Εισήγηση Δημήτρη Ρέππα στην Ολομέλεια της Βουλής
PDF | DOC| Εισήγηση Δημήτρη Ρέππα, Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, στην Ολομέλεια της Βουλής, επί της «πρότασης του Πρωθυπουργού για παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην Κυβέρνηση».
Κυρίες και κύριοι βουλευτές, η Κυβέρνηση ζητάει σήμερα ψήφο εμπιστοσύνης, γιατί πιστεύω ότι αξίζει οι Έλληνες βουλευτές να την εμπιστευθούν να συνεχίσει την προσπάθειά της, αφού απέδειξε ότι μπορεί να αναλαμβάνει ευθύνες και να φέρει σε πέρας ένα τιτάνιο έργο, κρατώντας ορθή και παρούσα την Ελλάδα. Κρατώντας ζωντανή την ελπίδα και δημιουργώντας προϋποθέσεις για ένα καλύτερο αύριο.
Η Κυβέρνηση, ζητάει ψήφο σωφροσύνης, γιατί πιστεύει ότι οι βουλευτές αξίζει να συμβάλουν στη διασφάλιση της πολιτικής σταθερότητας που είναι το απαραίτητο και αναγκαίο περιβάλλον για την ευόδωση της εθνικής προσπάθειας.
Η Κυβέρνηση ζητάει ψήφο δικαιοσύνης από τους Έλληνες βουλευτές, που γνωρίζουν ότι εμείς, οι αιρετοί του σταυρού προτίμησης, γίναμε ξαφνικά οι αίροντες το σταυρό του μαρτυρίου που μας παρέδωσε η προηγούμενη Κυβέρνηση, σε μια προσπάθεια να κρατήσουμε την χώρα ισότιμο εταίρο στην ευρωπαϊκή οικογένεια.
Η Κυβέρνηση, ζητάει ψήφο ευθύνης. Και ευθύνη είναι κατ’ εξοχήν το θεμέλιο ήθος, προκειμένου έτσι να φέρουμε σε πέρας το μεγάλο έργο που έχουμε αναλάβει, έργο που θα αποτελέσει και το θεμέλιο λίθο για την ανόρθωση της χώρας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η εταιρική σχέση, η σχέση της χώρας με τους δανειστές, οριοθετεί τα τελευταία δύο χρόνια καθοριστικά τη σχέση των κομμάτων, τη σχέση της πολιτικής με τους πολίτες και με την κοινωνία, την σχέση της Ελλάδος με την ευρωπαϊκή οικογένεια. Είναι μια σχέση, η οποία επιβάλει ιδιαίτερους, προσεκτικούς –ασφαλώς- και επιμελείς χειρισμούς, αλλά δεν είναι μια σχέση η οποία επιτρέπει σε μας να παραμείνουμε αμέριμνοι με διαχείρισή της κατά τον καθιερωμένο στερεότυπο τρόπο. Απαιτεί μεγάλες και γενναίες υπερβατικές πρωτοβουλίες.
Η τελευταία απόφαση στη Σύνοδο Κορυφής, μπορεί να πει κανείς ότι αποτελεί και μια δικαίωση για το μόχθο και την προσπάθεια του Πρωθυπουργού και της ελληνικής διαπραγματευτικής ομάδας. Πάνω απ’ όλα όμως, αποτελεί μια υποχρέωση για τη συνέχιση αυτής της προσπάθειας. Και η συνέχιση και ολοκλήρωση αυτής της προσπάθειας, είμαι βέβαιος ότι θα έχει και πάλι τη σφραγίδα του ΠΑΣΟΚ.
Ήταν μια εξαιρετικά θετική για την Ελλάδα απόφαση. Είναι στο χέρι μας να εφαρμοστεί, για να μην αποδειχθεί τελικώς ότι η απόφαση αυτή ήταν μια ευκαιρία που υπήρξε για ένα και μόνο λόγο: για να χαθεί. Δεν πρέπει να χαθεί αυτή η ευκαιρία, αυτή η νέα μεγάλη δυνατότητα που προσφέρεται στην χώρα. Αυτή η συμφωνία, εξασφαλίζει τη θέση της Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ. Δεύτερον, προσφέρει εγγυήσεις για τις καταθέσεις, τους μισθούς, τις συντάξεις, για τη λειτουργία του κράτους, των σχολείων, των νοσοκομείων, των υπηρεσιών.
Τρίτον, καθιστά διαχειρίσιμο το ελληνικό δημόσιο χρέος. Και τέταρτον, περιέχει και μια αναπτυξιακή πτυχή με την αξιοποίηση Κοινοτικών πόρων.
