ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

Σάββατο 02 Αυγούστου 2025

Συνέντευξη Δημήτρη Ρέππα στο περιοδικό «ΕΠΙΚΑΙΡΑ»

PDF | DOC | Συνέντευξη Δημήτρη Ρέππα, Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, στο περιοδικό «ΕΠΙΚΑΙΡΑ», στον δημοσιογράφο Λάμπρο Καλαρρύτη.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε Ρέππα, οι εθνικές εκλογές πότε πρέπει να γίνουν; Αµέσως µετά την ολοκλήρωση του PSI και της δανειακής σύµβασης ή θα πρέπει η θητεία της Κυβέρνησης Παπαδήµου να παραταθεί χρονικά και να διευ¬ρυνθεί η ατζέντα της;

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΕΠΠΑΣ: Γνωρίζετε ότι η υπογραφή δανειακής σύµβασης προϋποθέτει, πέραν της επιτυχούς ολοκλήρωσης των διαπραγματεύσεων για το PSI, και τη συμφωνία σε ένα επικαιροποιηµένο πρόγραµµα διαρθρωτικών αλλαγών και δημοσιονομικής πολιτικής. Αυτό γεννά τη βεβαιότητα στους δανειστές ότι η Ελλάδα µπορεί να αλλάξει, ώστε να είναι ικανή να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της. Το πρόγραµµα αυτό, για το οποίο γίνονται συζητήσεις αυτή την περίοδο µε τους εκπροσώπους του µηχανισµού στήριξης, δεν µπορεί παρά να είναι προϊόν συμφωνίας των τριών κοµµάτων που στηρίζουν την Κυβέρνηση. Τα κόµµατα δεσμεύουν µε το πρόγραµµα όχι την παρούσα, αλλά και την επόμενη Κυβέρνηση, επειδή αυτό είναι πρόγραµµα της χώρας. Ταυτοχρόνως, όµως, δεσμεύονται και τα ίδια ως προς την ακολουθητέα κυβερνητική πολιτική. Με δεδομένη την ευρύτατη κοινοβουλευτική στήριξη που διαθέτει η Κυβέρνηση, στοιχείο θετικό για τη σταθερότητα στην χώρα, καλείται να διαχειριστεί και µια πτυχή, η οποία ουσιαστικώς περιορίζει τον κυβερνητικό ορίζοντά της, κι αυτή είναι η αίσθηση προσωρινότητας, δηλαδή η αντίληψη πως πρόκειται για ένα μεταβατικό σχήµα προς µια άλλη κυβερνητική περίοδο.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μα περί αυτού δεν πρόκειται; Αυτό δεν συμφωνήθηκε;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΕΠΠΑΣ: Το πρόγραµµα και η δανειακή σύµβαση µε τη συμφωνία των τριών
κοµµάτων είναι ένα ισχυρό µήνυµα προς τους έξω για την ισχυρή βούληση της Ελλάδας να συνεχίσει την προσπάθειά της. Ταυτοχρόνως, είναι ένα ισχυρό µήνυµα στο «έσω», προς την ελληνική κοινωνία, ότι δεν υπάρχει περιθώριο προεκλογικών υποσχέσεων και πολιτικών ψευδαισθήσεων. Θα ήταν θετικό, λοιπόν, να παραταθεί η θητεία της Κυβέρνησης, υπό την προϋπόθεση, όµως –γιατί αυτό επιβάλλει η κοινοβουλευτική δεοντολογία–, να συμφωνήσουν σε αυτό τα κόµµατα που τη στηρίζουν σήµερα. Απαιτείται συνεννόηση ευθύνης και προοπτικής για την χώρα.