υπουργείο να παίρνει τα μισά λεφτά; Είναι αυτό δημόσια διοίκηση; Μία δημόσια διοίκηση που μπορεί να αξιοποιεί τα στελέχη της και που αύριο, αν χρειαστεί, να μεταφέρει κάποιους ανθρώπους  για να στηρίξει κάποιες λειτουργίες, κάποιες καινούριες πρακτικές, κάποιες καινούριες υπηρεσίες; Δεν είναι.

Αλλά αυτή ήταν η δημόσια διοίκηση επί χρόνια. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Μία πραγματικότητα που δεν υπακούει σε καμία λογική. Δεν  υπακούει σε καμία αρχή, σε καμία αξία. Μία άδικη πραγματικότητα, αναποτελεσματική, ανορθολογική, αδιέξοδη, αντιπαραγωγική και για αυτό γραφειοκρατική και στη συνέχεια και κατ’ επέκταση και διεφθαρμένη στο βαθμό που είναι.

Θέλω, λοιπόν, να σας διαβεβαιώσω ότι έχουμε κάνει πολλά και σημαντικά πράγματα. Έχουμε μπροστά μας, όμως, να κάνουμε εξίσου  περισσότερα ή και σημαντικότερα.

Εμείς θα πορευτούμε με πλήρη συναίσθηση της ιστορικής ευθύνης που μας έλαχε. Θα πορευτούμε με αποκλειστικό γνώμονα την εντολή του ελληνικού λαού, το συμφέρον του τόπου, τη συνείδησή μας, την ιστορία αυτής της χώρας, αυτού του λαού, αυτής της παράταξης πάνω από όλα όμως το συμφέρον των επόμενων γενεών.

Θα έχουμε μαζί μας, είμαστε βέβαιοι, τη μεγάλη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Θα έχουμε ταυτόχρονα και τη βούληση αλλά και την πολιτική ευθύνη που μας αναλογεί.

Και θα φτάσουμε μέχρι τέλους, γιατί έχουμε συναίσθηση, και πιστεύω ότι και εσείς έχετε, και το δείχνετε αυτό απόψε, συναίσθηση ότι ο δρόμος που βαδίζουμε είναι ο μόνος δρόμος που θα μας βγάλει από αυτά τα αδιέξοδα, είναι ο μόνος δρόμος ο οποίος στο τέλος, πραγματικά στο τέλος, θα μας δώσει την δυνατότητα κοιτώντας πίσω να είμαστε ικανοποιημένοι, να είμαστε υπερήφανοι, να είμαστε βέβαιοι ότι πράξαμε το καθήκον μας, ότι πράξαμε το σωστό.

Ένα μεγάλο ευχαριστώ που είχαμε απόψε την ευκαιρία να βρεθούμε. Το έκανα και το κάναμε με μεγάλη χαρά. Να είστε πάντα καλά και μαζί να προχωρήσουμε αυτό τον πολύ δύσκολο ανηφορικό αλλά πολύ όμορφο αγώνα που θα φέρει, να είστε βέβαιοι, πολύ σύντομα για όλους μας και πρώτα από όλα για τη χώρα, πολύ καλύτερες μέρες.

Σας ευχαριστώ πάρα πολύ.