Είναι χαρακτηριστικό και κεντρικό στοιχείο, ότι με αυτήν την απόφαση, η Ελλάδα μπορεί να απαλλαγεί από ένα χρέος ύψους περίπου 100 δισ. ευρώ. Αρκεί να σκεφθεί κανείς ότι με επιτόκιο 4,5%, αυτό το οποίο κερδίζει η Ελλάδα από την αποφυγή πληρωμής τόκων, έχουμε ένα ποσό σε ετήσια βάση περίπου 4,5 δισ. ευρώ. Αρκεί επίσης να σκεφθείτε, ότι το 2009 και τα επόμενα χρόνια το ύψος των τόκων έφθανε ετησίως τα 12 δισ. ευρώ. Για το 2012 το αντίστοιχο ύψος προβλέπεται να είναι στα 18 δισ. ευρώ.
Εάν εφαρμοστεί αυτή η απόφαση, μπορούμε να πετύχουμε την μείωση του ύψους των τόκων, με συνέπεια να κερδίσουμε πράγματι αυτό το ποσό των περίπου 5 δισ. Ευρώ. Ένα ποσό, που για να έχουμε μια εικόνα συγκριτική, αντιστοιχεί με το δημοσιονομικό όφελος που επιδιώκουμε από την απόλυτη εφαρμογή του προσφάτως ψηφισθέντος πολυνομοσχεδίου.
Η Ελλάδα είναι μια χώρα χρεωμένη, δεν είναι χρεοκοπημένη. Και η προσπάθεια που κάνουμε, είναι η αξιοποίηση αυτής της απόφασης, προκειμένου έτσι, έστω και τώρα, να αφυπνιστούμε ως κοινωνία, ως κράτος, ως πολιτικοί, προκειμένου να δώσουμε οριστική λύση σε ένα τεράστιο πρόβλημα όπως είναι το δημόσιο χρέος.
Το δημόσιο χρέος το αντιμετωπίζουμε στο πλαίσιο της αλληλεγγύης και της στήριξης μαζί με τους εταίρους. Το θέμα όμως του παραγόμενου ετησίως ελλείμματος, είναι θέμα δικό μας. Κυρίως, ή και αποκλειστικά δικό μας, και πρέπει από εδώ και πέρα να μεριμνήσουμε ώστε να ζούμε με ένα τέτοιο τρόπο που να ανταποκρίνεται στις δυνατότητές μας.
Να προτάξουμε τη διεύρυνση, τη μεγέθυνση των δυνατοτήτων μας, ώστε να μπορούμε με συναφή και συνακόλουθο τρόπο να βελτιώνουμε και να αναβαθμίζουμε και το επίπεδο της ζωής μας. Μακάρι να είχαμε ως Ευαγγέλιο τη ρήση, το λόγο, του αείμνηστου Ανδρέα Παπανδρέου: «Ή θα αφανίσουμε το χρέος ή το χρέος θα αφανίσει την χώρα».
Δυστυχώς, πέρασαν πολλά χρόνια μέχρι να συνειδητοποιήσουμε ότι αυτό το θέμα αποτελεί κεντρικό, ζωτικής σημασίας, θέμα για το παρόν και το μέλλον της χώρας. Και ενώ αυτή η απόφαση έγινε γνωστή, από την πρώτη στιγμή αντί να επικεντρωθεί το σύνολο των συζητήσεων στα επί της ουσίας στοιχεία αυτής της απόφασης, έγινε προσπάθεια να εκτραπεί η συζήτηση με την κατασκευή διάφορων επιχειρημάτων, ισχυρισμών, οι οποίοι προβλήθηκαν με έναν τρόπο όμως που περιέχει τις αυτονόητες απαντήσεις.
Τέθηκε το θέμα της κυριαρχίας, το αν δηλαδή έχουμε εκχωρήσει ζωτικά δικαιώματα της χώρας και των πολιτών σε κάποιες ξένες δυνάμεις. Επιτρέψτε μου να πω ότι τα θέματα των σχέσεων της Ελλάδας με την Ευρώπη έχουν αποσαφηνιστεί ήδη από τη συμφωνία του Μάαστριχ, την οποία έχουμε ψηφίσει. Θυμίζω, και τότε εμείς είχαμε ζητήσει τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος. Αρνήθηκε η τότε Κυβέρνηση. Τελικώς, με υπεύθυνη στάση το δικό μας κόμμα ψήφισε «ναι» σε αυτή τη συνθήκη.