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Με βάση τις δημοσκοπήσεις και το πολιτικό κλίµα, θεωρείτε πως πρέπει να συνεχίσουµε µε Κυβέρνηση συνεργασίας και µετά τις εκλογές;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΕΠΠΑΣ: Σε κάθε αναπτυγμένη δημοκρατία λειτουργούν δύο πόλοι µε πολιτικά και προγραμματικά χαρακτηριστικά. Πάντοτε η εθνική συνεννόηση είναι αυτονόητη ανάγκη. Αυτό δεν σηµαίνει κατάργηση των διακριτών πόλων στην πολιτική ζωή της χώρας και κατάλυση της αυτονομίας κάθε πολιτικού κόµµατος. Πιστεύω στις προγραμματικές συγκλίσεις, ιδίως σε εξαιρετικές περιστάσεις, προτιµώ, όµως, συνεργασίες στη βάση της πολιτικής συγγένειας για τη δημιουργία κυβερνητικών σχημάτων µε σαφή κατεύθυνση. Το ΠΑΣΟΚ, όσο είναι σηµαντικό να κερδίζει την εμπιστοσύνη των πολιτών προς αυτό, οφείλει εξίσου να διατηρεί ανοιχτούς διαύλους σύγκλισης και σύνθεσης µε άλλες δυνάµεις, µε στόχο τη διαμόρφωση κυβερνητικών σχημάτων σε προοδευτική κατεύθυνση.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Στις εσωκομματικές εκλογές για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ πόσους υποψηφίους περιµένετε να δείτε;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΕΠΠΑΣ: Λέω χαριτολογώντας πως πρέπει να µείνουµε σε µια «κούρσα» διαδοχής, να µην μετατραπεί σε «λεωφορείο» διαδοχής αυτή η εκλογική δια¬δικασία. ∆εν λείπουν οι ικανοί υποψήφιοι, δεν λείπει η ηγεσία, λείπει το ΠΑΣΟΚ. Έχει πρωταρχική σηµασία να µιλήσουµε για το ΠΑΣΟΚ µε τρόπο που να το συνδέει µε την προοπτική της χώρας. Για το πρωταγωνιστικό ΠΑΣΟΚ, αφού, σας θυµίζω, όλοι οι ηγέτες του ΠΑΣΟΚ αναδείχτηκαν Πρωθυπουργοί της χώρας. Πέρα από τις καταστατικές προβλέψεις, που συνιστούν και τις πολιτικές προϋ¬ποθέσεις για να είναι κάποιος υποψήφιος, αυτό που προέ¬χει είναι να εξετάσουμε τη διαχρονικότητα του ΠΑΣΟΚ, συνδέοντάς τη µε ένα ηγετικό πρόσωπο που µπορεί να εγγυηθεί –υπερασπιζόμενο τη µέχρι τώρα πορεία του ΠΑΣΟΚ– και την ενότητα και την προοδευτική φυσιογνωμία του και τη θέση του στην κορυφή των εξελίξεων.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: ∆εν είναι σαφές, πάντως, ποιος πρεσβεύει τι…
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΕΠΠΑΣ: Μακάρι, δίνοντας έµφαση στις πολιτικές διαδικασίες και όχι σε προσωπικούς διαγκωνισµούς και αντιπαραθέσεις µηχανισµών, να συνθέσουµε απόψεις και να διαμορφώσουμε µια πλήρη και επίκαιρη πολιτική πρόταση. Τότε πλέον θα είναι µικρής σηµασίας το ποιος θα βάλει και το προσωπικό του στίγµα στην εφαρμογή αυτής της πολιτικής πρότασης.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Οι οικονομικοί εισαγγελείς καταλογίζουν σκόπιµη διόγκωση του ελλείμματος του 2009, προκειμένου να µπει η χώρα στο µηχανισµό, και παραπέμπουν το φάκελο στη Βουλή για διερεύνηση ευθυνών του Γιώργου Παπανδρέου και του Γιώργου Παπακωνσταντίνου – βαριά η µοµφή ότι η χώρα ενεπλάκη σε τραγωδία σκοπίµως…