Και βεβαίως, η προσπάθεια αυτή που γίνεται για να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι έχουμε εκχωρήσει κυριαρχία, δεν είναι για τον κοινό νου. Γιατί όλοι αντιλαμβάνονται ότι με τον ίδιο τρόπο, που μέχρι τώρα έχουμε συνεργαστεί με τους συμμάχους στη μακραίωνα πολιτική ιστορία, κυρίως κερδίζουμε από τέτοιους είδους συμμαχίες. Γιατί η Ελλάδα δεν πρέπει να είναι μόνη της, θέλει συμμαχίες, είναι δική μας επιλογή να έχουμε εταίρους και συμμάχους. Μπορούμε σε ισότιμη βάση -και αυτό εξαρτάται από εμάς- να κάνουμε ισότιμη τη σχέση μας, να αξιοποιούμε τη γνώση, την εμπειρία άλλων δυνάμεων για να αντιμετωπίσουμε προβλήματα, τα οποία αποτελούν και καρκινώματα στη δημόσια ζωή της χώρας, όπως είναι η διαφθορά, η φοροδιαφυγή, η γραφειοκρατία.
Αγοράζουμε εύκολα ξένα προϊόντα γιατί θέλουμε τη γνώση και την εμπειρία των δυνάμεων εκείνων που μπορούν πραγματικά να μας βοηθήσουν. Να μην επιχειρήσουμε εμείς να ανακαλύψουμε την Αμερική, αλλά να αξιοποιήσουμε την ήδη υπάρχουσα Αμερική για να κάνουμε καλύτερη την ελληνική κοινωνία.
Τέθηκε θέμα αναδιάρθρωσης. Γιατί, λένε κάποιοι, η Κυβέρνηση τώρα θέτει το θέμα της αναδιάρθρωσης όταν με διάφορους τρόπους εξοβέλιζε οποιαδήποτε απόπειρα για σχετική συζήτηση; Μα ασφαλώς δεν είναι καθόλου σώφρων μια χώρα που έχει το χρέος της Ελλάδος, μονομερώς, με δική της δηλαδή πρωτοβουλία, να θέσει το θέμα της αναδιάρθρωσης του χρέους. Δίνει τότε ένα αρνητικό γι΄ αυτήν μήνυμα στις αγορές. Εμφανίζεται ως μια χώρα κακοπληρωτής και τραυματίζεται η αξιοπιστία της και μάλιστα την ώρα που προσπαθούμε να ανακτήσουμε αξιοπιστία.
Ασφαλώς ωρίμασαν οι συνθήκες και ενώ οι συζητήσεις γίνονταν στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων, ήρθε τώρα η ώρα προκειμένου μαζί με τους εταίρους να πάρουμε αυτή την πρωτοβουλία, όταν συνέτρεξαν οι κατάλληλοι παράγοντες. Πρώτος και καθοριστικός, μεταξύ των άλλων, το ότι φαίνεται πλέον μέσα στο 2012 πως η Ελλάδα μπορεί να έχει πρωτογενή πλεονάσματα για πρώτη φορά μετά από χρόνια. Να ποια είναι τα ποιοτικά άλματα που κάναμε εμείς με την πολιτική μας, ώστε να δικαιούμεθα τη συναντίληψη και την υποστήριξη και των εταίρων σε αυτήν την προσπάθεια.
Είπαν κάποιοι, γιατί το θέμα του δημοψηφίσματος δεν το θέσατε από την πρώτη στιγμή και οψίμως ανακαλύψατε αυτή την κορυφαία, όπως όλοι λέμε και αναγνωρίζουμε, δημοκρατική διαδικασία; Αντιλαμβάνεστε ότι όταν τέθηκε για πρώτη φορά το θέμα, όταν είχαμε απόλυτη γνώση των δεδομένων, λίγους μήνες αφότου γίναμε Κυβέρνηση αυτό που κάναμε παίρνοντας πρωτοβουλίες -και ας αναγνωρίσετε επιτέλους τα αποτελέσματα τα θετικά αυτών των πρωτοβουλιών- ήταν να επιτύχουμε τη δημιουργία αυτού του μηχανισμού στήριξης, που μέχρι τότε δεν υπήρχε.
Και τότε, θυμίζω, και άλλες δυνάμεις εκτός του ΠΑΣΟΚ στήριξαν αυτή την πρωτοβουλία και ψήφισαν το λεγόμενο μνημόνιο. Τώρα όμως έχουμε μια μετατόπιση στην πολιτική διαχείριση των θεμάτων. Τώρα πλέον ο δημοσιονομικός τρόπος προσέγγισης του θέματος έχει γίνει ευρύτερα πολιτικός και γι΄ αυτό ακριβώς χρειάζεται μια ευρύτερη πολιτική προσέγγιση, η οποία συμπεριλαμβάνεται, όπως αυτή που γνωρίζετε, στις πρωτοβουλίες του Πρωθυπουργού.
Και λένε κάποιοι όταν ο Πρωθυπουργός δεν παίρνει πρωτοβουλίες, «δεν κυβερνάται ο τόπος». Αλλά και όταν ο Πρωθυπουργός παίρνει πρωτοβουλίες, κάποιοι στους οποίους αυτές οι πρωτοβουλίες δεν αρέσουν, δεν τους βρίσκουν σύμφωνους, τότε και πάλι καυτηριάζουν τον Πρωθυπουργό για τις πρωτοβουλίες που πήρε. Γιατί προφανώς την ανάληψη πρωτοβουλιών την εννοούν ως αυτόβουλη παράδοση του Πρωθυπουργού στα δικά τους σχέδια. Μάταιος κόπος.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, όταν ανακοινώθηκε αυτή η κυβερνητική πρωτοβουλία είχαμε μια παράδοξη πολιτικώς – επιτρέψτε μου να πω – αντίδραση των διαφόρων κομμάτων, αλλά και άλλων δυνάμεων.
Κάποιοι που ορκίζονται στο όνομα του λαού και ενθαρρύνουν, αν θέλετε, και συμπεριφορές ως ώριμες και υπεύθυνες συμπεριφορές πολιτών και φορέων που ευτελίζουν θεσμούς και σύμβολα, έρχονται τώρα και ψιθυρίζουν ότι ο λαός μπορεί να μην είναι αρκετά ώριμος για να πάρει μια υπεύθυνη στάση απέναντι σε ένα τέτοιο ερώτημα.
Όσοι δεν χάνουν ευκαιρία να μιλούν για σχέσεις εξάρτησης με ξένους δυνάστες και αδηφάγες αγορές, έρχονται τώρα και ψιθυρίζουν μήπως αυτοί οι δυνάστες και οι αδηφάγες αγοράς δεν είναι ενημερωμένοι για την πρωτοβουλία του Πρωθυπουργού και της Κυβέρνησης και αυτό τάχα τους ενοχλεί.
Είναι αυτοί οι οποίοι λένε ότι το δημοψήφισμα, ακούσατε ακούσατε, είναι μια διχαστική διαδικασία. Το λένε όσοι δεν χάνουν την ευκαιρία να ενθαρρύνουν τις δυνάμεις εκείνες, οι οποίες βιαιοπραγούν, οι οποίες με έναν τρόπο εντελώς απαράδεκτο και μισαλλόδοξο προωθούν τους κομματικούς στόχους τους τραυματίζοντας τη δημοκρατία μας.
Η βία λοιπόν είναι αυτή που μπορεί να ενώσει. Η δημοκρατία κατ’ αυτούς είναι αυτή που διχάζει. Και ενώ όλοι έχουν μια θετική θέση να πουν για οποιοδήποτε θέμα εκφράζοντας το πρόγραμμα του κόμματός του ο καθένας, για το συγκεκριμένο θέμα αρκούνται όλοι σε μία διαδικασιολογία. Δεν τοποθετούνται επί της ουσίας. Γιατί άραγε; Γιατί γνωρίζουν ποια είναι τα συμφέροντα που θίγονται αν προωθηθεί αυτή η απόφαση και εφαρμοστεί. Και επίσης, γνωρίζουν πολύ καλά τι είναι αυτό που συντελείται στον τόπο την τελευταία περίοδο λόγω των αποφάσεων που έχει πάρει η Κυβέρνησή μας.
Ο ηγέτης, μία Κυβέρνηση, αλλά επιτρέψτε μου να πω και κάθε πολιτικός, θα πρέπει να έχει μία στάση απέναντι στο λαό αυξημένης ευθύνης. Πρέπει να ακούει ασφαλώς το λαό, αλλά πρέπει να προχωρά, να μην πτοείται. Ακόμη κι αν δέχεται άδικη και άστοχη κριτική, ακόμη κι αν θεωρεί ότι αδικείται, θα πρέπει να προχωρήσει και να φέρει σε πέρας το μεγάλο έργο που έχει αναλάβει.
Από την άλλη όμως, δεν θα πρέπει να ξεπερνά το όριο εκείνο ώστε να εμφανίζεται αλαζόνας, αδιάφορος γι’ αυτό το οποίο ο κόσμος απαιτεί, δηλαδή αυξημένη συμμετοχή του και παρέμβαση στα δρώμενα. Αυτό ακριβώς αποτελεί και τη χρυσή τομή. Και η χρυσή τομή εκφράζεται με τις επιλογές που κάνουμε.
Έχουμε τη νομιμοποίηση κυρίες και κύριοι συνάδελφοι. Πιστεύουμε ότι η ψήφος εμπιστοσύνης θα δώσει ασφαλώς αυξημένη διαπραγματευτική δύναμη στην Κυβέρνησή μας, αλλά επειδή ακριβώς έχουμε τη νομιμοποίηση, μπορούμε να συνεχίσουμε να κάνουμε το έργο μας, αδιαφορώντας για τη δυνατότητα που πρέπει να έχουν οι πολίτες να παρέμβουν σε καθοριστικά ζητήματα και να λάβουν και εκείνοι κατευθείαν, πρωτογενώς και αυθεντικά και αδιαμεσολάβητα ένα μέρος αυτής της ευθύνης; Ασφαλώς όχι.