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΕΠΠΑΣ: Το δόγµα µου είναι: Ούτε ποινικοποίηση της πολιτικής ούτε πολιτικοποίηση της ∆ικαιοσύνης. Οι ρόλοι είναι διακριτοί και σεβαστοί. Ασφαλώς, όποιος κρίνει πρέπει να δεχτεί να κρίνεται κι αυτός. Είναι ακατανόητη αυτή η πρωτοβουλία τη συγκεκριμένη χρονική στιγµή. Θα μπορούσε να έχει εκδηλωθεί µήνες πριν, όταν µε µόνη την αναφορά σε κυβερνητικά πρόσωπα θα ’πρεπε ο σχετικός φάκελος να έχει διαβιβαστεί στη Βουλή. Θα µπορούσε, επίσης, η κίνηση αυτή να είχε γίνει αργότερα, µε την ολοκλήρωση της σχετικής έρευνας, αφού, άλλωστε, καθυστέρησε τόσο η αποστολή του φακέλου στη Βουλή, ώστε, µεταξύ των άλλων, να καταθέσει και το πλέον σχετικό πρόσωπο, που είναι ο πρόεδρος της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. Θυµίζω επιπλέον πως αυτή η Κυβέρνηση κατήργησε τη Στατιστική Υπηρεσία, που µέχρι πρότινος αποτελούσε µια Γενική Γραµµατεία του Υπουργείου Οικονοµικών, και δηµιούργησε µια ανεξάρτητη Αρχή, την ΕΛΣΤΑΤ. Τα στοιχεία στα οποία κατέληξε η ΕΛΣΤΑΤ για να αποτυπώσει τα µακροοικονοµικά µεγέθη του 2009 ανακοινώθηκαν τον Οκτώβριο του 2010, αφού εν τω µεταξύ είχαν περάσει πέντε µήνες από την υπογραφή του μνηµονίου και την ένταξη της χώρας µας στο πρόγραµµα δηµοσιονοµικής προσαρµογής. Κάνει εντύπωση, λοιπόν, που κάποιοι την ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ τη συνδέουν µε κυβερνητική σκοπιµότητα. Ποιος, άλλωστε, πιστεύει ότι το δηµοσιονοµικό έλλειµµα του 2009 ήταν στο επίπεδο του 5% ή 6%, όπως ισχυριζόταν η Κυβέρνηση της Ν.∆.;
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Βλέπετε πολιτική σκοπιµότητα;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΕΠΠΑΣ: Καθένας βγάζει τα συµπεράσµατά του. Όσο για τον Γ. Παπανδρέου και τον Γ. Παπακωνσταντίνου, αντιλαµβάνοµαι πως γίνεται προσπάθεια κάποιοι να αποκοµίσουν πολιτικά οφέλη, αδιαφορώντας αν έτσι εκθέτουν την χώρα και υπονοµεύουν την προσπάθεια, που, για να επιτύχει, απαιτεί εθνική συνέργεια. Αυτοί που εκµεταλλεύο¬νται επιλογές ανεξάρτητων οργάνων, όπως είναι η ∆ικαιοσύνη, για να πλήξουν το ΠΑΣΟΚ και τα στελέχη του και, ιδίως, για να επιχειρήσουν να αφανίσουν από προσώπου πολιτικής γης τον
Γ. Παπανδρέου είναι αφελείς και ανιστόρητοι.