Άλλωστε το θέμα της νομιμοποίησης που τίθεται από πολλούς, τίθεται με έναν τρόπο υποκριτικό. Ποια νομιμοποίηση άρα είχαν οι επί δεκαετίες Κυβερνήσεις οι οποίες με τον αλόγιστο δανεισμό οδήγησαν σε υπέρογκη αύξηση του χρέους και εκτίναξη των ελλειμμάτων; Δεν είναι αυτό μία με μαθηματική ακρίβεια περιοριστική πολιτική για τις επόμενες γενιές που δεν είναι παρούσες για να μπορέσουν να θέσουν τα δικά τους θέματα, που δεν εκπροσωπούνται, αλλά είναι βέβαιο ότι θα υποστούν τα επίχειρα μιας κακοδιαχείρισης και μιας σπατάλης, η οποία χρόνια χαρακτήρισε την άσκηση οικονομικής πολιτικής στη χώρα μας;
Συνεχίζουμε λοιπόν γιατί δεν έχουμε το σύνδρομο της απόδρασης. Δεν είμαστε ριψάσπιδες, δεν μας ταιριάζει αυτός το ρόλος. Θα συνεχίσουμε μέχρι τέλους.
Η δεύτερη επιλογή που έχει να κάνει ένας ηγέτης, πέρα από το να συνεχίσει τραβώντας αυτόν το δρόμο του Γολγοθά, είναι να επιχειρήσει συνεννόηση και συνεργασία. Το κάναμε με πολλούς τρόπους και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε, γιατί δεν έχουμε το σύνδρομο της κατοχής της καρέκλας. Κάναμε προτάσεις συνεργασίας. Δυστυχώς, είχαμε αρνητική αντίδραση από τη Ν.Δ., ιδίως από αυτήν.
Είμαστε σε ένα Κολοσσαίο -λέω πολλές φορές- και ενώ αγωνιζόμαστε να τιθασεύσουμε ένα θηριώδες δημόσιο χρέος, κάποιοι από τις κερκίδες παρακολουθούν και αρκούνται στο να σχολιάζουν. Το θέμα δεν είναι να φύγουμε εμείς από το στίβο για να πάρουν τη θέση μας κάποιοι άλλοι. Το θέμα είναι να έρθουν και οι άλλοι στο στίβο να δώσουμε όλοι μαζί, με ένα εθνικό μέτωπο, αρραγές και συμπαγές τον αγώνα αυτό για να επιτύχουμε να δαμάσουμε τελικά το δημόσιο χρέος.
Κυρίες και κύριοι, τρίτη επιλογή που έχει μια ηγεσία είναι οι εκλογές. Την ώρα όμως που η χώρα δίνει μία μάχη στα εθνικά σύνορα, κάποιοι πράγματι μας καλούν να επιστρέψουμε στα κομματικά χαρακώματα, να οδηγηθούμε σε μία εσωστρέφεια που ισοδυναμεί με μία μεγάλη παρένθεση, με την απόσυρση δηλαδή της χώρας από τη διαχείριση των εθνικών θεμάτων της στα κρίσιμα μέτωπα και την ενασχόλησή της με τη συγκρότηση των εσωτερικών δυνάμεων και των διαρθρωτικών λειτουργιών της.
Και η τέταρτη επιλογή που έχει μία Κυβέρνηση υπεύθυνη, είναι το δημοψήφισμα, μια κορυφαία δημοκρατική διαδικασία που φέρνει τα πάντα στο φως. Φέρνει τον πολίτη πρώτα, πρωταγωνιστή, που είναι η δομική μονάδα για τη δύναμή μας, αλλά και γι’ αυτήν την ίδια την πολιτική ύπαρξή μας στο προσκήνιο, και δεν επιτρέπει παρασκηνιακές πολιτικές, μεθοδεύσεις και κάθε μορφής διευθετήσεις. Κι αυτό το δημοψήφισμα, που αποτελεί πρωτογενή καταγραφή της λαϊκής θέλησης, αποτελεί και την καλύτερη απάντηση σε όλους εκείνους οι οποίοι μιλούν εξ ονόματος του λαού, και καθένας επικαλείται ένα διαφορετικό ως φαίνεται λαό.
Ο λαός για τη Ν.Δ. θέλει ένα άλλο μνημόνιο. Ο λαός για το ΚΚΕ θέλει να φύγουμε από την Ε.Ε. Ο λαός για το ΛΑΟΣ θέλει μια άλλη συνταγή. Ο λαός για το ΣΥΡΙΖΑ θέλει ένα βροντερό «ΟΧΙ» στα πάντα που κάνει η Κυβέρνηση. Επιτέλους, όλοι εσείς λέτε μιλώντας εξ ονόματος του λαού τι πρέπει να κάνουμε. Κι εμείς λέμε πολύ απλά, γιατί δεν καλούμε τον ίδιο το λαό να μιλήσει ο ίδιος; Γιατί δεν δίνουμε στους πολίτες τη δυνατότητα να δώσουν αυτοί οι ίδιοι την απάντηση, χωρίς εξουσιοδοτήσεις, χωρίς ερμηνείες τρίτων, χωρίς προσθέσεις, αφαιρέσεις και στρεβλώσεις στη δημόσια συζήτηση, για ένα τόσο σημαντικό θέμα.
Κυρίες και κύριοι, ο αρχηγός της Ν.Δ. κλήθηκε, αλλά αρνήθηκε να συμμετάσχει στην ομάδα διαπραγμάτευσης στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής. Συμμετείχε ασφαλώς στη Σύνοδο του Λαϊκού Κόμματος. Εκεί οι ηγέτες της Ευρώπης, όπως η κα Μέρκελ, ο κ. Σαρκοζί και άλλοι, συμφώνησαν σε κάποιες θέσεις, τις οποίες μετέφεραν και στη Σύνοδο Κορυφής και οι αποφάσεις αυτές έγιναν αποφάσεις της Ευρωζώνης.
Ελπίζω ότι ο κ. Σαμαράς – αυτό λέει η κοινή λογική – συμφώνησε με τις θέσεις αυτές στο πλαίσιο του Λαϊκού Κόμματος. Και εάν συμφώνησε με τις θέσεις αυτές, συμφωνεί και με την απόφαση πλαίσιο Κορυφής. Προς τι λοιπόν το πολιτικό θέατρο; Και εάν διαφώνησε και διατύπωσε μια διαφοροποιημένη θέση, υπάρχει κάποιο κείμενο που να το πιστοποιεί; Έχουμε κάποιο αστερίσκο στα κείμενα του Λαϊκού Κόμματος που να δείχνει αυτή την αποκλίνουσα θέση, υπέρ των δήθεν ελληνικών συμφερόντων, όπως τα εμφανίζει ότι τα υπερασπίζεται ο κ. Σαμαράς σε ένα τέτοιο κείμενο;
Κυρίες και κύριοι, ενώ αυτό δεν έχει γίνει, από την άλλη ακούσαμε σήμερα, επιτρέψτε μου να πω, το ανεπίτρεπτο -και δεν επιτρέπεται αυτό από έναν πολιτικό με την οικογενειακή παράδοση του αρχηγού της Ν.Δ.- να κατηγορείται η Κυβέρνηση και μάλιστα να χαρακτηρίζεται «τυχοδιώκτης», ακούσατε, ακούσατε, ο Έλληνας Πρωθυπουργός!
Επιτρέψτε μου να πω, ότι αυτοί οι χαρακτηρισμοί, δεν έχουν καμία σχέση με την πολιτική αντιπαράθεση. Και σε τελευταία ανάλυση μπορώ να πω, ότι ένας Πρωθυπουργός που πασχίζει και μια Κυβέρνηση η οποία κατορθώνει μετά από πολλά χρόνια να μειώσει το δημόσιο χρέος, άλλο τίτλο πρέπει να έχει. Μπορεί να τον πείτε, εάν θέλετε, «χρεοδιώκτη» τον Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ και την Κυβέρνηση. Και να πούμε τον κ. Σαμαρά «ευρωδιώκτη», γιατί με τη στάση του υπονομεύει την προσπάθεια της χώρας να μείνει ισότιμος εταίρος στη ζώνη του ευρώ.
Όλα αυτά εξελίσσονται σε ένα πολιτικό κλίμα που πρέπει να πω, ότι οδηγεί σε ολισθηρές ατραπούς. Κάποιοι δεν διαθέτουν φαίνεται ένα στοιχειώδες θεσμικό φρένο. Κάποιοι καλούν τους βουλευτές να μην ψηφίσουν την Κυβέρνησή τους. Κάποιοι άλλοι εγκαλούν τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας γιατί δεν παρεμβαίνει στην κομματική διαπάλη. Κάποιες τρίτες δυνάμεις λένε, ότι πρέπει να παρεμποδιστούν οι βουλευτές στην άσκηση των καθηκόντων τους. Και κάποιοι άλλοι, από την Ν.Δ. κυρίως, λένε πως πάση θυσία πρέπει να αποτραπεί η διενέργεια του δημοψηφίσματος. Πώς θα το κάνει η Ν.Δ.; Γιατί ακούγεται ότι μπορεί να προχωρήσει ακόμα και σε μια τέτοια μεθόδευση, με τον εξαναγκασμό σε παραίτηση των βουλευτών της για να οδηγήσει την χώρα σε εκλογές.