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Η µείωση του αριθµού των δηµοσίων υπαλλήλων κατά 150.000 µέχρι το 2015 πώς θα γίνει, αλήθεια; Μέσω αξιολόγησης και κατάργησης φο¬ρέων;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΕΠΠΑΣ: Γίνεται λόγος για το πόσο επιβαρύνει το ελληνικό κράτος τους φορολογούµενους χωρίς να τους προσφέρει αντίστοιχες υπηρεσίες. Επισηµαίνω ότι αυτά τα δύο χρόνια έχει µειωθεί σηµαντικά το λειτουργικό κόστος των δηµόσιων υπηρεσιών κατά περισσότερο από 2 δισ. ευρώ. Όσον αφορά στο µισθολογικό κόστος, έχουν γίνει µειώσεις των αποδοχών των δηµοσίων υπαλλήλων σε τρεις φάσεις, µε τελευταία την εφαρµογή του νέου μισθολογίου που οδηγεί σε δηµοσιονοµική εξοικονόµηση 1,5 δισ. ευρώ ετησίως. Παραλλήλως, µειώνεται ο αριθµός των πάσης φύσεως απασχολουµένων στο ελληνικό κράτος µε το άνοιγµα της «ψαλίδας» ανάµεσα στον αριθµό των αποχωρούντων και παραιτουµένων σε σχέση µε τον αριθµό των υπαλλήλων που προσλαµβάνονται. Έχει τεθεί ο στόχος για τη µείωση των απασχολουµένων στο ∆ηµόσιο και τις υπηρεσίες του κατά 150.000 πολίτες έως το τέλος του 2015.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Σύµφωνοι, αλλά πώς θα επιτευχθεί;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΕΠΠΑΣ: Ο στόχος αυτός θα επιτευχθεί µε τη ροή προσλήψεων – αποχωρήσεων, αλλά, πέραν του ποσοτικού, περιέχει ένα αξιοσηµείωτο ποιοτικό στοιχείο: Κεντρικός άξονας της πολιτικής µας είναι η αξιολόγηση τόσο των υπηρεσιών όσο και των υπαλλήλων. Μέσω αυτής της αξιολόγησης οδηγούµεθα στην καλύτερη αξιοποίηση και κατανοµή του ανθρώπινου δυναµικού στη δηµόσια διοίκηση. Σε συνδυασµό µε την αναδιάρθρωση των υπηρεσιών, µε συγχωνεύσεις ή καταργήσεις υπηρεσιών, µπορούµε να διαµορφώσουµε ένα σύγχρονο κράτος. Αυτή την ειδική µεταρρύθµιση προωθούµε.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Συµφωνείτε µε τη µείωση του κατώτατου µισθού και την κατάργηση του 13ου και 14ου;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΕΠΠΑΣ: Περαιτέρω µείωση του κατώτατου µισθού, µε ταυτόχρονη κατάργηση του 13ου και 14ου µισθού, όχι µόνο δεν οδηγεί σε αντιµετώπιση της κρίσης, αλλά µάλλον συµβάλλει στη συντήρησή της. Είναι ελάχιστα τα δηµοσιονοµικά οφέλη που µπορεί να προκύψουν σε σχέση µε τις αρνητικές συνέπειες λόγω της περαιτέρω µείωσης της αγοραστικής δύναµης και της ρευστότητας στην αγορά. Αυτό το θέµα εµπίπτει στις συλλογικές διαπραγµατεύσεις και αφορά στις σχέσεις των κοινωνικών εταίρων. Εφόσον αυτοί καταλήγουν σε µια συµφωνία, θεωρώ πως, πέραν των άλλων, δυναµιτίζεται και το κεφάλαιο κοινωνικής και πολιτικής εµπιστοσύνης, που τόσο έχει ανάγκη ο τόπος αυτή την ώρα, αν µε παρεµβάσεις τρίτων ανατρέπονται οι δηµοκρατικές λειτουργίες και οι συµφωνίες που επιτυγχάνονται µε αυτές.