Πιστεύω ότι αυτό είναι μια απλή φήμη και τίποτα άλλο. Θυμόμαστε τα λίγα προηγούμενα χρόνια από τη Ν.Δ., ως Κυβέρνηση τότε, να αποχωρεί από αυτή την αίθουσα όταν συζητούσαμε σημαντικά θέματα, όπως ήταν η διερεύνηση σκανδάλων, προκειμένου έτσι να εμποδιστεί η Βουλή να πάρει συγκεκριμένες αποφάσεις επί των θεμάτων αυτών.
Τώρα η Ν.Δ. πάλι θα αποσύρει τις δυνάμεις της; Έτσι αντιλαμβάνεται τον κοινοβουλευτικό ρόλο της; Ο λαός δηλαδή την ψηφίζει για να είναι παρούσα στη Βουλή και αυτή υπηρετεί τον λαό αποχωρώντας από την Βουλή; Είναι μια πρωτότυπη αντίληψη για ένα δημοκρατικό κόμμα.
Κυρίες και κύριοι, κάποιοι θεωρούν ότι μπορούν, οτιδήποτε είναι ΠΑΣΟΚικό ή κυβερνητικό, να στοχοποιηθεί και να στιγματιστεί. Τους λέμε εκ προοιμίου, ας μην διανοούνται ότι μπορεί να λεηλατηθεί ο χώρος του ΠΑΣΟΚ.
Πρέπει να καταλάβουν όλοι, ότι μέσα σ’ αυτή την αίθουσα είμαστε ισότιμοι. Έχουμε βεβαίως καθένας με τη δύναμη των εδρών του μια σειρά, μια τάξη, για να διευκολύνεται η λειτουργία μας. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι τα κόμματα της Βουλής, είναι άλλα πρώτης και άλλα δεύτερης κατηγορίας. Και οι βουλευτές δεν είναι πρώτης ή δεύτερης κατηγορίας.
Είμαστε ισότιμοι πολιτικοί που εκπροσωπούμε τον ελληνικό λαό. Αυτό λοιπόν, επιτρέψτε μου να πω, είναι το σημείο εκκίνησης εάν θέλουμε να διατηρήσουμε και να περιφρουρήσουμε τον κώδικα της συνεννόησης και της συνύπαρξής μας. Γιατί βλέπω ότι η πολιτική διαφωνία, ιδίως την τελευταία περίοδο, έχει πάρει έναν άλλο χαρακτήρα. Έχει κλιμακωθεί η διαφωνία από την πλευρά δυνάμεων της αντιπολίτευσης και παίρνει ένα χαρακτήρα δίκην προθέσεων της Κυβέρνησης. Δηλαδή, ότι εμείς δήθεν συνειδητά, υπονομεύουμε ή δεν εξυπηρετούμε το συμφέρον της χώρας.
Πρέπει να σας πω κυρίες και κύριοι, ότι τέτοιες διαιρέσεις δεν πρέπει να τις υποθάλπουμε. Και πρέπει να δούμε με άλλη ματιά τους πολίτες και τους κοινωνικούς φορείς. Όχι με την κομματική και πολιτική ταυτότητά τους. Όχι με την προέλευση που έχουν, αλλά με τη στάση τους. Ας είμαστε καθαροί: Ο φοροφυγάς δεν μπορεί να είναι αγανακτισμένος, είναι για τη Δικαιοσύνη. Ο διεφθαρμένος κρατικός λειτουργός, δεν μπορεί να είναι αγανακτισμένος, είναι για τη Δικαιοσύνη. Ο μισαλλόδοξος ο οποίος βιαιοπραγεί, δεν μπορεί να είναι αγανακτισμένος, είναι για τη Δικαιοσύνη και τη φυλακή.
Ας τα ξεκαθαρίσουμε αυτά, γιατί αν δεν περιφρουρήσουμε αυτούς τους κανόνες, να ξέρετε ότι αυτοί που τελικώς θα χάσουν, θα είναι οι μικροί και οι αδύναμοι. Οι μεγάλοι, οι ισχυροί είναι αυτοί που δεν θέλουν τους κανόνες γιατί επιθυμούν να ασυδοτούν.
Εμείς, πρέπει να μην σπαταλούμε δυνάμεις σε αυτά τα αδιέξοδα και άγονα μέτωπα. Να ενώσουμε τις δυνάμεις μας σε ένα κοινό μέτωπο. Να φροντίσουμε τους ανέργους, τα θύματα της τελευταίας κρίσης. Να φροντίσουμε τους επαγγελματίες που τους πνίγουν τα λουκέτα. Να φροντίσουμε τη νέα γενιά, η οποία αποστρατεύεται πριν καν ενταχθεί.
Ας έχουμε για τους πρώτους, τους παράνομους που είναι για τη Δικαιοσύνη μια πολιτική γροθιάς και ας έχουμε για τους δεύτερους μια πολιτική αγκαλιάς. Αυτός είναι ο κοινός τόπος της συνεννόησης και της συνεργασίας μας.
Είμαστε στη μέση της κοινοβουλευτικής περιόδου, κυρίες και κύριοι βουλευτές, και ασφαλώς έχουμε ανοικτά όλα τα μέτωπα. Επειδή τόσο η δημοσιονομική πολιτική που ακολουθούμε για μια γιγαντιαία δημοσιονομική προσαρμογή σε λίγο χρόνο, όσο και οι διαρθρωτικές αλλαγές μπορεί να πει κανείς ότι δεν έχουν αποδώσει ακόμα τα θετικά αποτελέσματά τους, ενώ είναι ορατές, εξατομικευμένες και ειδικώς αντιληπτές αμέσως από την πρώτη κιόλας ημέρα οι συνέπειες της εφαρμογής αυτής της πολιτικής.
Ας ξεκαθαρίσουμε ότι στο πλαίσιο αυτής της μεγάλης συζήτησης για τη θέση της χώρας στο ευρώ, η θέση της χώρας στο ευρώ είναι ένα εθνικό κεκτημένο. Για τη δική μας παράταξη, για την Κυβέρνησή μας αποτελεί δόγμα απαρασάλευτο η θέση της χώρας στο ευρώ. Αλλά η ένταξη στο ευρώ, δεν είναι ένα βραβείο, δεν είναι ένα πτυχίο που το κορνιζάρουμε για να στολίζει την πολιτική μας. Είναι μια υπενθύμιση, η οποία μας λέει ότι πρέπει να γίνουμε ανταγωνιστικοί, να γίνουμε πιο ποιοτικοί, να βελτιωθούμε για να μπορούμε να συγκρινόμαστε εύκολα με τους άλλους λαούς και τις χώρες με τις οποίες κολακευόμαστε να ανήκουμε στην ίδια οικογένεια.
Κυρίες και κύριοι, η ψήφος εμπιστοσύνης πιστεύω ότι μπορεί αυτήν την Κυβέρνηση να την κάνει πιο δυνατή, να την κάνει καλύτερη. Μακάρι η εξέλιξη αυτή να κάνει καλύτερη και την Αξιωματική Αντιπολίτευση και συνολικά την αντιπολίτευση. Υπάρχουν δύο στοιχεία, τα οποία πρέπει να έχουμε υπόψη μας: Η Ελλάδα και ο άνθρωπος, ο πολίτης. Είναι τα δύο κοινά στοιχεία στις διαφορετικές ταυτότητές μας. Ας τα υπηρετήσουμε με αξιοσύνη και τα δύο.
Ευχαριστώ πολύ.
ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΔΗΜΗΤΡΗ ΡΕΠΠΑ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ
& ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
ΣΤΟΝ ΕΙΣΗΓΗΤΗ ΤΟΥ ΛΑΟΣ Α. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ
Μπορούμε να θυμηθούμε ότι το πρόβλημα της χώρας δεν είναι το δημοσιονομικό, κι αν δεν έχει συντελεστεί οικονομική χρεοκοπία, που δεν θα συντελεστεί, η πολιτική χρεοκοπία οσονούπω έρχεται, αν συνεχίσουμε να φερόμαστε με αυτόν τον τρόπο. Αν μπερδεύουμε δηλαδή τις τηλεοπτικές εκπομπές με την αίθουσα του Κοινοβουλίου. Εδώ δεν γίνονται αγοραπωλησίες.
Η δική μας παράταξη έχει θυματοποιηθεί, κ. Γεωργιάδη, από τέτοιου είδους δραστηριότητες, στις οποίες καλείτε να προβούν κάποιοι για να διαιρέσετε την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ και να ανατρέψετε με αυτόν το δόλιο και αντιδεοντολογικό και αντιθεσμικό τρόπο την Κυβέρνηση.
Πρέπει να σας πω, και παρακαλώ παρατηρήστε αυτό αγαπητοί συνάδελφοι, συζητούμε ένα εξαιρετικής σημασίας θέμα. Ο αγαπητός συνάδελφος έκανε μία αγόρευση με τέτοιον τρόπο, ώστε να εντυπωσιάσει το ακροατήριο, επιδιώκοντας όμως και το κατόρθωσε, να μην πει τίποτε για την ταμπακέρα, για το ότι 100 δισ. ελληνικού δημόσιου χρέους αναλαμβάνονται πλέον από άλλους και όχι από την ελληνική Οικονομία, από τους Έλληνες φορολογούμενους πολίτες. Κάποια συμφέροντα θίγονται, είναι πολλά, αλλά κάθε μέρα αντιλαμβανόμαστε ότι είναι και περισσότερα. Αυτό αποδείχθηκε απόψε.