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τελικά µεγάλη περιπέτεια η ιστορία µε τα ταξί. Θεωρείτε πως καλώς το χειρίστηκε ο κ. Βορίδης;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΕΠΠΑΣ: Ειδικώς για τα ταξί θεωρώ πως δεν έχει αναπτυξιακό αντίκρισµα η λειτουργία του κλασικού µέσου, ώστε να µην λαµβάνονται υπόψη κριτήρια που ανταποκρίνονται στο δηµόσιο συµφέρον και, µάλιστα, όταν το κόµιστρο είναι προσδιορισµένο κεντρικά και ενιαίο. Αντιλαµβάνοµαι το δηµοκρατικό δικαίωµα κάθε πολίτη να ασκεί το επάγγελµα της επιλογής του, αλλά για την άσκηση κάθε επαγγέλµατος τίθενται προϋποθέσεις και, µάλιστα, τέτοιες ώστε να µην επιτρέπεται η «καρτελοποίηση» µιας αγοράς, αν χωρίς φραγµούς, ανεµπόδιστα, κάποιοι µπορούν να ελέγξουν απολύτως τις λειτουργίες της. Οι επαγγελµατίες των ταξί αδίκησαν τον εαυτό τους µε τη στάση τους. Οι συνθήκες έχουν αλλάξει και απαιτούνται παντού αλλαγές, και στο δικό τους κλάδο. Χρειάζεται, ιδίως, η δηµιουργία µιας νέας υπηρεσίας για επιβατικές µεταφορές µε ελεύθερη συµφωνία για το κόµιστρο, κάτι που θα ενισχύσει τον ποιοτικό τουρισµό. Η Κυβέρνηση και ο αρµόδιος Υπουργός σταθµίζουν τις επιλογές µε βάση κριτήρια, τα οποία –αν είναι σωστές οι πληροφορίες– µε βρίσκουν σύµφωνο.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πολύς λόγος έγινε για την εργασιακή εφεδρεία. Αυτή η πολιτική θα συνεχιστεί;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΕΠΠΑΣ: Η χώρα δεν διαθέτει µηχανισµούς και φορείς αξιολόγησης τόσο των δοµών όσο ιδιαιτέρως και του προσωπικού στο κράτος. Όταν, λοιπόν, κληθήκαµε να εφαρµόσουµε την πολιτική της εφεδρείας για να αντιµετωπιστεί οποιαδήποτε υπόνοια για διακριτή µεταχείριση κάποιων υπαλλήλων εις βάρος των άλλων, έπρεπε να θεσπιστεί ένα αντικειµενικό και απροσωπόληπτο κριτήριο, όπως είναι το ηλικιακό, σε συνδυα¬σµό µε την εγγύτητα προς τη σύνταξη. Τέτοια οριζόντια κριτήρια, επειδή ακριβώς περιέχουν στοιχεία ανορθολογισµού και αδικίας, επόµενο είναι να οδηγούν και σε δυσλειτουργίες.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τότε γιατί εφαρµόστηκε;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΕΠΠΑΣ: ∆εν ήταν δηµοσιονοµικός λόγος αυτός που καθόρισε τις προτεραιότητες της εφεδρείας, αλλά καθαρά ο πολιτικός και συµβολικός λόγος για την ανατροπή της εργασιακής ακαµψίας στο Ελληνικό ∆ηµόσιο. Το µήνυµα δόθηκε, ότι, δηλαδή, το ∆ηµόσιο δεν είναι ταµπού, την ώρα, µάλιστα, που στον ιδιωτικό τοµέα εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες υφίστανται οδυνηρά την κρίση. Θα ’λεγα πως έκλεισε ο κύκλος αυτής της πολιτικής. Παράταση εφαρµογής αυτού του μέτρου θα σήµαινε πως καθιερώνουμε πλέον την αποχώρηση από το Ελληνικό ∆ηµόσιο υπαλλήλων µε τη συμπλήρωση και µόνο του 53ου έτους της ηλικίας τους και, μάλιστα, σε µια εποχή κατά την οποία η Ευρώπη εφαρμόζει πολιτικές αύξησης του εργασιακού βίου και ενεργού γήρανσης. Μια τέτοια πολιτική έχει την αξία της για την επίτευξη συγκεκριμένων στόχων σε αντίστοιχες συνθήκες, χωρίς να είναι πολιτική επιλογή για μόνιμη εφαρμογή.